Βαθμολογία κάτω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ενωσης δίνουν οι καταναλωτές στην Ελλάδα για αγαθά και υπηρεσίες, με τον χειρότερο βαθμό να λαμβάνουν οι υπηρεσίες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας, ενώ στις αμέσως επόμενες θέσεις βρίσκονται οι τραπεζικές χορηγήσεις και οι υπηρεσίες υδροδότησης. Η αρνητική εικόνα για τις παραπάνω υπηρεσίες σχετίζεται περισσότερο με το γεγονός ότι οι καταναλωτές στην Ελλάδα τις «βλέπουν» ως «πληγή» στο εισόδημά τους.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του Πίνακα Επιδόσεων Καταναλωτικών Αγορών για το 2018, που δημοσιοποίησε χθες η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο δείκτης επίδοσης της αγοράς στην Ελλάδα διαμορφώθηκε συνολικά στις 79 μονάδες, βελτιωμένος μεν κατά 0,8 μονάδες σε σύγκριση με το 2015, χαμηλότερος δε κατά 1,2 μονάδες από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο. Ειδικά σε ό,τι αφορά τον κλάδο των αγαθών ο δείκτης επίδοσης της αγοράς διαμορφώθηκε στην Ελλάδα στις 80,8 μονάδες, κατά 1,9 μονάδες κάτω από τον μέσο όρο της Ε.Ε.-28, ενώ ο έτερος επιμέρους δείκτης, ο δείκτης επίδοσης της αγοράς υπηρεσιών, διαμορφώθηκε στις 77,9 μονάδες, 0,8 μονάδες κάτω από τον μέσο όρο στην Ε.Ε. Ο δείκτης επίδοσης της αγοράς (Market Performance Indicator – MPI) κυμαίνεται σε μία κλίμακα από 0 έως 100.
Αρκετά ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι σε σύνολο 15 αγορών αγαθών που εξετάστηκαν στην Ελλάδα, μόνο μία λαμβάνει βαθμολογία πάνω από τον αντίστοιχο μέσο κοινοτικό όρο. Πρόκειται για την αγορά μεταχειρισμένων αυτοκινήτων (80,5 μονάδες, κατά 4,9 μονάδες πάνω από τον μέσο όρο στην Ε.Ε.) και έχει άμεση σχέση με το γεγονός ότι ο κλάδος αυτός προσφέρει σε καιρό κρίσης και χαμηλών εισοδημάτων περισσότερες επιλογές.
Την υψηλότερη επίδοση έχει η αγορά ηλεκτρονικών προϊόντων, 83,3 μονάδες, βρίσκεται όμως κατά 0,3 μονάδες κάτω από τον μέσο όρο στην Ε.Ε. Στον αντίποδα βρίσκεται η αγορά καυσίμων αυτοκινήτων, η οποία βαθμολογείται με μόλις 74 μονάδες, κατά 7,8 μονάδες χαμηλότερα από τον αντίστοιχο δείκτη στην Ε.Ε. Η διαμόρφωση του υποδείκτη αυτού σε τόσο χαμηλά επίπεδα έχει ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να αποτελεί μία από τις τρεις χώρες της Ε.Ε. που βρίσκονται στις τελευταίες θέσεις σε ό,τι αφορά τις επιδόσεις της αγοράς καυσίμων. Η εξέλιξη αυτή κάθε άλλο παρά άσχετη είναι με το υψηλό επίπεδο τιμών των πετρελαιοειδών στην Ελλάδα, ειδικά τα τελευταία χρόνια λόγω της αύξησης των έμμεσων φόρων, αλλά και με το εκτεταμένο φαινόμενο του λαθρεμπορίου και της νοθείας καυσίμων.
Εξαιρετικά δυσαρεστημένοι εμφανίζονται οι Ελληνες καταναλωτές από τις υπηρεσίες παροχής ηλεκτρικής ενέργειας. Ο εν λόγω υποδείκτης εμφανίζει τη χαμηλότερη επίδοση μεταξύ των 40 κατηγοριών υπηρεσιών και αγαθών που εξετάζονται στην έρευνα, καθώς διαμορφώθηκε στις 68,8 μονάδες. Η επίδοση αυτή είναι χαμηλότερη κατά 7,5 μονάδες από αυτήν του αντίστοιχου δείκτη σε επίπεδο Ε.Ε., αλλά και 0,8 μονάδες κάτω από την επίδοση στην Ελλάδα το 2015. Στις 79,6 μονάδες, 8 μονάδες κάτω από τον μέσο κοινοτικό όρο, διαμορφώνεται ο δείκτης επίδοσης της αγοράς τραπεζικών χορηγήσεων (δάνεια και πιστωτικές κάρτες). Οι χαμηλές αυτές επιδόσεις σχετίζονται περισσότερο με τη διάψευση προσδοκιών των καταναλωτών –υψηλοί λογαριασμοί ηλεκτρικού ρεύματος και αδυναμία λήψης πίστωσης– παρά με το χαμηλό επίπεδο εξυπηρέτησής τους.
Σε σύνολο 25 κατηγοριών υπηρεσιών οι έντεκα σημειώνουν επίδοση κάτω από τον μέσο κοινοτικό όρο.