Περισσότερα από 126.000 σπίτια στην Ελλάδα νοικιάζονται με βραχυχρόνια μίσθωση μέσω της πλατφόρμας Airbnb, σύμφωνα με άρθρο της Έρσης Αθανασίου και της Αγάπης Κώτση που περιλαμβάνεται στο τελευταίο δελτίο του περιοδικού «Οικονομικές Εξελίξεις» του ΚΕΠΕ (Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών).
Οι συντάκτριες του άρθρου σημειώνουν ότι «ακριβή στοιχεία για την εξέλιξη των μεγεθών στον χώρο της βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων δεν είναι διαθέσιμα, καθώς η δραστηριότητα δεν καταγράφεται από επίσημες πηγές. Επιπλέον, η πληροφόρηση που είναι διαθέσιμη για τις δραστηριότητες βραχυχρόνιας μίσθωσης στην Ελλάδα επικεντρώνεται κυρίως στην περίπτωση της Αθήνας, με έμφαση στις δημοφιλείς περιοχές γύρω από το ιστορικό κέντρο της πόλης. Ωστόσο, οι δραστηριότητες βραχυχρόνιας μίσθωσης αναπτύσσονται πλέον στο μεγαλύτερο μέρος της επικράτειας, και ιδιαίτερα στις τουριστικές περιοχές».
Τα δεδομένα που χρησιμοποιούν για την ανάλυσή τους προέρχονται από επεξεργασία στοιχείων της διεθνούς βάσης δεδομένων AirDNA, η οποία καταγράφει τις δραστηριότητες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων μέσω της Airbnb, της μεγαλύτερης από τις διεθνείς πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Οι συντάκτριες του άρθρου αναφέρουν, μεταξύ άλλων, τα εξής:
«Στην Ελλάδα η δραστηριότητα βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων στο πλαίσιο της οικονομίας διαμοιρασμού αρχίζει να εμφανίζεται από το 2010. Τότε, η δραστηριότητα αυτή ήταν περιορισμένης εμβέλειας και αμφιβόλου εξέλιξης, καθώς μόνο μερικές δεκάδες καταλύματα στο σύνολο της χώρας είχαν ενεργοποιηθεί στην κατεύθυνση αυτή.
Ωστόσο, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα η δραστηριότητα άρχισε να αναπτύσσεται με εντυπωσιακά υψηλούς ρυθμούς από χρόνο σε χρόνο και μέχρι το 2018 περισσότερα από 126.000 καταλύματα είχαν διατεθεί για βραχυχρόνια μίσθωση διαμορφώνοντας νέες συνθήκες στην αγορά με πολλαπλές επιδράσεις.
Οι περιφέρειες Αττικής, Νοτίου Αιγαίου και Κρήτης φαίνεται να διαθέτουν τον μεγαλύτερο αριθμό καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης κατά τη διάρκεια όλης της περιόδου, καθώς συγκεντρώνουν πάνω από το 60% του συνολικού αριθμού των αναρτήσεων αντίστοιχων καταλυμάτων (από 76,5% το 2012 έως 61,6% το 2018).
Ακολουθούν τρεις ακόμα περιφέρειες, η Κεντρική Μακεδονία, τα Ιόνια Νησιά και η Πελοπόννησος, στις οποίες ο αριθμός των καταλυμάτων συνολικά κυμαινόταν από 13,9% του συνολικού αριθμού το 2011 έως 26,3% το 2018.
Στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2018, σε καθεμία από τις έξι προαναφερθείσες περιφέρειες βρίσκονταν αναρτημένα πάνω από 5.000 καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης (κυμαίνονταν από 6.474 στην Πελοπόννησο έως 30.184 στην Αττική), συγκεντρώνοντας το 87,9% της αντίστοιχης δραστηριότητας.
Σημαντικά χαμηλότερη είναι η συμμετοχή των υπόλοιπων επτά περιφερειών, καθώς ο αριθμός των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης που δραστηριοποιούνταν σε αυτές, στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2018, ανερχόταν αθροιστικά στο 12,1% του συνολικού αριθμού, ενώ τα αντίστοιχα καταλύματα κυμαίνονταν από 196 στη ∆υτική Μακεδονία έως 3.880 στη Θεσσαλία.
Εξετάζοντας τις εξελίξεις στη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων στην Περιφέρεια Αττικής, η οποία εμφανίζει τον μεγαλύτερο αριθμό καταλυμάτων, ο κεντρικός τομέας Αθηνών φαίνεται να συγκεντρώνει το 53,3% των αντίστοιχων καταλυμάτων στα τέλη της εξεταζόμενης περιόδου, από τα οποία το 93% συγκεντρώνεται στον ∆ήμο Αθηναίων.
Ακολουθεί η Ανατολική Αττική, στην οποία περιλαμβάνονται αρκετοί παραθαλάσσιοι δήμοι και η οποία διαθέτει το 19,3% των καταλυμάτων βραχυχρόνιας μίσθωσης της Αττικής.
Στην περιοχή αυτή ο ∆ήμος Σαρωνικού συγκεντρώνει το 20,3% των καταλυμάτων, ο ∆ήμος Βάρης-Βούλας-Βουλιαγμένης το 19,8%, ενώ στο 9,8% ανέρχονται τα ποσοστά των ∆ήμων Μαραθώνος και Μαρκοπούλου-Μεσογαίας. Στο 11,0% ανέρχονται τα καταλύματα στον Νότιο Τομέα Αττικής, στον οποίο οι ∆ήμοι Γλυφάδας, Παλαιού Φαλήρου και Καλλιθέας συγκεντρώνουν το 25,2%, 18,2% και 16,0%.των καταλυμάτων του τομέα, αντίστοιχα».