Μαίρης Λαμπαδίτη
Με δέλεαρ ένα μηνιαίο μπόνους στους υπαλλήλους και προσλήψεις πτυχιούχων μέσω των προγραμμάτων του ΟΑΕΔ, η νέα διοίκηση του Ενιαίου Επικουρικού Ταμείου (ΕΤΕΑΕΠ) θα προσπαθήσει να ξεμπλοκάρει έως το Πάσχα του 2019 τις 91.178 εκκρεμείς επικουρικές συντάξεις.
Ενδεικτικό της καθυστέρησης είναι ότι αυτό το διάστημα οι υπάλληλοι επεξεργάζονται τις αιτήσεις του Ιανουαρίου του 2015, καθώς το σχετικό λογισμικό για την έκδοση των επικουρικών του πρώην ΙΚΑ παραδόθηκε μόλις τον Ιούλιο, δηλαδή δύο χρόνια και τρεις μήνες μετά την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου. Σε περίπου 40.000 ανέρχονται οι δικαιούχοι επικουρικών του πρώην ΙΚΑ, που περιμένουν στην ουρά τουλάχιστον 3 χρόνια, ενώ 1.100 δικαιούχοι μετρούν ακόμα και 6 χρόνια καθυστέρησης αφού σε ορισμένα πρώην επικουρικά ταμεία έχουν συσσωρευτεί αιτήσεις που χρονολογούνται από το 2012.
Στόχος του νέου διοικητή Νίκου Μπρίκη είναι ο ρυθμός έκδοσης να φτάσει μέχρι τις 8.000-8.500 συντάξεις τον μήνα προκειμένου να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος Απριλίου 2019 η επεξεργασία όλων των εκκρεμών αιτήσεων. Σύμφωνα με τα στοιχεία του τελευταίου 8μήνου πάντως, μόνο σε δύο μήνες ο αριθμός πλησίασε τον στόχο. Συγκεκριμένα, τον Ιανουάριο δόθηκαν 3.808 συντάξεις, τον Φεβρουάριο 4.989, τον Μάρτιο 4.856, τον Απρίλιο 8.294, τον Μάιο 7.016, τον Ιούνιο 4.796, τον Ιούλιο 2.734 και τον Αύγουστο 3.685. Συνολικά διεκπεραιώθηκαν 40.178 υποθέσεις, 24.601 εκ των οποίων εκκρεμούσαν εδώ και τρία χρόνια. Ενα από τα σημαντικότερα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι υπάλληλοι είναι η συγκέντρωση στοιχείων για τις αποδοχές. Με τη βοήθεια του «γρηγορόσημου», που θα δοθεί στους υπαλλήλους, και των προσλήψεων πτυχιούχων μέσω σχετικού προγράμματος επιδότησης το οποίο θα ανοίξει άμεσα, στελέχη της ασφάλισης εκτιμούν ότι θα φουλάρουν οι μηχανές ώστε να οριστικοποιηθούν όχι μόνο οι εύκολες στον υπολογισμό τους επικουρικές αλλά και οι δύσκολες -με διαδοχική ασφάλιση-, οι αναπηρικές καθώς και οι επικουρικές συντάξεις χηρείας. Επισημαίνεται ότι οι νέες συντάξεις θα εκδοθούν όχι μόνο καθυστερημένες αλλά και κουτσουρεμένες με βάση τον μαθηματικό τύπο του νόμου Κατρούγκαλου. Η μέση σύνταξη με τον νέο τρόπο υπολογίζεται στα 150 ευρώ για όλους.
Με τον νέο τρόπο υπολογισμού, αν ο ασφαλισμένος φεύγει με 35ετία θα πάρει επικουρική σύνταξη που θα αντιστοιχεί στο 15,75% του μισθού του, αν φεύγει με 40ετία θα πάρει το 18% του μισθού του, ενώ αν φύγει με 15ετία θα λάβει το 6,75% του μισθού. Οσο περισσότερα χρόνια διαρκέσει η κυριαρχία της μερικής απασχόλησης στην αγορά εργασίας με το μισό ασφάλιστρο τόσο μικρότερες θα είναι οι επικουρικές συντάξεις που θα εκδίδονται. Ψιχία δίνει το νέο σύστημα και σε δικαιούχους συντάξεων χηρείας και αναπηρίας, καθώς δεν υπάρχει πλέγμα προστασίας για τα κατώτατα όρια.
Για να αγγίξει το ύψος των παλαιών επικουρικών η νέα σύνταξη πρέπει ο ασφαλισμένος να έχει διανύσει τουλάχιστον 30 έτη ασφαλιστικού βίου. Σύμφωνα με στελέχη της ασφάλισης, υψηλότερη επικουρική σύνταξη σε σχέση με το προηγούμενο καθεστώς θα πάρουν όσοι είχαν αποδοχές άνω των 1.000 ευρώ και ασφαλιστικό βίο πάνω από 30 χρόνια. Για ορισμένες κατηγορίες, όπως οι ασφαλισμένοι του ΙΚΑ, των ΔΕΚΟ, των τραπεζών, εμποροϋπάλληλοι και ναυτικοί πράκτορες, οι νέες επικουρικές θα είναι σαφώς υψηλότερες από τις σημερινές που «σφαγιάστηκαν» με τον επανυπολογισμό του 2016.
Η προθεσμία για την εκκαθάριση των κύριων συντάξεων, έπειτα από δύο παρατάσεις που έχουν δοθεί, εκπνέει στις 31 Δεκεμβρίου 2018. Σύμφωνα με το υπουργείο, στην ουρά βρίσκονται 35.000-40.000 κύριες συντάξεις. Στελέχη των Ταμείων εκτιμούν πάντως ότι ο στόχος και πάλι δεν θα επιτευχθεί γιατί τα πακέτα που έχουν απομείνει είναι τα πιο δύσκολα, με συντάξεις πολύπλοκες. Ο ΕΦΚΑ έχει δώσει οδηγίες στους υπαλλήλους να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν προκειμένου να εκδίδουν συντάξεις ακόμα και συνδυάζοντας παλαιότερες μηχανογραφικές εφαρμογές σε περίπτωση που δεν έχουν στη διάθεσή τους ακόμα την κατάλληλη εφαρμογή.
Το 2019 το υπουργείο Εργασίας θα προχωρήσει σε διόρθωση του εξοντωτικού μέτρου της διακοπής καταβολής των συντάξεων χηρείας για τις/τους δικαιούχους που δεν πληρούν το ηλικιακό όριο των 55 ετών. Περίπου 70.000 δικαιούχοι που βρέθηκαν μετά την εφαρμογή του νόμου Κατρούγκαλου σε ηλικία κάτω των 55 ετών χωρίς ανήλικα τέκνα χάνουν εντελώς τη σύνταξη μετά τη συμπλήρωση 3 ετών από τον θάνατο του συζύγου. Δεδομένου ότι η ρύθμιση τέθηκε πρώτη φορά σε ισχύ για θανάτους που επήλθαν από τις 13 Μαΐου 2016 και μετά, η επίμαχη τριετία συμπληρώνεται τον Μάιο του 2019. Ο αρμόδιος υφυπουργός Τάσος Πετρόπουλος προανήγγειλε ότι θα συζητηθεί η αναστολή του μέτρου έως ότου το ποσοστό της ανεργίας υποχωρήσει κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο, αφού η ευάλωτη αυτή κατηγορία πολιτών ούτε δουλειά μπορεί να βρει εξαιτίας της υψηλής ανεργίας ούτε σύνταξη δικαιούται, με αποτέλεσμα να περιέρχεται σε συνθήκες ένδειας.