Το φράγμα των 20.000 ξεπέρασαν οι πλειστηριασμοί που έχουν «ανεβεί» στην ηλεκτρονική πλατφόρμα eauction, αλλά το επενδυτικό ενδιαφέρον παραμένει ακόμη περιορισμένο, καθώς η πλειονότητα των ακινήτων που μεταβιβάζονται καταλήγει στις τράπεζες.
Συγκεκριμένα, μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας eauction έχουν προγραμματιστεί να γίνουν 20.160 πλειστηριασμοί έως και τον Μάιο του 2019, επιβεβαιώνοντας την επιτάχυνση των διαδικασιών, έτσι ώστε οι πλειστηριασμοί ακινήτων να φθάσουν σταδιακά τις 40.000 κάθε χρόνο. Οπως προκύπτει από στοιχεία της «Κ», μέχρι σήμερα έχουν ολοκληρωθεί 10.410 πλειστηριασμοί ακινήτων.
Πρόκειται για πλειστηριασμούς που πραγματοποιήθηκαν ηλεκτρονικά μέσω της πλατφόρμας eauction από τον περασμένο Νοέμβριο, οπότε και τέθηκε σε λειτουργία η πλατφόρμα. Από τους 10.410 πλειστηριασμούς που έχουν ολοκληρωθεί μέχρι σήμερα –οι περισσότεροι από τον Φεβρουάριο και μετά– γόνιμοι υπήρξαν λιγότεροι από τους μισούς, και συγκεκριμένα 4.810. Αγονοι, δηλαδή χωρίς να υπάρξει κανένα ενδιαφέρον, κηρύχθηκαν οι 5.600.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της «Κ», από το σύνολο των 4.810 ακινήτων που μεταβιβάστηκαν μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας, η συντριπτική πλειονότητα κατέληξε στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών.
Συγκεκριμένα, οι τράπεζες αγόρασαν πάνω από το 80% των ακινήτων που οι ίδιες έβγαλαν στον πλειστηριασμό, δηλαδή περί τα 3.800 ακίνητα. Για τα ακίνητα αυτά δεν υπήρξε ενδιαφέρον από τρίτους και έτσι μεταβιβάστηκαν στην τιμή εκκίνησης που προβλέπει η διαδικασία και η οποία είναι κοντά στην εμπορική αξία τους.
Οι τράπεζες αναμένεται να συνεχίσουν την πολιτική αγοράς των ακινήτων που βγάζουν σε πλειστηριασμό, σε μια προσπάθεια να ανακτήσουν μέρος από οφειλών που έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες, το ύψος των οποίων προσεγγίζει τα 69 δισ. ευρώ. Τα ακίνητα που επιλέγουν να αγοράσουν είναι αυτά που θεωρούνται εμπορεύσιμα, δηλαδή αυτά που μπορούν στη συνέχεια να προσελκύσουν αγοραστές. Οπως εξηγούν αρμόδια στελέχη, η σταδιακή επανάκαμψη των τιμών στην αγορά ακινήτων στηρίζεται κυρίως στις ενοικιάσεις τύπου Airbnb, αλλά και στη ζήτηση που υπάρχει για την απόκτηση «χρυσή βίζας». Πρόκειται για ακίνητα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά που οι τράπεζες, και εφόσον δεν υπάρξει ενδιαφέρον μέσω της πλατφόρμας, τα αγοράζουν οι ίδιες και τα οποία στη συνέχεια τα διαθέτουν σε funds κυρίως μέσω πακέτων ακινήτων που βγάζουν προς πώληση ή μεμονωμένα μέσω των εταιρειών διαχείρισης ακινήτων που έχουν.
Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν ότι η ζήτηση στην αγορά ακινήτων μέσω του eauction είναι απογοητευτική, στον βαθμό που δεν έχει καταφέρει να λειτουργήσει ως εργαλείο για την επανεκκίνηση της αγοράς ακινήτων, κινητοποιώντας το ενδιαφέρον δυνητικών αγοραστών.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι εποπτικές αρχές πιέζουν για την αποτελεσματικότερη λειτουργία του συστήματος των ηλεκτρονικών πλειστηριασμών μέσα από την αναβάθμιση της πλατφόρμας και τον εμπλουτισμό της με πρόσθετες πληροφορίες. Στόχος είναι να καταστεί ευκολότερη η αναζήτηση ακινήτων και οι χρήστες της πλατφόρμας να είναι σε θέση μέσα από λέξεις-κλειδιά (keywords) να εντοπίζουν τα ακίνητα που τους ενδιαφέρουν με κριτήρια όπως η περιοχή, το εμβαδόν, η τιμή του ακινήτου κ.ά.
Η σταδιακή αύξηση, πάντως, του αριθμού των ακινήτων που εκπλειστηριάζονται παραπέμπει στον στόχο που έχει τεθεί από τους θεσμούς για τη διενέργεια 40.000 πλειστηριασμών τον χρόνο. Αν και ο αριθμός δείχνει μεγάλος, πρόκειται ουσιαστικά για την επάνοδο στην «κανονικότητα» μετά το «πάγωμα» πολλών ετών που έληξε οριστικά το 2017. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2008, δηλαδή λίγο πριν από το ξέσπασμα της κρίσης, οι πλειστηριασμοί ήταν 42.540, ενώ το 2009 ξεπέρασαν τις 52.000. Από τότε, και λόγω μιας σειράς προστατευτικών μέτρων που ίσχυσαν, έφθιναν σταθερά κάθε χρόνο για να φτάσουν μόλις τις 5.600 το 2017.