Aναφορές με πληροφορίες ευαίσθητες για την κρατική ασφάλεια και προστασία πνευματικής ιδιοκτησίας
Στις δημοσιευθείσες την Πέμπτη, 25-10-2018 προτάσεις του ο νέος πρώτος γενικός εισαγγελέας ΔΕΕ Maciej Szpunar προτείνει στο Δικαστήριο να αποφανθεί ότι μία απλή στρατιωτική αναφορά δεν απολαύει της προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας βάσει των ενωσιακών διατάξεων περί πνευματικής ιδιοκτησίας και ειδικότερα της οδηγίας 2001/29/ΕΚ, για την εναρµόνιση ορισµένων πτυχών του δικαιώµατος του δηµιουργού και συγγενικών δικαιωµάτων στην κοινωνία της πληροφορίας.
Επιπλέον, ο γεν. εισαγγελέας Szpunar επισημαίνει ότι, πρώτον, μία τέτοια αναφορά δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να προστατευθεί ως έργο πνευματικής ιδιοκτησίας και, δεύτερον, σε περίπτωση που απολάμβανε τέτοιας προστασίας, το γεγονός αυτό θα συνιστούσε αδικαιολόγητο περιορισμό της ελευθερίας της έκφρασης.
Ιστορικό της υπόθεσης
Για λογαριασμό της Bundesrepublik Deutschland (Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας), καταρτίζεται μια εβδομαδιαία αναφορά για τις τυχόν επεμβάσεις των Bundeswehr (ομοσπονδιακών ενόπλων δυνάμεων, Γερμανία) στην αλλοδαπή και τις εξελίξεις στην εκάστοτε ζώνη επιχειρήσεων. Οι αναφορές αυτές, υπό την ονομασία «Unterrichtung des Parlaments» (προς ενημέρωση του Κοινοβουλίου, ή αλλιώς «UdP»), αποστέλλονται σε ορισμένους βουλευτές του Bundestag (Ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου, Γερμανία), σε μονάδες του Bundesministerium der Verteidigung (Ομοσπονδιακού Υπουργείου Άμυνας, Γερμανία) και σε άλλα ομοσπονδιακά υπουργεία, καθώς και σε ορισμένες υπηρεσίες υπαγόμενες στο Ομοσπονδιακό Υπουργείο Άμυνας. Οι UdP χαρακτηρίζονται ως «διαβαθμισμένα έγγραφα – Περιορισμένη πρόσβαση», που είναι ο χαμηλότερος βαθμός εμπιστευτικότητας. Παράλληλα, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δημοσιεύει συνοπτική εκδοχή των UdP υπό την ονομασία «Unterrichtung der Öffentlichkeit» (προς ενημέρωση του κοινού, ή αλλιώς «UdÖ»).
Η Funke Medien NRW, εταιρία που διέπεται από το γερμανικό δίκαιο, έχει την εκμετάλλευση της διαδικτυακής πύλης της καθημερινής εφημερίδας Westdeutsche Allgemeine Zeitung. Στις 27 Σεπτεμβρίου 2012 ζήτησε πρόσβαση στο σύνολο των UdP που είχαν συνταχθεί κατά την περίοδο από 1ης Σεπτεμβρίου 2001 έως 26 Σεπτεμβρίου 2012. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι η δημοσιοποίηση των πληροφοριών αυτών θα μπορούσε να έχει ιδιαιτέρως αρνητικές συνέπειες για τα ευαίσθητα, από απόψεως εθνικής ασφαλείας, συμφέροντα των ομοσπονδιακών ενόπλων δυνάμεων. Πλην όμως, η Funke Medien NRW απέκτησε, με άγνωστο τρόπο, μεγάλο μέρος των UdP και δημοσιοποίησε πολλά από αυτά υπό την ονομασία «Afghanistan-Papiere» (έγγραφα για το Αφγανιστάν).
Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν ζήτησε την άσκηση ποινικής δίωξης για τη δημοσίευση εμπιστευτικών πληροφοριών, εκτιμώντας ότι η απειλή για την εθνική ασφάλεια που προέκυψε από τη δημοσίευση των εγγράφων δεν ήταν τέτοιου βαθμού ώστε να δικαιολογηθεί επέμβαση στην ελευθερία της έκφρασης και στην ελευθερία του Τύπου.
Ωστόσο, η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, θεωρώντας ότι η Funke Medien NRW είχε προσβάλει το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας της επί των σχετικών στρατιωτικών αναφορών, άσκησε σε βάρος της αγωγή παραλείψεως ενώπιον των γερμανικών δικαστηρίων. Υπό τις συνθήκες αυτές, το Bundesgerichtshof (Ανώτατο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο) ζητεί από το Δικαστήριο να ερμηνεύσει το δίκαιο της ΕΕ περί πνευματικής ιδιοκτησίας, και συγκεκριμένα υπό το φως του θεμελιώδους δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 11 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων ΕΕ.
Προτάσεις του γεν. εισαγγελέα
Με τις προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας Maciej Szpunar υποστηρίζει ότι απλές στρατιωτικές αναφορές, όπως οι επίμαχες στην υπόθεση εν προκειμένω, δεν μπορούν να προστατευθούν βάσει του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως έχει εναρμονιστεί στο δίκαιο της Ένωσης.
Ο γενικός εισαγγελέας εκφράζει τις επιφυλάξεις του σχετικά με τον χαρακτηρισμό των εν λόγω αναφορών ως έργων άξιων προστασίας βάσει του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας. Παρατηρεί συγκεκριμένα ότι πρόκειται για έγγραφα αμιγώς πληροφοριακού χαρακτήρα, τα οποία συντάσσονται με τρόπο απολύτως ουδέτερο και τυποποιημένο, αναφέροντας με ακρίβεια τα γεγονότα ή ενημερώνοντας ότι κανένα ενδιαφέρον γεγονός δεν έχει συμβεί. Τέτοιες «ακατέργαστες» πληροφορίες, δηλαδή πληροφορίες που παρουσιάζονται ως έχουν, αποκλείονται από το πεδίο προστασίας του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, το οποίο δεν προστατεύει τις ιδέες αλλά τη μορφή με την οποία αυτή εκφράζονται. Οι ίδιες οι ιδέες (συμπεριλαμβανομένων και των «ακατέργαστων» πληροφοριών), αποσυνδεδεμένες από το έργο, μπορούν ως εκ τούτου να αναπαράγονται και να παρουσιάζονται ελεύθερα.
Εν τέλει, ο χαρακτηρισμός των επίδικων εγγράφων ως «έργων» καλυπτόμενων από το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας, όπως έχει εναρμονιστεί στο δίκαιο της Ένωσης, απόκειται αποκλειστικώς στα εθνικά δικαστήρια. Ο γενικός εισαγγελέας διατυπώνει την άποψη ότι τα υποβληθέντα προς το Δικαστήριο προδικαστικά ερωτήματα στην υπό κρίση υπόθεση είναι απαράδεκτα ως υποθετικά, καθόσον βασίζονται σε μια παραδοχή η οποία δεν έχει ελεγχθεί από το αιτούν δικαστήριο.
Για την περίπτωση που το Δικαστήριο δεν δεχθεί την πρότασή του αυτή, ο γενικός εισαγγελέας εξετάζει περαιτέρω το ερώτημα κατά πόσον το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας ενός κράτους μέλους αποτελεί λόγο στον οποίο μπορεί να στηριχθεί το κράτος μέλος αυτό προκειμένου να δικαιολογήσει τον περιορισμό του θεμελιώδους δικαιώματος της ελευθερίας της έκφρασης. Κατά την άποψή του, η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα πρέπει να είναι αρνητική.
Επισημαίνει ότι η προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα ορισμένων πληροφοριών με σκοπό τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας αποτελεί θεμιτό λόγο περιορισμού της ελευθερίας της έκφρασης.
Ωστόσο, η διαφορά της κύριας δίκης αφορά την προστασία των επίμαχων εγγράφων όχι ως εμπιστευτικών πληροφοριών, αλλά ως αντικειμένων πνευματικής ιδιοκτησίας.
Παρόλο που το κράτος μπορεί να απολαύει του αστικού δικαιώματος της ιδιοκτησίας, συμπεριλαμβανομένης της πνευματικής ιδιοκτησίας, δεν επιτρέπεται να επικαλείται το θεμελιώδες δικαίωμα της ιδιοκτησίας με σκοπό τον περιορισμό ενός άλλου θεμελιώδους δικαιώματος όπως η ελευθερία της έκφρασης. Το κράτος δεν είναι δικαιούχος των θεμελιωδών δικαιωμάτων αλλά υπόχρεο, όσον αφορά την τήρησή τους.
Επιπλέον, η προστασία στρατιωτικών αναφορών βάσει του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας δεν φαίνεται να είναι αναγκαία.
Μοναδικός στόχος της αγωγής που άσκησε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας στην υπόθεση της κύριας δίκης ήταν η προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα, όχι του συνόλου των επίδικων εγγράφων, δεδομένου ότι μια εκδοχή αυτών έχει δημοσιευθεί υπό τη μορφή των UdÖ, αλλά μόνον ορισμένων πληροφοριών που θεωρούνται ευαίσθητες. Ωστόσο, αυτό ουδόλως εμπίπτει στους σκοπούς του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας. Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας χρησιμοποιείται, συνεπώς, εν προκειμένω ως νομικό άλλοθι για την επιδίωξη στόχων που είναι εντελώς ξένοι προς αυτό.
Πρόσθετα, ο περιορισμός της ελευθερίας της έκφρασης τον οποίο συνεπάγεται η προστασία των επίμαχων εγγράφων βάσει του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας, όχι μόνο δεν είναι αναγκαίος σε μια δημοκρατική κοινωνία, αλλά θα ήταν εξαιρετικά επιβλαβής για αυτήν. Μια από τις σημαντικότερες διαστάσεις της ελευθερίας έκφρασης και της συνιστώσας της, της ελευθερίας του Τύπου, είναι ο έλεγχος της δημόσιας εξουσίας εκ μέρους των πολιτών, στοιχείο που είναι αναγκαίο σε όλες τις δημοκρατικές κοινωνίες. Ο έλεγχος όμως αυτός μπορεί να ασκείται, μεταξύ άλλων, διά της δημοσιοποιήσεως ορισμένων πληροφοριών ή ορισμένων εγγράφων, των οποίων το περιεχόμενο ή ακόμη και την ύπαρξη (ή την ανυπαρξία) η δημόσια εξουσία θα επιθυμούσε να αποκρύψει.
Ορισμένες πληροφορίες θα πρέπει ασφαλώς να παραμένουν απόρρητες, ακόμη και σε μια δημοκρατική κοινωνία, αν η διάδοσή τους συνιστά απειλή για τα ζωτικά συμφέροντα του κράτους και, κατά συνέπεια, και της ίδιας της κοινωνίας.
Πρέπει επομένως να διαβαθμίζονται και να προστατεύονται σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται προς το σκοπό αυτό, η εφαρμογή των οποίων θα υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. Ωστόσο, εκτός των διαδικασιών αυτών ή όταν το ίδιο το κράτος παραιτείται από την εφαρμογή τους, δεν είναι δυνατόν να του παρέχεται η δυνατότητα επικλήσεως του δικαιώματός του ως δημιουργού επί οποιουδήποτε εγγράφου με σκοπό την παρεμπόδιση του δημοσίου ελέγχου επί των δραστηριοτήτων του.
Υπενθυμίζεται ότι οι προτάσεις του γενικού εισαγγελέα δεν δεσμεύουν το Δικαστήριο. Έργο του γενικού εισαγγελέα είναι να προτείνει στο Δικαστήριο, με πλήρη ανεξαρτησία, νομική λύση για την υπόθεση που του έχει ανατεθεί. Η υπόθεση τελεί υπό διάσκεψη στο Δικαστήριο, ενώ η απόφαση θα εκδοθεί αργότερα.
Το πλήρες κείμενο των προτάσεων δημοσιεύεται στα γαλλικά στον ιστότοπο CURIA