Περίπου 4.000 δικογραφίες που αφορούν σε υποθέσεις ποινικών αδικημάτων φοροδιαφυγήςμεγάλου ύψους και έχουν μεταφερθεί στις αρχές του τρέχοντος έτους από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, σε μια νέα, υπό σύσταση, ελεγκτική υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών, είναι πολύ πιθανό τελικά να μην ερευνηθούν ποτέ και να παραγραφούν.
Αιτία η αποδυνάμωση της νέας αυτής ελεγκτικής υπηρεσίας, αλλά και οι πολύ μεγάλες καθυστερήσεις στη σύσταση και τη λειτουργία της, οι οποίες οφείλονται, σύμφωνα με τον Ελεύθερο Τύπο, στην αδιαφορία της ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών για την πάταξη της φοροδιαφυγής των οικονομικά ισχυρών αλλά και στην απροθυμία των υπηρετούντων στην ΑΑΔΕ και το υπουργείο Οικονομικών εφοριακών να μετακινηθούν στη νέα υπηρεσία.
Με τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση νομοθέτησε τις αρμοδιότητες της νέας αυτής υπηρεσίας, η λειτουργία της δεν θα έχει καμία ουσιαστική συμβολή στη δίωξη των αδικημάτων φοροδιαφυγής ποινικού χαρακτήρα.
Επιπλέον, με τους ρυθμούς με τους οποίους κινούνται αυτή τη στιγμή οι διαδικασίες για τη στελέχωση της, η -ήδη υπονομευμένη από την ίδια την κυβέρνηση- λειτουργία της δεν αναμένεται να ξεκινήσει εντός του 2018. Το αποτέλεσμα θα είναι να παραγραφούν οι περισσότερες από τις εκκρεμείς φορολογικές υποθέσεις που τής έχουν ήδη ανατεθεί για έρευνα και έκδοση πορισμάτων, δεδομένου ότι οι υποθέσεις αυτές αφορούν σε έτη πριν το 2013, που παραγράφονται σχεδόν στο σύνολό τους στις 31-12-2018.
Το… καταστατικό
Σύμφωνα με τον ιδρυτικό της νόμο (ν. 4512/2018), ο οποίος ψηφίστηκε τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, η υπό σύσταση νέα ελεγκτική υπηρεσία του υπουργείου Οικονομικών ονομάζεται «Διεύθυνση Ερευνών Οικονομικού Εγκλήματος», υπάγεται απευθείας στον υπουργό Οικονομικών, εποπτεύεται από την Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος και θα μπορεί να ανακρίνει υπόπτους για την τέλεση ποινικών φορολογικών αδικημάτων, να διενεργεί έρευνες στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις τους, στα αρχεία, τα φορολογικά βιβλία και τα στοιχεία που τηρούν. Επίσης θα έχει το δικαίωμα να αίρει το τραπεζικό απόρρητο, να ανοίγει τους τραπεζικούς λογαριασμούς των φορολογουμένων και να ελέγχει τις κινήσεις τους.
Όμως, ο ίδιος ο ιδρυτικός νόμος προβλέπει ότι η νέα αυτή υπηρεσία δεν θα έχει κανένα δικαίωμα να επιβάλλει φόρους και πρόστιμα στους ελεγχόμενους παραβάτες ούτε καν να υποβάλλει μηνυτήριες αναφορές και να ζητά την ποινική τους δίωξη!
Τον τελικό λόγο για όλα αυτά θα εξακολουθούν να τον έχουν οι φοροελεγκτικές υπηρεσίες της ΑΑΔΕ., δηλαδή οι αρμόδιες ΔΟΥ και τα αρμόδια Ελεγκτικά Κέντρα, όπου θα αποστέλλονται τα πορίσματα της υπηρεσίας για τελική αξιολόγηση και έγκριση. Η στέρηση των δύο αυτών τελευταίων σημαντικών αρμοδιοτήτων, την οποία προβλέπει ο ιδρυτικός νόμος της νέας αυτής υπηρεσίας, περιορίζει ήδη σημαντικά τις διωκτικές της δυνατότητες και την αποδυναμώνει αισθητά. Συνιστά δε από μόνη της μια μόνιμη αιτία σημαντικών καθυστερήσεων στην ολοκλήρωση των σημαντικών υποθέσεων φοροδιαφυγής που έχει αναλάβει να φέρει σε πέρας η νέα υπηρεσία.
ΚαθυστερήσειςΣαν να μην έφθανε όμως η απαξίωση και αποδυνάμωση της νέας αυτής υπηρεσίας από τον ίδιο τον ιδρυτικό της νόμο, οι διαδικασίες σύστασης και στελέχωσης της συγκεκριμένης υπηρεσίας εξελίσσονται χωρίς σωστή οργάνωση και κινούνται με ρυθμούς πιο αργούς κι από της … χελώνας!
Πριν καλά καλά ξεκινήσει η στελέχωση της υπηρεσίας, στις αρχές του τρέχοντος έτους, το υπουργείο Οικονομικών και η ΑΑΔΕ «μερίμνησαν» ώστε να φορτωθεί σ’ αυτήν ένας τεράστιος όγκος περίπου 4.000 υποθέσεων φοροδιαφυγής ποινικού χαρακτήρα, πολλές από τις οποίες παραγράφονται στο τέλος του τρέχοντος έτους!
Συγκεκριμένα, στη νέα αυτή υπηρεσία μεταφέρθηκαν άρον άρον 3.979 υποθέσεις-δικογραφίες που ήταν διεσπαρμένες στο Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ), στο Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων (ΚΕΜΕΕΠ), στην Υπηρεσία Ελέγχου και Διασφάλισης Δημοσίων Εσόδων (ΥΕΔΔΕ) και στις ΔΟΥ της χώρας.
Πρόκειται για υποθέσεις που εκκρεμούν ακόμη προς έρευνα μετά από παραγγελίες των Οικονομικών Εισαγγελέων, για τη διενέργεια ελέγχων σε υπόπτους για φοροδιαφυγή και αδικαιολόγητο πλουτισμό. Οι παραγγελίες αυτές έχουν μείνει εδώ και πολλά χρόνια ανεκτέλεστες. Στις υποθέσεις αυτές δεν περιλαμβάνονται ορισμένες περιπτώσεις που αντιστοιχούν σε 1.300 ΑΦΜ και οι οποίες παρέμειναν για έλεγχο στην ΑΑΔΕ.
ΥποστελέχωσηΗ υπηρεσία έπρεπε, σύμφωνα με τον ιδρυτικό της νόμο, να απαρτίζεται από 135 ελεγκτές και μέχρι στιγμής οι υπάλληλοι που έχουν δεχθεί να υπηρετήσουν σ’ αυτήν κι έχουν ήδη τοποθετηθεί δεν ξεπερνούν τους 50!
Διευθυντής στην υπηρεσία τοποθετήθηκε στις 20 Ιουλίου, ενώ δύο ακόμη επιτελικά στελέχη της –-δύο τμηματάρχες- ορίστηκαν στις 10 Αυγούστου, δηλαδή 6-7 μήνες μετά την ψήφιση του ιδρυτικού νόμου της υπηρεσίας!
Αυτή τη στιγμή,, 2-3 μήνες μετά τις τοποθετήσεις των επιτελικών της στελεχών και 9 μήνες μετά την ψήφιση του νόμου για την ίδρυσή της, η υπηρεσία δεν έχει ούτε καν γραμματείς στη διάθεσή της (!), ενώ οι ελεγκτές που ήδη έχουν ενταχθεί στο δυναμικό της δεν προέρχονται από τον κλάδο των εφοριακών και ως εκ τούτου δεν έχουν εμπειρία στη διενέργεια ερευνών για φοροδιαφυγή. Οι εφοριακοί που υπηρετούν στην ΑΑΔΕ και το υπουργείο Οικονομικών δεν εκδήλωσαν ενδιαφέρον να αποσπαστούν στη νέα αυτή υπηρεσία με αποτέλεσμα αυτή να έχει μέχρι στιγμής στο δυναμικό της υπαλλήλους αποσπασμένους από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους!
Εντέλει η υπό σύσταση υπηρεσία «βαδίζει» αυτή τη στιγμή χωρίς γραμματειακή υποστήριξη, με λιγότερους από 50 άπειρους ελεγκτές και με έναν τεράστιο όγκο 3.979 δικογραφιών με σοβαρές υποθέσεις ποινικού χαρακτήρα φοροδιαφυγής μεγάλου ύψους, οι περισσότερες από τις οποίες παραγράφονται στο τέλος του τρέχοντος έτους. Γίνεται συνεπώς αντιληπτό ότι η κυβέρνηση της… Αριστεράς μεθόδευσε ουσιαστικά την απαλλαγή χιλιάδων μεγαλοφοροφυγάδων από τον… κίνδυνο φυλάκισης για τα ποινικά αδικήματα που έχουν διαπράξει!