Με απόφαση που εξέδωσε το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου (μεταβατική έδρα Κω) επιδικάστηκε σε δύο αδέλφια από την Ιταλία αποζημίωση ύψους 2.532.603,26 ευρώ λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού ανώνυμης ξενοδοχειακής εταιρείας.
Ειδικότερα, τα δύο αδέλφια από την Ιταλία άσκησαν αγωγή ο καθένας ξεχωριστά σε βάρος την ανώνυμης ξενοδοχειακής εταιρείας η οποία διατηρεί ξενοδοχεία στη Λέρο και στους Λειψούς.
Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο είχε δεχθεί εν μέρει τις αγωγές και υποχρέωσε την εναγόμενη να καταβάλει σε κάθε ένα από τα δύο αδέλφια το ποσό των 1.266.301,63 ευρώ.
Κατά αυτών των αποφάσεων άσκησαν και οι δύο πλευρές αντίθετες εφέσεις οι οποίες συζητήθηκαν το Μάιο του 2018 και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο επικύρωσε την πρωτόδικη απόφαση με διαφορετικό όμως αιτιολογικό.
Συγκεκριμένα, οι ενάγοντες ένας άντρας και μία γυναίκα είναι οι μοναδικοί εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του Ιταλού πατέρα τους ο οποίος υπήρξε μέτοχος στην εναγόμενη ξενοδοχειακή εταιρεία κατά τα έτη 2001 έως 2008.
Κατά το χρονικό αυτό διάστημα είχε καταβάλει για τη συμμετοχή του στις εκάστοτε αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου χρηματικές καταθέσεις τμηματικά οι οποίες ανέρχονταν στο ποσό των 2.837.061,94 ευρώ και άλλες 242.500 ευρώ για τη χρηματοδότησή της.
Πέραν αυτών των καταβολών ο πατέρας των εναγόντων υποβλήθηκε σε δαπάνες για την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών για την κατασκευή ξενοδοχείου στους Λειψούς το συνολικό ύψος των οποίων ανήλθε σε 590.462 ευρώ.
Συνολικά δηλαδή χρηματοδότησε την εναγομένη με 3.670.023,94 ευρώ.
Ο πατέρας των εναγόντων είχε συμφωνήσει με την εναγομένη πως οι καταβολές αυτές δεν αποτελούν χρέος της εταιρείας προς αυτόν αλλά καταθέσεις για μελλοντικές αυξήσεις του μετοχικού κεφαλαίου.
Ωστόσο, από το έτος 2003 έως το έτος 2013 οπότε και αποχώρησε ο πατέρας των εναγόντων από την εταιρεία σε όσες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου έλαβαν χώρα αυτός δεν συμμετείχε.
Ακολούθως το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι εφόσον ουδέποτε έλαβε χώρα η συμφωνηθείσα μεταξύ του πατέρα των εναγόντων και της εναγόμενης εταιρείας αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου, με την ανάληψη νέων μετοχών εκ μέρους του δια συμψηφισμού της αξίας τους με τα προαναφερθέντα χρηματικά ποσά που αυτός είχε εισφέρει στην εταιρεία, δικαιούται να αναζητήσει τα καταβληθέντα αυτά ποσά από την εναγόμενη κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού, αφού η τελευταία τα έλαβε για την ως άνω αιτία, η οποία όμως δεν επακολούθησε, ενώ ο πλουτισμός της διατηρείται και συνίσταται στην ταμειακή της διευκόλυνση με την απόκτηση ρευστότητας και στη χρηματοδότηση αυτής για την πραγματοποίηση των επιχειρηματικών της επιδιώξεων.
Το ποσό των 3.670.023,94 ευρώ συμψηφίστηκε με το ποσό των 888.000 ευρώ, στην ανάληψη του οποίου είχε προβεί το 2005 ο πατέρας των εναγόντων.
Έτσι το δικαστήριο έκρινε ότι η οφειλή της εναγόμενης προς τον πατέρα των εναγόντων ανέρχεται στο ποσό των 2.532.603,26 από την οποία οι ενάγοντες με την ιδιότητά τους ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι του πατέρα τους δικαιούνται ο καθένας το ½ της κληρονομιάς, δηλαδή το ποσό των 1.266.301,63 ευρώ έκαστος.
Τα αδέλφια από την Ιταλία εκπροσώπησαν οι δικηγόροι κκ. Γεώργιος Μαυρομάτης και Αλκαίος Σιβιτανίδης (Αθηνών).