Μπορεί να μην είναι κεραυνός εν αιθρία, ωστόσο δεν παύουν να προκαλούν σοκ τα στοιχεία της ΓΣΕΕ που αποτυπώνουν την κατάντια των μισθών στην Ελλάδα.
Η γενική εικόνα είναι ότι το 10% των μισθωτών, δηλαδή 257.000 άτομα, λαμβάνει μισθό κάτω από 450 ευρώ, ενώ μόλις 10% λαμβάνει μισθό άνω των 1.300 ευρώ το μήνα. Επιπλέον, τα τρία τέταρτα των εργαζομένων λαμβάνουν αποδοχές κάτω από 1.000 ευρώ μηνιαία.
Σε κλαδικό επίπεδο οι χαμηλότερες αποδοχές εμφανίζονται:
- στον κλάδο της γεωργίας, όπου ο καθαρός μέσος μισθός ανέρχεται σε 607 ευρώ,
- ενώ ακολουθούν οι δραστηριότητες που σχετίζονται με τον τουρισμό (668 ευρώ)
- και οι διοικητικές και υποστηρικτικές δραστηριότητες (674 ευρώ).
Αντίθετα, οι υψηλότερες μηνιαίες αποδοχές εμφανίζονται:
- στον κλάδο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (1.237 ευρώ),
- ενώ ακολουθούν οι τράπεζες και ασφάλειες (1.151 ευρώ),
- τα ορυχεία και λατομεία (1.140 ευρώ)
- και η δημόσια διοίκηση και άμυνα (1.101 ευρώ).
Προχωρώντας σε εξέταση του μέσου μισθού ανά ομάδα επαγγέλματος, οι χαμηλότερες αποδοχές εμφανίζονται:
- στους ανειδίκευτους εργάτες, με μέσο μισθό 633 ευρώ,
- ενώ ακολουθούν τα επαγγέλματα που σχετίζονται με τη γεωργία (683 ευρώ)
- και οι απασχολούμενοι στην παροχή υπηρεσιών και το εμπόριο (726 ευρώ).
Αντίθετα, οι υψηλότερες αποδοχές εμφανίζονται:
- στα ανώτερα διευθυντικά και διοικητικά στελέχη (1.522 ευρώ),
- ενώ ακολουθούν οι επαγγελματίες (1.098 ευρώ)
- και οι τεχνικοί (1.007 ευρώ).
Όσον αφορά στη σύνδεση μισθών- παραγωγικότητας, η Έκθεση της ΓΣΕΕ διαπιστώνει ότι η υποχώρηση των ονομαστικών ωριαίων μισθών και των ημερομισθίων είναι σημαντικά υψηλότερη από αυτήν της παραγωγικότητας στα χρόνια της κρίσης. Ειδικότερα, η μείωση των ονομαστικών ωριαίων μισθών και ημερομισθίων κατά την περίοδο 2010-2018, συμπεριλαμβάνοντας δηλαδή και τη μερική ανάκαμψη των τελευταίων χρόνων, φτάνει στο 20%, ενώ η μείωση της παραγωγικότητας την ίδια περίοδο φτάνει στο 6%. Με άλλα λόγια, οι ονομαστικοί μισθοί σήμερα βρίσκονται, λαμβάνοντας υπόψη τις μεταβολές στην παραγωγικότητα, κατά 14% χαμηλότερα σε σχέση με το 2010.
Με δεδομένο, δε, ότι μια μείωση των ακαθάριστών μισθών μεγαλύτερη από τη μεταβολή της παραγωγικότητας ωφελεί τα ακαθάριστα κέρδη των επιχειρήσεών, τότε εύλογα προκύπτει το συμπέρασμα ότι κατά την περίοδο 2010-2018 η μείωση των μισθών εξυπηρέτησε τη στήριξη της (προ φόρων) κερδοφορίας των επιχειρήσεών.
Αυτό που τονίζει η ΓΣΕΕ είναι ότι για να επιστρέψει η οικονομία σε υψηλούς και διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης, απαιτείται άμεση αντιστροφή κάθε μορφής αφαίμαξής με μέτρα λιτότητας, καθώς επίσης και ενεργοποίηση ενδογενών μηχανισμών δημιουργίας ροών εισοδήματος και ρευστότητας μέσω της αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος. «Η αύξηση του κατώτατου μισθού και η ενεργοποίηση κλαδικών συμβάσεων για να διαχυθεί η αύξηση στο σύνολο της οικονομίας κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση» σημειώνει η ΓΣΕΕ και συμπληρώνει με νόημα: «Η ακραία προκατάληψη της ρητορικής που αναπτύσσεται στον δημόσιο διάλογο για τις ξένες επενδύσεις δείχνει έλλειμμα ρεαλισμού και αδυναμία κατανόησης των εξελίξεων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, ενώ παράλληλα δικαιολογεί την εγχώρια επενδυτική ανεπάρκεια και ενισχύει παρασιτικές επιχειρηματικές συμπεριφορές και απαιτήσεις που ταυτίζουν την επιχειρηματικότητα και την κερδοφορία με πολιτικές ενεργοποίησης πρωτογενών και δευτερογενών αναδιανεμητικών διαδικασιών».