Ζούμε σε μια ιστορική φάση η οποία χαρακτηρίζεται από την εντατικοποίηση των εξελίξεων που συνθέτουν τη λεγόμενη παγκοσμιοποίηση. Αναπόσπαστο μέρος της παγκοσμιοποίησης είναι φυσικά και οι μεταναστευτικές ροές. Μια ματιά στα δημογραφικά δεδομένα πολλών αφροασιατικών χωρών αρκεί για να μας δείξει ότι οι μεταναστευτικές ροές από τις χώρες αυτές προς την Ευρώπη θα είναι μαζικές και μακροχρόνιες. Δεν είναι όμως μόνο τα φαινόμενα δημογραφικής υπερχείλισης που θα προκαλέσουν τις παραπάνω εξελίξεις. Σε αυτό θα συντείνουν και άλλοι παράγοντες, όπως η πολιτική αστάθεια των παραπάνω χωρών, οι επεμβάσεις των μεγάλων δυνάμεων, αλλά και η κλιματική αλλαγή. Τις επόμενες δεκαετίες, επομένως, η Ευρώπη θα δεχτεί μεταναστευτικές εισροές μεγάλης κλίμακας και διάρκειας. Αντίστοιχα, τα ευρωπαϊκά κράτη θα τεθούν αντιμέτωπα με πρωτόγνωρες προκλήσεις, οι οποίες θα εκτείνονται από το ιδιαίτερα θεμελιώδες ζήτημα της υπεράσπισης ή του επαναπροσδιορισμού της ταυτότητάς τους έως τις αναπόφευκτες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές τριβές που εξαιτίας αυτών των εξελίξεων θα αναπτυχθούν.
Στην κατάσταση αυτή, η Ελλάδα κατέχει μια ελάχιστα επίζηλη θέση: με τη δυνατότητα άσκησης δημογραφικής και μεταναστευτικής πολιτικής διπλά υπονομευμένη, αφ’ ενός από την οικονομική της αδυναμία και αφ’ ετέρου από την ιδεολογική σύγχυση που μόνιμα τη διακατέχει, διαθέτει το αρνητικό προνόμιο να είναι γεωγραφικά η πλέον εκτεθειμένη χώρα-μέλος της Ε.Ε. στα μεταναστευτικά ρεύματα που ήδη καταφθάνουν από την Ασία και την Αφρική. Επίσης, έχει την «ατυχία» να συνορεύει με την Τουρκία, η οποία για περισσότερο από μία δεκαετία έχει λειτουργήσει ως το εφαλτήριο της παράνομης μετανάστευσης από την Ασία και την Αφρική προς την Ευρώπη.
Σε αυτή τη φάση, η Τουρκία αξιοποιεί εντατικά τις μεταναστευτικές ροές απέναντι στην Ευρώπη και την Ελλάδα, επιδιώκοντας να αποκομίσει πολιτικά και οικονομικά οφέλη. Ειδικότερα απέναντι στην Ελλάδα, δεν σταματά να προωθεί μεγάλους αριθμούς παράνομων μεταναστών, οι οποίοι αρχικά εγκαθίστανται στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου και στη συνέχεια διαχέονται στην ενδοχώρα. Με τον τρόπο αυτόν η Τουρκία υλοποιεί έναν de facto εποικισμό της Ελλάδας με πληθυσμούς με τους οποίους έχει θρησκευτική και πολιτισμική συνάφεια. Δημιουργεί έτσι ένα πολιτιστικό και πολιτικό προγεφύρωμα, το οποίο στο μέλλον θα της επιτρέψει να έχει μια σειρά επιλογών και χειρισμών στο εσωτερικό της Ελλάδας, με ό,τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται τότε.
Με απλά λόγια, η Αγκυρα υλοποιεί αυτό που έλεγε από τη δεκαετία του 1980 ο Τουργκούτ Οζάλ: ότι στο μέλλον η Τουρκία δεν θα χρειαστεί έναν κλασικό πόλεμο για να καθυποτάξει πολιτικά την Ελλάδα. Θα αρκούν οι πληθυσμιακές εξελίξεις, οι οποίες σταδιακά θα δημιουργήσουν μια νέα πραγματικότητα. Απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις, οι ελληνικές πολιτικές ηγεσίες εκδηλώνουν μια αδικαιολόγητη αδράνεια, η οποία στην περίπτωση της σημερινής κυβέρνησης μετασχηματίζεται σε πλήρη δεκτικότητα. Είναι μια δεκτικότητα που προκύπτει από ιδεοληπτικές προσεγγίσεις, αλλά και από ιδιοτελείς πολιτικούς υπολογισμούς, όπως η δυνητική μελλοντική εκλογική αξιοποίηση μεταναστών που θα «ελληνοποιηθούν». Πρόκειται για μια επικίνδυνη στρατηγική μυωπία, η οποία δεν αντιλαμβάνεται πού οδηγούν όλες αυτές οι διεργασίες, ειδικά αν συνδυαστούν με την εν εξελίξει δημογραφική συρρίκνωση και γήρανση του ελληνικού πληθυσμού.
Στην Ευρώπη, οι εξελίξεις γύρω από το Μεταναστευτικό κινούνται πιο δυναμικά από ό,τι στην Ελλάδα. Στις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ (Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία, Ουγγαρία) εκπέμπεται ένα σαφές μήνυμα εθνικού αυτοπροσδιορισμού, το οποίο διά στόματος πολιτικών όπως ο Βίκτορ Ορμπαν έρχεται σε σύγκρουση με την πολιτική που προκρίνει η γραφειοκρατία των Βρυξελλών. Ανάλογα μηνύματα εκπέμπονται και από κράτη όπως η Ιταλία, η Αυστρία και η Γαλλία, αλλά και από χώρες που είναι παραδοσιακά υπέρ της πολιτικής των ανοικτών συνόρων, όπως η Σουηδία. Ακόμη και στην ίδια τη Γερμανία η κ. Μέρκελ συναντά πλέον αντιδράσεις στη μεταναστευτική πολιτική της, οι οποίες αποκτούν πολιτικό μέγεθος μέσω της ανόδου του αντιμεταναστευτικού και ευρωσκεπτικιστικού κόμματος AfD.
Με φόντο λοιπόν το Μεταναστευτικό, δημιουργείται ένα νέο πολιτικό τοπίο στην Ευρώπη: οι ευρωσκεπτικιστικές και εθνικολαϊκές πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες εκφράζουν κοινωνικές τάσεις και ομάδες που σχετίζονται με το Brexit και την εκλογή Τραμπ, βρίσκουν μέσω του Μεταναστευτικού το στοιχείο που τους δίνει εκλογική δυναμική. Πρόκειται για ένα φαινόμενο που δεν θα είναι προσωρινό, διότι και το αίτιο που θα το υποδαυλίζει δεν θα είναι επίσης προσωρινό. Υπό την έννοια αυτή, οι επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές ανοίγουν την αυλαία σε μια νέα πολιτική περίοδο, κατά την οποία η σύγκρουση για την Ευρώπη θα διεξαχθεί μεταξύ των δύο πτερύγων της Κεντροδεξιάς: της εθνολαϊκής Δεξιάς και της φιλελεύθερης, ευρωφεντεραλιστικής Δεξιάς. Πρόκειται για μια εξόχως ενδιαφέρουσα εξέλιξη, η οποία θα αναδείξει νέες πολιτικές δυνάμεις, αλλάζοντας τους πολιτικούς συσχετισμούς τόσο στην Ευρώπη όσο και (πιθανότατα) στην Ελλάδα.
ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΛΑΥΡΕΝΤΖΟΥ