Βασιλική Αθανασάκη, ΔΝ, ADIT, Δικηγόρος-Φορολογική Σύμβουλος, Επιστημονική Συνεργάτης έδρας Jean Monnet στη Ευρωπαϊκή Φορολογική Πολιτική και Διοίκηση (ΑΠΘ)
Εισαγωγή
Με βάση το ν. 4469/2017, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει δυνάμει του Ν. 4549/2018, παρέχεται πλέον η δυνατότητα 120 δόσεων για το διακανονισμό οφειλών επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ρυθμίσεις του νόμου αυτού υπάγονται και ληξιπρόθεσμες οφειλές στο Δημόσιο, προς τη Φορολογική Διοίκηση ή προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή προς άλλο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης. Με άλλα λόγια, οι διατάξεις του ως άνω νόμου ρυθμίζουν τη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης χρηματικών οφειλών προς οποιονδήποτε πιστωτή, οι οποίες είτε προέρχονται από την άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας του οφειλέτη, είτε αποτελούν οφειλές από άλλη αιτία, εφόσον η ρύθμιση των εν λόγω οφειλών κρίνεται από τους συμμετέχοντες στη διαδικασία απαραίτητη προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του οφειλέτη.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του πρόσφατου Ν. 4549/2018, από τον Αύγουστο του 2017 άρχισε να λειτουργεί ο εξωδικαστικός µηχανισµός ρύθµισης οφειλών επιχειρήσεων, τον οποίο εισήγαγε ο ν. 4469/2017(Α΄ 62). Μολονότι καθ’ όλο το χρονικό διάστηµα λειτουργίας του εξωδικαστικού µηχανισµού η Ειδική Γραµµατεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) αντιµετωπίζει τα προβλήµατα που παρουσιάζονται κατά την εφαρµογή του, επισηµάνθηκαν διάφορα θέµατα, τα οποία απαιτούν νοµοθετική ρύθµιση. Ως προς αυτά τα θέµατα το κεφάλαιο Α΄ του Ν. 4549/2018 επιδιώκει να βελτιώσει το πλαίσιο του εξωδικαστικού µηχανισµού, χωρίς πάντως να επηρεάζει τη γενική δοµή του.
Στις διατάξεις του εν λόγω νόμου μπορούν να υπαχθούν οφειλές μέχρι και το 2017, με βάση ρητή διάταξη του νόμου, σύμφωνα με την οποία «Στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης δεν υπάγονται οφειλές του οφειλέτη που έχουν γεννηθεί μετά την «31η Δεκεμβρίου 2017».
Ως προς τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης των οφειλών με βάση τις διατάξεις του Ν. 4469/2017, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει, θα πρέπει να σημειωθούν τα εξής:
Πεδίο εφαρμογής
Κάθε φυσικό πρόσωπο με πτωχευτική ικανότητα και κάθε νομικό πρόσωπο το οποίο αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, σύμφωνα με τα άρθρα 21 και 47 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013, Α`167) και έχει φορολογική κατοικία στην Ελλάδα μπορεί να υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών, εφόσον:
α) κατά την «31η Δεκεμβρίου 2017» είχε οφειλή προς χρηματοδοτικό φορέα από δάνειο ή πίστωση σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα (90) ημερών ή οφειλή που ρυθμίστηκε μετά την 1η Ιουλίου 2016 ή είχε ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη Φορολογική Διοίκηση ή προς Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης ή προς άλλο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, περιλαμβανομένων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, ή είχε βεβαιωθεί η μη πληρωμή επιταγών εκδόσεώς του λόγω μη επαρκούς υπολοίπου κατά το άρθρο 40 του ν. 5960/1933 (Α` 401) ή είχαν εκδοθεί διαταγές πληρωμής ή δικαστικές αποφάσεις λόγω ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων εις βάρος του,
β) οι συνολικές προς ρύθμιση οφειλές του ξεπερνούν το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000) ευρώ και
γ) πληροί τα κριτήρια επιλεξιμότητας του άρθρου 3.
Δεν έχουν δικαίωμα υπαγωγής στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών:
α) τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα, καθώς και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών πιστωτικών ή χρηματοδοτικών ιδρυμάτων που λειτουργούν στην Ελλάδα,
β) οι πάροχοι επενδυτικών υπηρεσιών, καθώς και τα υποκαταστήματα αλλοδαπών παρόχων επενδυτικών υπηρεσιών που λειτουργούν στην Ελλάδα,
γ) οι Οργανισμοί Συλλογικών Επενδύσεων σε Κινητές Αξίες (ΟΣΕΚΑ), καθώς και οι Οργανισμοί Εναλλακτικών Επενδύσεων (ΟΕΕ), καθώς και οι διαχειριστές αυτών,
δ) οι ασφαλιστικές εταιρίες.
ε) οι αθλητικές ανώνυμες εταιρείες.
Κριτήρια επιλεξιμότητας
Ο οφειλέτης που τηρεί απλογραφικό λογιστικό σύστημα, σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 3 του ν. 4308/2014, κρίνεται επιλέξιμος για υπαγωγή στην εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών του παρόντος νόμου, εφόσον έχει θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης του άρθρου 4.
Εφόσον ο οφειλέτης τηρεί διπλογραφικό λογιστικό σύστημα, θα πρέπει να πληροί μία από τις παρακάτω προϋποθέσεις σε μία τουλάχιστον από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης, δηλαδή σε μία από τις χρήσεις 2017, 2016, 2015, εφόσον η αίτηση θα υποβληθεί τώρα, εντός του 2018:
α) Να έχει θετικά αποτελέσματα προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (θετικό EBITDA δηλαδή) ή β) να έχει θετική καθαρή θέση (equity).
Αν βέβαια ένας οφειλέτης έχει θετικά αποτελέσματα και στις τρεις τελευταίες χρήσεις, ή συνδυάζει την απαίτηση για θετικά αποτελέσματα και το θετικό equity, αυτό θα είναι ένα στοιχείο που ενδεχομένως θα εκτιμηθεί θετικά για την υπαγωγή και για τον τελικό καθορισμό του συνολικού αριθμού των δόσεων.
Ομόρρυθμοι εταίροι εταιριών, οι οποίες πριν την έναρξη ισχύος του παρόντος υπέβαλαν αίτηση, εκκρεμή ή περατωθείσα, μπορούν να υποβάλουν αυτοτελώς αίτηση για ρύθμιση των δικών τους οφειλών. Στην περίπτωση αυτή οι περιορισμοί των παραγράφων 3 και 5 του άρθρου 2 του ν. 4469/2017 ισχύουν και ως προς το πρόσωπο του ομόρρυθμου εταίρου, ενώ οι περιορισμοί της παρ. 1 του άρθρου 2 και του άρθρου 3 του ν. 4469/2017 κρίνονται με βάση το πρόσωπο της εταιρείας. Στις περιπτώσεις αυτές η διαδικασία δεν απαιτείται να είναι ενιαία ούτε είναι απαραίτητος ο διορισμός του ίδιου συντονιστή.
Ποιοι δεν μπορούν να υπαχθούν
Φυσικό ή νομικό πρόσωπο δεν μπορεί να υποβάλει αίτηση για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών εφόσον:
α) έχει υποβάλει αίτηση ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου για υπαγωγή σε πτώχευση. Ειδικότερα, δεν υπάγεται πρόσωπο που έχει υποβάλει αίτηση ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου για υπαγωγή στις διατάξεις των άρθρων 62 επ. του ν. 4307/2014 (Α` 246) ή στις διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα (ν. 3588/2007, Α` 153), εκτός εάν έχει υπάρξει έγκυρη παραίτησή του από τις εν λόγω διαδικασίες μέχρι την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών ή
β) έχει εκδοθεί οριστική απόφαση υπαγωγής του οφειλέτη σε πτώχευση ή έχει συζητηθεί ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου η αίτηση υπαγωγής του στις παραπάνω διαδικασίες και εκκρεμεί η έκδοση δικαστικής απόφασης ή
γ) έχει διακόψει την επιχειρηματική του δραστηριότητα ή, σε περίπτωση νομικού προσώπου, βρίσκεται σε διαδικασία λύσης και εκκαθάρισης, εκτός εάν υποβληθεί δήλωση έναρξης εργασιών φυσικού προσώπου ή αποφασισθεί από το αρμόδιο όργανο του νομικού προσώπου η αναβίωσή του, πριν από την υποβολή της αίτησης για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών ή
δ) έχει καταδικασθεί με αμετάκλητη απόφαση το ίδιο το φυσικό πρόσωπο ή στην περίπτωση των νομικών προσώπων οι πρόεδροι ή οι διευθύνοντες σύμβουλοι ή οι διαχειριστές ή οι εταίροι ή και κάθε πρόσωπο εντεταλμένο είτε από το νόμο, είτε από ιδιωτική βούληση, είτε με δικαστική απόφαση στη διαχείριση αυτών για ένα από τα ακόλουθα αδικήματα:
αα) φοροδιαφυγή, εκτός αν αφορά μη απόδοση φόρου προστιθέμενης αξίας, φόρου κύκλου εργασιών, φόρου ασφαλίστρων, παρακρατούμενων και επιρριπτόμενων φόρων τελών ή εισφορών ή φόρου πλοίων,
ββ) νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, υπεξαίρεση, εκβίαση, πλαστογραφία, δωροδοκία, δωροληψία, λαθρεμπορία, καταδολίευση δανειστών, χρεοκοπία, ή απάτη, σε βαθμό κακουργήματος. Στην περίπτωση της απάτης, αν ο παθών είναι το Δημόσιο ή Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, αρκεί η καταδίκη σε βαθμό πλημμελήματος.
Επί νομικών προσώπων, η κατά τα ανωτέρω ποινική καταδίκη των παραπάνω προσώπων πρέπει να αφορά αξιόποινη πράξη που σχετίζεται με την επιχειρηματική δραστηριότητα του νομικού προσώπου το οποίο ζητεί την ένταξή του στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών.
Υποβολή αίτησης
Η αίτηση θα πρέπει να υποβληθεί από τον οφειλέτη και τυχόν λοιπούς συνοφειλέτες μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2018. Η αίτηση για την υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών υποβάλλεται από τον οφειλέτη ηλεκτρονικά στην Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) με τη χρήση ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η οποία τηρείται στην ιστοσελίδα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Ο νόμος αναφέρει επίσης ότι μέχρι τη λειτουργία της ειδικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας, οι αιτήσεις για υπαγωγή στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών υποβάλλονται σε έντυπη και ψηφιακή μορφή στις Διευθύνσεις Ανάπτυξης των Περιφερειακών Ενοτήτων. Τα συνοδευτικά της αίτησης έγγραφα και δικαιολογητικά υποβάλλονται αποκλειστικά σε ψηφιακή μορφή.
Περιεχόμενο αίτησης
Η αίτηση θα πρέπει να περιέχει υποχρεωτικά τα εξής:
α) πλήρη στοιχεία της επιχείρησης (επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., ΚΑΔ, τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), αναφορά στον κύκλο εργασιών του κατά την τελευταία χρήση πριν από την υποβολή της αίτησης και στις συνολικές υποχρεώσεις του έναντι των πιστωτών του, περιγραφή της δραστηριότητάς του, της οικονομικής του κατάστασης, των λόγων της οικονομικής του αδυναμίας και των προοπτικών της επιχείρησής του,
β) κατάλογο όλων των πιστωτών του με πλήρη στοιχεία (επωνυμία, διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση), των οφειλομένων ποσών ανά πιστωτή, της ημερομηνίας, αναφορικά με την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής, και των συνοφειλετών που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή
γ) την πρόταση του οφειλέτη για τον τρόπο ρύθμισης των οφειλών του, όπου αναφέρει τουλάχιστον το ποσό που είναι σε θέση να καταβάλει σε μηνιαία ή ετήσια βάση για την αποπληρωμή των οφειλών του, βασίζεται στα εκτιμώμενα έσοδα και έξοδα του οφειλέτη κατά τις επόμενες τρεις (3) τουλάχιστον χρήσεις. Η πρόταση θα πρέπει να αναφέρεται επίσης στα εξής:
– βασικά συμπεράσματα σχετικά με τη βιωσιμότητα της επιχείρησης του οφειλέτη,
– την αξία ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνοφειλετών που έχουν υποβάλει την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, εφόσον ο πιστωτής που υποβάλλει την αντιπρόταση δεν συναινεί με την αξία ρευστοποίησης που έχει δηλωθεί από τον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες,
– το ποσό που προτείνεται να καταβάλει ο οφειλέτης για την αποπληρωμή των οφειλών του, καθώς και το ποσό που προτείνεται να καταβάλουν οι συνοφειλέτες που έχουν συνυποβάλει αίτηση για την αποπληρωμή των οφειλών για τις οποίες ευθύνονται,
– το συνολικό ποσό που πρέπει να πληρωθεί σε κάθε πιστωτή με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, κατ` εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 και του άρθρου 15, βάσει συνημμένου πίνακα κατάταξης.
δ) τα στοιχεία που απαιτούνται για την αξιολόγηση της επιλεξιμότητάς του (θετικό EBITDA και equity τριών τελευταίων χρήσεων, όπως προαναφέρθηκε).
Συνοδευτικά στοιχεία που υποβάλλονται με την αίτηση
Τα λοιπά συνοδευτικά στοιχεία που συνυποβάλλονται είναι τα εξής:
1) κατάλογος των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη με αναφορά στην εκτιμώμενη εμπορική αξία τους, έτσι ώστε να μπορεί να προσδιορισθεί η αξία ρευστοποίησης της περιουσίας του,
2) πλήρης περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόμενο ποσό, σειρά, δημόσιο βιβλίο) που είναι εγγεγραμμένα επί των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη,
3) πλήρη στοιχεία κάθε συνοφειλέτη (επωνυμία, πλήρη διεύθυνση, Α.Φ.Μ., τηλέφωνο, ηλεκτρονική διεύθυνση).
4) δήλωση για κάθε μεταβίβαση ή επιβάρυνση περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη που έγινε εντός των τελευταίων πέντε (5) ετών πριν από την υποβολή της αίτησης και για κάθε καταβολή μερίσματος από τον οφειλέτη προς τους μετόχους ή εταίρους ή άλλη συναλλαγή, εκτός των τρεχουσών συναλλαγών της επιχείρησης, που έγινε εντός των τελευταίων 24 μηνών πριν από την υποβολή της αίτησης,
5) στοιχεία κάθε νομικού προσώπου συνδεδεμένου με τον οφειλέτη με ημερομηνία σύστασης μεταγενέστερη της 1ης Ιανουαρίου 2012, καθώς και πλήρη στοιχεία ακινήτων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων που τυχόν μεταβιβάστηκαν από τον οφειλέτη ή τους συνοφειλέτες σε πρόσωπα συνδεδεμένα με τον οφειλέτη μετά την 1η Ιανουαρίου 2012,
6) κατάλογος των προσώπων που αμείβονται από τον οφειλέτη και τα οποία αποτελούν συνδεδεμένα πρόσωπα με αυτόν, καθώς και ανάλυση των αμοιβών αυτών κατά τους τελευταίους 24 μήνες πριν από την υποβολή της αίτησης.
7) Ο οφειλέτης μπορεί να συνοδεύει την αίτησή του με οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, στοιχείο ή πληροφορία, την οποία θεωρεί σημαντική για την επιτυχία της διαδικασίας.
8) δήλωση εισοδήματος φυσικών προσώπων (E.1) ή δήλωση φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων (Ν ή Ε.5 ή Φ01.010 ή Φ01.013) των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών,
9) κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε.3) των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών,
10) συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών και προμηθευτών των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών,
11) δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε.9), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της,
12) πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος (εκκαθαριστικό) του τελευταίου φορολογικού έτους,
13) πράξη διοικητικού προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του τελευταίου φορολογικού έτους,
14) τελευταία περιοδική δήλωση ΦΠΑ (Φ2), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της,
15) καταστάσεις βεβαιωμένων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση και προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, οι οποίες πρέπει να έχουν εκδοθεί εντός των τελευταίων τριών (3) μηνών πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης,
16) χρηματοοικονομικές καταστάσεις του άρθρου 16 του ν. 4308/2014 (Α` 251) των τελευταίων πέντε (5) περιόδων, οι οποίες πρέπει να είναι δημοσιευμένες, εφόσον προβλέπεται αντίστοιχη υποχρέωση,
17) προσωρινό ισοζύγιο τελευταίου μηνός τεταρτοβάθμιων λογαριασμών του αναλυτικού καθολικού της γενικής λογιστικής, εφόσον προβλέπεται η κατάρτισή του,
18) αντίγραφο ποινικού μητρώου γενικής χρήσης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συμβουλίου και του διευθύνοντος συμβούλου για ανώνυμες εταιρείες
19) πιστοποιητικό περί μη πτώχευσης από το αρμόδιο Πρωτοδικείο,
20) πιστοποιητικό περί μη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης από το αρμόδιο Πρωτοδικείο,
21) πιστοποιητικό περί μη λύσης της εταιρείας από το Γ.Ε.ΜΗ., εφόσον ο οφειλέτης είναι νομικό πρόσωπο,
22) πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης του οφειλέτη ή του πρόεδρου του διοικητικού συμβουλίου και του διευθύνοντος συμβούλου για ανώνυμες εταιρείες.
Σύμφωνα με την υπ’ αρ. 64182/15-6-2018 (ΦΕΚ 2277 Β΄) ΚΥΑ των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης και Οικονομικών, για τα στοιχεία που ανακτώνται αυτόματα από τη βάση δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης και του Κ.Ε.Α.Ο. δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής τους από τον οφειλέτη, παρά μόνο σε περίπτωση που, για οποιοδήποτε λόγο, δεν ανακτηθούν αυτόματα, ενώ ο οφειλέτης οφείλει να μεταφορτώσει στο Σύστημα μεταξύ άλλων πιστοποιητικά βαρών όλων των ακινήτων και έντυπο ΑΑ ΓΗΣ για την αξία γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης και οικισμού για το οποίο δεν προσδιορίζεται ΕΝ.Φ.Ι.Α. και δεν προσκομίζεται έκθεση εκτιμητή ακινήτων. Δηλαδή πρακτικά, τα στοιχεία τα οποία ανακτώνται αυτόματα από τη βάση δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης και δεν χρειάζεται ο οφειλέτης να τα προσκομίσει είναι τα ακόλουθα:
α) Δήλωση εισοδήματος φυσικών προσώπων (Ε.1) ή δήλωση φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων (Ν ή Ε.5 ή Φ01.010 ή Φ01.013) των τελευταίων πέντε φορολογικών ετών.
β) Κατάσταση οικονομικών στοιχείων από επιχειρηματική δραστηριότητα (Ε.3) των τελευταίων πέντε φορολογικών ετών.
γ) Συγκεντρωτικές καταστάσεις πελατών και προμηθευτών των τελευταίων πέντε (5) φορολογικών ετών.
δ) Δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε.9), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της.
ε) Πράξη διοικητικού προσδιορισμού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του τελευταίου φορολογικού έτους.
στ) Πράξη διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος (εκκαθαριστικό) του τελευταίου φορολογικού έτους.
ζ) Τελευταία περιοδική δήλωση ΦΠΑ (Φ2), εφόσον προβλέπεται η υποχρέωση υποβολής της.
η) Κατάσταση βεβαιωμένων οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση.
θ) Αριθμός και ύψος των δόσεων καταβολής των οφειλών προς το Δημόσιο βάσει υφιστάμενων ρυθμίσεων.
Τα έγγραφα των σημείων α έως ζ αντλούνται αυτόματα εκκινώντας από την τελευταία διαθέσιμη έκδοσή τους, εφόσον δεν έχει παρέλθει η αντίστοιχη προθεσμία υποβολής τους βάσει της κείμενης νομοθεσίας. Μετά την παρέλευση των προβλεπόμενων προθεσμιών η αυτόματη άντληση των εγγράφων εκκινεί από την τελευταία έκδοση για την οποία υπάρχει υποχρέωση υποβολής. Για τα δικαιολογητικά αυτά δεν υπάρχει υποχρέωση υποβολής τους από τον οφειλέτη, παρά μόνο σε περίπτωση που, για οποιοδήποτε λόγο, δεν ανακτηθούν αυτόματα από τη βάση δεδομένων της Φορολογικής Διοίκησης.
Επιπλέον προβλέπεται ότι τα πιστοποιητικά βαρών θα προσκομίζονται σε δεύτερη φάση – δηλαδή μέχρι τη λήξη της προθεσμίας της παρ. 3 του αρ. 8 του ν.4469/2017 (προθεσμία διορισμού εμπειρογνώμονα) ενώ το αντίγραφο ποινικού μητρώου γενικής χρήσης, το πιστοποιητικό περί μη πτώχευσης και περί μη κατάθεσης αίτησης πτώχευσης από το αρμόδιο Πρωτοδικείο, το πιστοποιητικό περί μη λύσης εταιρείας από το Γ.Ε.ΜΗ. (για νομικά πρόσωπα) και το πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης μπορούν να υποβληθούν το αργότερο έως την παρέλευση της προθεσμίας για την υποβολή αντιπροτάσεων (παρ. 4 του αρ.8 ν.4469/17) – επίσης σε δεύτερη φάση. Στις περιπτώσεις αυτές ο οφειλέτης υποχρεούται να δηλώσει ότι θα προσκομίσει τα απαιτούμενα έγγραφα και να επισυνάψει αποδεικτικά ότι έχει αιτηθεί την έκδοσή τους. Σε περίπτωση που τα πιστοποιητικά βαρών δε δύναται να προσκομιστούν εντός της προθεσμίας για λόγους ανωτέρας βίας, δύναται να αντικατασταθούν από ενυπόγραφη βεβαίωση δικηγόρου αναφορικά με τα βάρη των ακινήτων του οφειλέτη.
Διαδικασία
Εντός δύο εργάσιμων ημερών από την κατάθεση της αίτησης, η Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διορίζει συντονιστή της διαδικασίας από το μητρώο συντονιστών που τηρείται στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.. Προτιμάται συντονιστής με έδρα εντός της Περιφερειακής Ενότητας, στην οποία έχει την έδρα του ο οφειλέτης.
Ο συντονιστής ειδοποιεί την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. για την ανάληψη των καθηκόντων του, ελέγχει την πληρότητα της αίτησης και των συνοδευτικών εγγράφων και αν ο φάκελος της αίτησης δεν είναι πλήρης, καλεί τον οφειλέτη να καταθέσει εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών τα έγγραφα που λείπουν. Αν ο φάκελος δεν συμπληρωθεί εμπρόθεσμα, η διαδικασία θεωρείται περαιωθείσα ως άκαρπη και ο συντονιστής συντάσσει πρακτικό αποτυχίας της διαδικασίας το οποίο αποστέλλει ηλεκτρονικά στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. και στον αιτούντα. Μετά τη διαπίστωση της πληρότητας της αίτησης ή τη συμπλήρωση του φακέλου, ο συντονιστής εκδίδει υπογεγραμμένη βεβαίωση με την οποία πιστοποιεί την πληρότητα της αίτησης και την αποστέλλει αυθημερόν στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.. Η ανωτέρω βεβαίωση πιστοποιείται ηλεκτρονικά από την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. και κοινοποιείται αυθημερόν στον οφειλέτη και στον συντονιστή. Μόλις ο συντονιστής διαπιστώσει ότι ο φάκελος είναι πλήρης, κοινοποιεί μέσα σε δύο ημέρες απόσπασμα της αίτησης σε όλους τους πιστωτές που αναφέρονται σε αυτήν
Ακολουθεί η διαδικασία διαπραγμάτευσης. Εντός δέκα (10) ημερών από την ημερομηνία κοινοποίησης της πρόσκλησης, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 7, οι πιστωτές αποστέλλουν στον συντονιστή σε ηλεκτρονική διεύθυνση που τους έχει κοινοποιήσει, δήλωση για την πρόθεσή τους να συμμετάσχουν στη διαδικασία. Οι πιστωτές που προτίθενται να συμμετάσχουν αποστέλλουν ηλεκτρονικά, νομίμως υπογεγραμμένη, τη δήλωση εμπιστευτικότητας και βεβαιώνουν το ποσό της συνολικής απαίτησής τους κατά του οφειλέτη κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 4.
Αν δεν υπάρχει απαρτία, η διαδικασία θεωρείται περαιωθείσα ως άκαρπη και ο συντονιστής συντάσσει πρακτικό αποτυχίας της διαδικασίας, το οποίο αποστέλλει ηλεκτρονικά στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ., στον αιτούντα και στους πιστωτές. Αν συγκεντρωθεί απαρτία, ο συντονιστής κοινοποιεί σε όλους τους συμμετέχοντες πιστωτές το πλήρες περιεχόμενο της αίτησης και τα συνοδευτικά της αίτησης έγγραφα και δικαιολογητικά και, όταν πρόκειται για οφειλέτη που υπάγεται στην κατηγορία της μικρής επιχείρησης, τάσσει προθεσμία πέντε (5) ημερών για την υποβολή πρότασης διορισμού εμπειρογνώμονα, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 11. Ταυτόχρονα ενημερώνει τον οφειλέτη για την έναρξη της διαδικασίας διαπραγμάτευσης.
Η αντιπρόταση που συντάσσει πιστωτής πρέπει κατ` ελάχιστον να περιέχει:
α) βασικά συμπεράσματα σχετικά με τη βιωσιμότητα της επιχείρησης του οφειλέτη,
β) την αξία ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη και των συνοφειλετών που έχουν υποβάλει την αίτηση από κοινού με τον οφειλέτη, εφόσον ο πιστωτής που υποβάλλει την αντιπρόταση δεν συναινεί με την αξία ρευστοποίησης που έχει δηλωθεί από τον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες,
γ) το ποσό που προτείνεται να καταβάλει ο οφειλέτης για την αποπληρωμή των οφειλών του, καθώς και το ποσό που προτείνεται να καταβάλουν οι συνοφειλέτες που έχουν συνυποβάλει αίτηση για την αποπληρωμή των οφειλών για τις οποίες ευθύνονται, εφόσον ο πιστωτής που υποβάλλει την αντιπρόταση δεν συναινεί με τα ποσά που προτάθηκαν από τον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες,
δ) το συνολικό ποσό που πρέπει να πληρωθεί σε κάθε πιστωτή με τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, κατ` εφαρμογή των υποχρεωτικών κανόνων του άρθρου 9 και του άρθρου 15, βάσει συνημμένου πίνακα κατάταξης.
Για την έγκριση πρότασης αναδιάρθρωσης οφειλών απαιτείται συμφωνία του οφειλέτη και πλειοψηφία τριών πέμπτων (3/5) των συμμετεχόντων πιστωτών, στους οποίους συμπεριλαμβάνεται ποσοστό δύο πέμπτων (2/5) των συμμετεχόντων πιστωτών με ειδικό προνόμιο. Αν εγκριθεί η πρόταση αναδιάρθρωσης οφειλών, υπογράφεται με επιμέλεια του συντονιστή μεταξύ των συναινούντων πιστωτών και του οφειλέτη η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Η υπογραφή της σύμβασης αναδιάρθρωσης με μηχανικό μέσο ή ηλεκτρονικό τρόπο είναι επαρκής. Ο συντονιστής αποστέλλει αντίγραφο της υπογεγραμμένης σύμβασης αναδιάρθρωσης σε όλους τους συμμετέχοντες πιστωτές και στον οφειλέτη. Αν δεν επιτευχθεί συμφωνία μετά το πέρας των ψηφοφοριών της παραγράφου 6, η διαδικασία θεωρείται περαιωθείσα ως άκαρπη και ο συντονιστής συντάσσει πρακτικό αποτυχίας της διαδικασίας, το οποίο αποστέλλει ηλεκτρονικά στον αιτούντα και στους πιστωτές. Η εκπροσώπηση του οφειλέτη ή κάθε συμμετέχοντος πιστωτή από δικηγόρο είναι προαιρετική.
Μετά το πέρας της διαδικασίας ο συντονιστής καταρτίζει πρακτικό περαίωσής της στο οποίο αναφέρει υποχρεωτικά:
α) την ύπαρξη απαρτίας των συμμετεχόντων πιστωτών, β) πρόσθετα έγγραφα και στοιχεία που χορηγήθηκαν από τον οφειλέτη στους συμμετέχοντες πιστωτές, γ) τη σύμφωνη γνώμη του οφειλέτη στα σχέδια σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών που τέθηκαν σε ψηφοφορία, δ) τα σχέδια σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών που τέθηκαν σε ψηφοφορία, ε) τα ποσοστά πλειοψηφίας για την λήψη απόφασης από τους συμμετέχοντες πιστωτές σχετικά με την έγκριση σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών, στ) διαβεβαίωση του συντονιστή ότι κατά τη διαδικασία διαπραγμάτευσης τηρήθηκαν οι διατάξεις του παρόντος νόμου και των κατ` εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων, ζ) ενστάσεις συμμετεχόντων πιστωτών που καταψήφισαν. Το πρακτικό υπογράφεται από τον συντονιστή και αποστέλλεται ηλεκτρονικά στον οφειλέτη και τους συμμετέχοντες πιστωτές και φυλάσσεται από τον συντονιστή. Κάθε μέρος που μετείχε στην διαδικασία, καθώς και οποιοσδήποτε μη συμμετέχων πιστωτής ή συνοφειλέτης δικαιούται να λάβει από τον συντονιστή αντίγραφο του πρακτικού περαίωσης της διαπραγμάτευσης.
Ο οφειλέτης ή ο συμμετέχων πιστωτής μπορεί να υποβάλει στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου έχει έδρα ο οφειλέτης, αίτηση για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών. Η υπόθεση εκδικάζεται κατά τις διατάξεις της εκούσιας δικαιοδοσίας. Οι παρεμβάσεις, πρόσθετες ή κύριες, ασκούνται αποκλειστικά με κατάθεση προτάσεων κατά τη συζήτηση της αίτησης στο ακροατήριο χωρίς τήρηση προδικασίας. Η συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται εντός δύο (2) μηνών από την κατάθεση. Η απόφαση του δικαστηρίου δημοσιεύεται εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία της συζήτησης. Αν η αίτηση επικύρωσης απορριφθεί τελεσίδικα, η σύμβαση αναδιάρθρωσης παύει να ισχύει έναντι όλων και εφαρμόζεται αναλόγως η παράγραφος 2 του άρθρου 14. Κατά της απόφασης του δικαστηρίου που επικυρώνει τη σύμβαση δεν επιτρέπεται άσκηση οποιουδήποτε ένδικου μέσου ή τριτανακοπής. Κατά της απόφασης που απορρίπτει την αίτηση για την επικύρωση επιτρέπεται η άσκηση έφεσης. Η απόφαση για την επικύρωση καταλαμβάνει το σύνολο των απαιτήσεων του οφειλέτη που ρυθμίζονται στη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών και δεσμεύει τον οφειλέτη και το σύνολο των πιστωτών, ανεξαρτήτως συμμετοχής τους στη διαπραγμάτευση ή τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών. Η απόφαση για την επικύρωση αποτελεί τίτλο εκτελεστό. Αν ο οφειλέτης είναι πρόσωπο εγγεγραμμένο στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο σύμφωνα με το ν. 3419/2005 (Α` 297), η απόφαση για την επικύρωση καταχωρίζεται και δημοσιεύεται στο διαδικτυακό τόπο του Γ.Ε.ΜΗ. με επιμέλεια και δαπάνες του αιτούντος. Για τους λοιπούς οφειλέτες η ανωτέρω δημοσίευση γίνεται στην ιστοσελίδα της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. Αξίζει να σημειωθεί ότι από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 4 και έως την ολοσχερή εξόφληση των οφειλών που ρυθμίζονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης ή την ακύρωσή της κατά το άρθρο 14, αναστέλλεται η παραγραφή των ρυθμιζόμενων οφειλών.
Με την επιφύλαξη της παραγράφου 6, αν ο οφειλέτης δεν καταβάλει προς οποιονδήποτε πιστωτή οποιοδήποτε οφειλόμενο ποσό σύμφωνα με τους όρους της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των ενενήντα (90) ημερών, ο πιστωτής δικαιούται να ζητήσει την ακύρωση της συμφωνίας ως προς όλους, καταθέτοντας αίτηση στο δικαστήριο που επικύρωσε τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών ή στο Πολυμελές Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου έχει έδρα ο οφειλέτης, αν η σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών δεν έχει επικυρωθεί σύμφωνα με το άρθρο 12. Η αίτηση εκδικάζεται κατά τις διατάξεις της εκούσιας δικαιοδοσίας. Με την ακύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών αναβιώνουν οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά του οφειλέτη και των συνοφειλετών. Ποσά που καταβλήθηκαν σε εκτέλεση της σύμβασης αναδιάρθρωσης αφαιρούνται από τις απαιτήσεις που αναβίωσαν. Μετά την άσκηση της αίτησης ακύρωσης της συμφωνίας, κάθε πιστωτής μπορεί να ζητήσει από το Μονομελές Πρωτοδικείο της περιφέρειας εντός της οποίας έχει έδρα ο οφειλέτης, να ληφθούν ασφαλιστικά μέτρα, σύμφωνα με την κατάσταση που υπήρχε πριν από τη σύναψη της υπό ακύρωση συμφωνίας, εφόσον πιθανολογείται ανεπανόρθωτη βλάβη του αιτούντος πιστωτή. Η αίτηση εκδικάζεται κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ. του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Αν η αίτηση υποβάλλεται από την πλειοψηφία των πιστωτών, το δικαστήριο διατάσσει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων. ακύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών αποτελεί μαχητό τεκμήριο για την παύση πληρωμών του οφειλέτη.
Να σημειωθεί ότι για την ένταξη οφειλών προς το Δημόσιο και τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης στο μηχανισμό ρύθμισης του νόμου 44692017 εφαρμόζονται πέραν των κανόνων του άρθρου 9 και οι ειδικότεροι υποχρεωτικοί κανόνες του άρθρου 9 του Ν. 4469/2017, όπου, μεταξύ άλλων, αναφέρονται άκυροι όροι σύμβασης αναδιάρθρωσης και ορίζεται ότι επί των οφειλών προς το Δημόσιο που ρυθμίζονται δυνάμει της σύμβασης αναδιάρθρωσης δεν υπολογίζονται περαιτέρω τόκοι ή προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης αναδιάρθρωσης και κατά τη διάρκεια ισχύος αυτής, δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα του άρθρου 57 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013), και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε. Μάλιστα, από την ημερομηνία υπογραφής από το Δημόσιο της εγκριθείσας σύμβασης αναδιάρθρωσης ή, σε περίπτωση δικαστικής επικύρωσης, από την κοινοποίηση στο Δημόσιο της δικαστικής απόφασης με την οποία επικυρώθηκε σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών, για τις υπαγόμενες στη σύμβαση οφειλές:
α) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για τις ληξιπρόθεσμες δόσεις της σύμβασης,
β) αναστέλλεται η ποινική δίωξη για το αδίκημα του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α`43) και αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο αυτό ή, εφόσον άρχισε, η εκτέλεσή της διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα της αναστολής της ποινικής δίωξης αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήματος, χωρίς να ισχύει ο χρονικός περιορισμός της παραγράφου 3 του άρθρου 113 του Π.Κ..
Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της σύμβασης και υπό την προϋπόθεση ότι: α) έχει εξοφληθεί τουλάχιστον η πρώτη δόση της ρύθμισης δυνάμει αυτής, β) έχουν εξοφληθεί ή τακτοποιηθεί με νόμιμο τρόπο, με αναστολή είσπραξης ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οι μη υπαγόμενες στη σύμβαση οφειλές και γ) έχουν υποβληθεί όλες οι δηλώσεις που προβλέπονται στην περίπτωση β` της παραγράφου 6 του άρθρου 14, μετά από αίτηση του οφειλέτη, η Φορολογική Διοίκηση αποφασίζει ότι οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων σε βάρος του οφειλέτη δεν καταλαμβάνουν μελλοντικές απαιτήσεις. Η απόφαση αυτή εκδίδεται ανεξάρτητα από το εάν οι κατασχέσεις επιβλήθηκαν για υπαγόμενες ή μη στη σύμβαση οφειλές και γνωστοποιείται στον τρίτο. Ποσά απαιτήσεων που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση, αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο, ενώ ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν από αυτή αποδίδονται στο Δημόσιο. Αν ανατραπεί ή ακυρωθεί η σύμβαση, οι ανωτέρω κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους, αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, από τη γνωστοποίηση της ανατροπής στον τρίτο. Τυχόν αποκτηθέντα δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Οι κατασχέσεις στα χέρια τρίτων, που έχουν επιβληθεί αποκλειστικά για οφειλές υπαγόμενες στη σύμβαση, αίρονται μετά από αίτηση του οφειλέτη, εφόσον έχει εξοφληθεί ποσοστό τουλάχιστον εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%) του συνολικού προς καταβολή στο Δημόσιο ποσού της σύμβασης. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω εδαφίων, ποσά που έχουν αποδοθεί στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται.
Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας στον οφειλέτη και τους συνοφειλέτες που δεσμεύονται από τη σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών εφαρμόζεται το άρθρο 12 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013) και των κανονιστικών πράξεων που εκδίδονται κατ` εξουσιοδότηση αυτού. Η ρύθμιση οφειλών στο πλαίσιο του παρόντος νόμου θεωρείται ως ρύθμιση τμηματικής καταβολής για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου. Για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν προς διαγραφή οφειλές, όπως αυτές προσδιορίζονται στην ανωτέρω σύμβαση.
Να σημειωθεί, τέλος, ότι τα ευεργετήματα της ρύθμισης επεκτείνονται σε πρόσωπα που ευθύνονται αλληλεγγύως με τον οφειλέτη του πρώτου εδαφίου για το σύνολο ή μέρος των ρυθμιζόμενων οφειλών και υποβάλλουν αίτηση ρύθμισης από κοινού με αυτόν. Να σημειωθεί επίσης ότι με την επιφύλαξη της παραγράφου 21 του άρθρου 15, αν οι απαιτήσεις ενός πιστωτή υπερβαίνουν ποσοστό 85% των συνολικών απαιτήσεων κατά του οφειλέτη, η αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία εξωδικαστικής ρύθμισης του παρόντος μετά την υποβολή της, σύμφωνα με το άρθρο 4, προωθείται στον εν λόγω πιστωτή για διμερή διαπραγμάτευση. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζονται τα άρθρα 6 έως 14, με την εξαίρεση της παραγράφου 7 του άρθρου 9. Ο πιστωτής ενημερώνει την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.) εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία προώθησης της αίτησης για την ολοκλήρωση ή μη της διαπραγμάτευσης και σε καταφατική περίπτωση για την επίτευξη ή μη συμφωνίας με τον οφειλέτη. Αν η διαπραγμάτευση ολοκληρωθεί μετά την ενημέρωση του προηγούμενου εδαφίου, ο πιστωτής ενημερώνει την Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. μέσα σε έναν (1) μήνα από την ολοκλήρωση της διαπραγμάτευσης για την επίτευξη ή μη συμφωνίας.
Λοιπές πληροφορίες
– Η αξία των ακινήτων τα οποία δηλώνονται στην αίτηση καθορίζεται με βάση έκθεση εκτιμητή ακινήτων, την οποία συνυποβάλλει ο οφειλέτης με την αίτησή του. Αν ο οφειλέτης δεν προσκομίσει έκθεση από εκτιμητή, ως αξία των ακινήτων στην αίτηση δηλώνεται η αξία που λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του ΕΝΦΙΑ.
– Με την αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία παρέχεται από τον οφειλέτη άδεια για κοινοποίηση στον συντονιστή, τον εμπειρογνώμονα και τους συμμετέχοντες πιστωτές, επεξεργασία και διασταύρωση από αυτούς των δεδομένων του, τα οποία περιλαμβάνονται στην αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα, όσο και άλλων δεδομένων του που βρίσκονται στην κατοχή των συμμετεχόντων πιστωτών για τους σκοπούς της διαδικασίας εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών. Η άδεια του προηγούμενου εδαφίου συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων και του φορολογικού απορρήτου. Επίσης, με την αίτηση υπαγωγής παρέχεται από τον οφειλέτη άδεια για κοινοποίηση σε όλους τους πιστωτές των στοιχείων που περιλαμβάνονται στο απόσπασμα της αίτησης, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 7.
– Η αίτηση υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α` 75) του οφειλέτη για την ακρίβεια και την πληρότητα του περιεχομένου της αίτησης και των υποβληθέντων εγγράφων. Ο οφειλέτης ενημερώνεται κατά την υποβολή της αίτησης για τις συνέπειες της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης, όπως αυτές προβλέπονται στην παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 1599/1986.
– Για να έχει ο οφειλέτης τα ευεργετήματα του νόμου αυτού (αναστολή ποινικών διώξεων, μη υπολογισμός επιπλέον προσαυξήσεων, αναστολή της λήψης αναγκαστικών μέτρων και συνέχισης της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων κατά του οφειλέτη κλπ) θα πρέπει να έχει υπογραφεί η σύμβαση αναδιάρθρωσης με το Δημόσιο ή να έχει κοινοποιηθεί στο Δημόσιο η δικαστική απόφαση με την οποία επικυρώθηκε σύμβαση αναδιάρθρωσης οφειλών.
– Ωστόσο, ήδη μερικές μέρες μετά την κατάθεση της αίτησης, εφόσον διαπιστωθεί ότι ο φάκελος είναι πλήρης αναστέλλονται αυτοδικαίως τα μέτρα, εκκρεμή ή μη, ατομικής και συλλογικής αναγκαστικής εκτέλεσης κατά του οφειλέτη για την ικανοποίηση των απαιτήσεων, των οποίων ζητείται η εξωδικαστική ρύθμιση, καθώς και η λήψη οποιουδήποτε ασφαλιστικού μέτρου κατά του οφειλέτη.
– Το ίδιο ισχύει και στο επόμενο στάδιο μετά τη σύναψη της συμφωνίας δηλαδή από την κατάθεση της αίτησης για την επικύρωση της σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών και έως την έκδοση απόφασης από το αρμόδιο δικαστήριο για την επικύρωση ή μη της συμφωνίας αναδιάρθρωσης.
Κριτική αποτίμηση
Η θέσπιση δυνατότητας εξωδικαστικού μηχανισμού ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων, και ελευθέρων επαγγελματιών και μάλιστα μέχρι 120 δόσεις αποτιμάται σίγουρα θετικά, ενόψει του γεγονότος ότι η χώρα πλήττεται ακόμα από τις δυσμενείς συνέπειες της πολύ σοβαρής οικονομικής κρίσης, η οποία επέφερε κατ’ επέκταση κατακόρυφη αύξηση της φορολογίας. Η διευκόλυνση επιχειρήσεων και ελευθέρων επαγγελματιών να διακανονίσουν τις οφειλές τους προς το σύνολο των πιστωτών τους, συμπεριλαμβανομένου μάλιστα του Δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης υπό τις ειδικότερες προϋποθέσεις που τάσσει ο νόμος, αξιολογείται ως μία αξιοσημείωτη εξέλιξη. Στα αρνητικά των ρυθμίσεων ίσως θα μπορούσε να αναφερθεί η έντονα φορμαλιστική και γραφειοκρατική διαδικασία, η οποία ενδεχομένως θα μπορούσε να επιφέρει καθυστερήσεις και αυξημένο διοικητικό και διαχειριστικό κόστος για τους οφειλέτες που επιθυμούν να συμμορφωθούν και να είναι συνεπείς στις υποχρεώσεις του καθώς και τα αυστηρά – κατά κάποιο τρόπο – κριτήρια επιλεξιμότητας. Ωστόσο, δεν μπορεί να παραγνωρισθεί το γεγονός ότι σίγουρα ο συγκεκριμένος μηχανισμός θα αποτελέσει σημαντικό εργαλείο για τη διευθέτηση των οφειλών των υπαγόμενων προσώπων, κατόπιν διαπραγμάτευσης με τους πιστωτές τους και εφόσον παρουσιάσουν ένα συνεκτικό και ρεαλιστικό business plan, με ένα αρκετά μεγάλο αριθμό δόσεων, που μπορεί πράγματι να οδηγήσει στην αποτελεσματική ρύθμιση του χρέους με τον εξορθολογισμό της μηνιαίας οφειλής. Στα πλεονεκτήματα του θεσμού σίγουρα συμπεριλαμβάνεται η δυνατότητα υπαγωγής χρεών και προς το Δημόσιο και τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης, τη στιγμή μάλιστα που η αντίστοιχη ρύθμιση του άρθρου 43 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν. 4174/2013) προβλέπει τη δυνατότητα αποπληρωμής σε μόνο δώδεκα δόσεις.