Το Ευρωπαϊκό δικαστήριο σε πρόσφατη υπόθεση σχετικά με το ΦΠΑ, αποφάσισε ότι τα άρθρα 167 και 168 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ έχουν την έννοια ότι μια εταιρία η οποία έχει αγοράσει οικόπεδο και τα εντός αυτού προϋφιστάμενα κτίσματα με σκοπό να κατεδαφίσει τα κτίσματα αυτά προκειμένου να ανεγείρει συγκρότημα κατοικιών στο εν λόγω οικόπεδο δικαιούται να εκπέσει το ΦΠΑ που βαρύνει την αγορά των οικείων κτισμάτων.
Ιστορικό
Με συμβόλαιο πωλήσεως της 16ης Μαρτίου 2007, η GVM αγόρασε οικόπεδο και τα υφιστάμενα επ’ αυτού κτίσματα.
Δυνάμει του συμβολαίου αυτού, μεταβιβάστηκε ταυτόχρονα στην GVM και άδεια κατεδάφισης των εν λόγω κτισμάτων.
Βάσει της αδείας αυτής, η GVM εκτέλεσε εργασίες κατεδάφισης, για τις οποίες συντάχθηκε σχετικό πρωτόκολλο στις 30 Σεπτεμβρίου 2008.
Επιπλέον, στις 16 Απριλίου 2008, χορηγήθηκε στην GVM βεβαίωση της πολεοδομίας προκειμένου να ζητήσει την έκδοση οικοδομικής αδείας για την ανέγερση συγκροτήματος κατοικιών επί του οικοπέδου.
Η GVM εξέπεσε τον ΦΠΑ για τη συνολική επιφάνεια του οικοπέδου και των κτισμάτων που είχε αγοράσει και υπέβαλε δήλωση ΦΠΑ, η οποία πρωτοκολλήθηκε στην AFP στις 27 Οκτωβρίου 2007 και εμφάνιζε αρνητικό υπόλοιπο με επιλογή επιστροφής.
Κατόπιν διενέργειας φορολογικού ελέγχου, η AFP συνέταξε, στις 8 Μαΐου 2009, έκθεση φορολογικού ελέγχου και, στις 12 Μαΐου, εξέδωσε πράξη επιβολής φόρου κατά την οποία, λαμβανομένης υπόψη της κατεδάφισης των εν λόγω κτισμάτων, έπρεπε να διακανονιστεί ο σχετικός με τα κατεδαφισθέντα κτίσματα ΦΠΑ τον οποίο είχε εκπέσει η GVM.
Η υπόθεση κατέληξε στο Διοικητικό δικαστήριο το οποίο υπέβαλε στο Ευρωπαικό δικαστήριο τα ακόλουθα προδικαστικά ερωτήματα :
«1) Μπορεί η εκ μέρους εμπορικής εταιρίας υποκείμενης στον ΦΠΑ αγορά ενός οικοπέδου και των εντός αυτού προϋφιστάμενων κτισμάτων, τα οποία προορίζονται να κατεδαφισθούν προκειμένου να κατασκευασθεί συγκρότημα κατοικιών στο εν λόγω οικόπεδο, να αποτελεί, υπό το φως των διατάξεων των άρθρων 167 και 168 της οδηγίας [2006/112/EK], προπαρασκευαστική ενέργεια, συνδεόμενη με επενδυτικές δαπάνες για την ανέγερση του εν λόγω συγκροτήματος κατοικιών, ώστε να γεννάται δικαίωμα εκπτώσεως του βαρύνοντος την αγορά των επίδικων κτισμάτων ΦΠΑ;
2) Υπό το φως των διατάξεων του άρθρου 185, παράγραφος 2, της οδηγίας [2006/112/EK], υπόκειται η κατεδάφιση κατεδαφιστέων κτισμάτων τα οποία έχουν αγορασθεί μαζί με το οικόπεδο εντός του οποίου κείνται, με σκοπό την κατασκευή συγκροτήματος κατοικιών στο εν λόγω οικόπεδο, σε […] [διακανονισμό] του βαρύνοντος την αγορά των επίδικων κτισμάτων ΦΠΑ;»
Η απόφαση του Ευρωπαϊκού δικαστηρίου και τα βασικά σκεπτικά αυτής
Από το γράμμα του άρθρου 168 της οδηγίας 2006/112 προκύπτει ότι για να έχει ο ενδιαφερόμενος δικαίωμα έκπτωσης πρέπει, αφενός, να είναι «υποκείμενος στον φόρο» κατά την έννοια της οδηγίας αυτής και, αφετέρου, τα οικεία αγαθά και οι οικείες υπηρεσίες να έχουν χρησιμοποιηθεί για την πραγματοποίηση των φορολογουμένων πράξεών του .
Επιπλέον, το πρόσωπο που προβαίνει σε επενδυτικές δαπάνες με πρόθεση, που επιβεβαιώνεται από αντικειμενικά στοιχεία, να ασκήσει οικονομική δραστηριότητα κατά την έννοια του εν λόγω άρθρου 9, παράγραφος 1, πρέπει να θεωρείται ως υποκείμενος στον φόρο. Επομένως, έχει, υπ’ αυτή την ιδιότητά του, σύμφωνα με τα άρθρα 167 επ. της οδηγίας 2006/112, το δικαίωμα άμεσης έκπτωσης του ΦΠΑ που οφείλεται ή καταβλήθηκε επί των επενδυτικών δαπανών που πραγματοποιήθηκαν για τις ανάγκες των πράξεων στις οποίες σκοπεύει να προβεί και οι οποίες παρέχουν δικαίωμα προς έκπτωση.
Επομένως, η απόκτηση ενός αγαθού από υποκείμενο στον φόρο ο οποίος ενεργεί υπ’ αυτή την ιδιότητα είναι εκείνη που καθορίζει την εφαρμογή του συστήματος του ΦΠΑ και, επομένως, του μηχανισμού εκπτώσεως. Η ενεστώσα ή η σχεδιαζόμενη χρήση του αγαθού ή της υπηρεσίας καθορίζει μόνον την έκταση της αρχικής έκπτωσης στην οποία δικαιούται να προβεί ο υποκείμενος στον φόρο βάσει του άρθρου 168 της οδηγίας 2006/112 και την έκταση των τυχόν διακανονισμών κατά τις επόμενες περιόδους, οι οποίοι πρέπει να πραγματοποιηθούν υπό τους όρους που προβλέπουν τα άρθρα 184 επ. της ίδιας οδηγίας.
Στο πλαίσιο αυτό, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι, ελλείψει στοιχείων που ενέχουν απάτη ή κατάχρηση και υπό την επιφύλαξη ενδεχομένων διακανονισμών σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 185 της οδηγίας 2006/112, το δικαίωμα εκπτώσεως, εφόσον γεννηθεί, εξακολουθεί να υφίσταται ακόμη και αν η σχεδιαζόμενη οικονομική δραστηριότητα δεν οδήγησε σε φορολογούμενες πράξεις .
Τα εν λόγω κτίρια αγοράστηκαν μαζί με το οικόπεδο εντός του οποίου ανοικοδομήθηκαν, το οικόπεδο δε αυτό εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από την GVM για τις ανάγκες των φορολογούμενων πράξεών της. Υπό τις περιστάσεις αυτές, η αντικατάσταση απαρχαιωμένων εγκαταστάσεων από περισσότερο σύγχρονα κτίρια και η συνακόλουθη χρήση των κτιρίων αυτών για πράξεις στις οποίες επιβάλλεται φόρος εκροών ουδόλως καταλύουν την άμεση σχέση που υπάρχει μεταξύ, αφενός, της αγοράς των οικείων κτιρίων κατά το στάδιο των εισροών και, αφετέρου, των οικονομικών δραστηριοτήτων που ασκεί στη συνέχεια το υποκείμενο στον φόρο πρόσωπο. Επομένως, η αγορά των κτιρίων αυτών και η μετέπειτα καταστροφή τους ενόψει της κατασκευής περισσότερο σύγχρονων εγκαταστάσεων μπορούν να θεωρηθούν ως διαδοχικές πράξεις, συνδεόμενες μεταξύ τους, οι οποίες αποσκοπούν στη διενέργεια φορολογούμενων πράξεων, όπως ακριβώς και η αγορά καινούριων κτιρίων και η άμεση χρησιμοποίησή τους (βλ. απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 2012, C‑234/11, TETS Haskovo, σκέψη 34).
Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:
1) Τα άρθρα 167 και 168 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Νοεμβρίου 2006, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, έχουν την έννοια ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υπόθεσης της κύριας δίκης, μια εταιρία η οποία έχει αγοράσει οικόπεδο και τα εντός αυτού προϋφιστάμενα κτίσματα με σκοπό να κατεδαφίσει τα κτίσματα αυτά προκειμένου να ανεγείρει συγκρότημα κατοικιών στο εν λόγω οικόπεδο δικαιούται να εκπέσει τον φόρο προστιθέμενης αξίας που βαρύνει την αγορά των οικείων κτισμάτων.
2) Το άρθρο 185 της οδηγίας 2006/112 έχει την έννοια ότι, υπό περιστάσεις όπως αυτές της υπόθεσης της κύριας δίκης, η κατεδάφιση κτιρίων που αγοράστηκαν μαζί με το οικόπεδο εντός του οποίου ανοικοδομήθηκαν, η οποία πραγματοποιείται με σκοπό την ανέγερση συγκροτήματος κατοικιών αντί των κτιρίων αυτών, δεν συνεπάγεται υποχρέωση διακανονισμού της αρχικά πραγματοποιηθείσας έκπτωσης του φόρου προστιθέμενης αξίας σχετικά με την αγορά των εν λόγω κτιρίων.