Με απόφαση του, το Έ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου (απόφαση υπ´αριθμόν 998/2018) ξεκαθαρίζει πως σε περίπτωση που δεν τηρηθεί η 15θήμερη προθεσμία για την κλήτευση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, η δίκη εφόσον πραγματοποιηθεί είναι άκυρη.
Το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας δικαίωσε κατηγορούμενο και αναίρεσε την καταδίκη του από το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων της Αθήνας, κρίνοντας ότι δεν τηρήθηκε η απαιτούμενη εκ του νόμου προθεσμία για την κλήτευση του. Λόγω αυτού η υπόθεση παραπέμπεται στο ακροατήριο για νέα κρίση.
Το ιστορικό της υπόθεσης
Στην προκειμένη περίπτωση που εξέτασε ο Άρειος Πάγος ο κατηγορούμενος πριν την έναρξη της αποδεικτικής διαδικασίας στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, αντέλλεξε στην πρόοδο της διαδικασίας, ισχυριζόμενος ότι δεν κλητεύθηκε εμπροθέσμως, καθώς όπως υποστήριξε ο Εισαγγελέας Εφετών Αθηνών προέβη στην σύντμηση σε οκτώ ημέρες της 15νθημερου προθεσμίας εμφανίσεώς του στο ακροατήριο του Α Τριμελούς Εφετείου χωρίς να συντρέχει κίνδυνος παραγραφής του εκδικαζομένου πλημμελήματος, ούτε κάποιος άλλος εξαιρετικός λόγος.
Το Δικαστήριο απέρριψε την σχετική ένσταση και κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο για επικίνδυνη σωματική ενδοοικογενειακή βλάβη και τον καταδίκασε σε ποινη φυλάκισης 12 μηνών με τριετή αναστολή.Ο Άρειος Πάγος κρίνοντας την υπόθεση κατέληξε ότι η κλήση προς εμφάνιση στο Δικαστήριο, για τη δικάσιμο της 15-1-2018, επιδόθηκε στον κατηγορούμενο, με θυροκόλληση, στις 5-1-2018 και τη ίδια ημερομηνία στον αντίκλητο δικηγόρο του, που είχε διορισθεί με την έκθεση έφεσης.
Επομένως, εφόσον από την επομένη της επίδοσης της κλήσης στις 6-1-2018, άρχισε να τρέχει σύμφωνα με το άρθρο 168 παρ. 1 ΚΠΔ, η προθεσμία των 15 ημερών, η γενομένη κλήτευση ήταν άκυρη. Συνεπώς, αφού ο κατηγορούμενος αντέλλεξε στην πρόοδο της διαδικασίας, επικαλούμενος την μη εμπρόθεσμη κλήτευσή του, το Δικαστήριο, έπρεπε να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση της υποθέσεως.
Σύντμηση προθεσμίας
Όσο αφορά, τη σύντμησης της προθεσμίας κλήτευσης σε 8 ημέρες, με διάταξη του Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών κατ’ άρθρο 169 ΚΠΔ, αυτή κρίθηκε μη βάσιμη.
Σημειώνεται ότι στη δικογραφία υπάρχει ανυπόγραφη και χωρίς ημερομηνία σημείωση με το εξής, επί λέξει, περιεχόμενο «άμεσες επιδόσεις με επιμελητή ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ – ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ 8ετίας ΠΡΟΣΟΧΗ:(προθεσμία κλήτευσης στο 1/2 κατ’ άρθρο 352παρ2 εδαφ. β ΚποινΔ) ΕΛΕΓΧΟΣ ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΩΝ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΕΚΘΕΜΑΤΟΣ …».
Στην απόφαση του Αρείου Πάγου επισημαίνεται ωστόσο ότι ακόμα και στη περίπτωση που θεωρηθεί ότι η σημείωση αυτή είχε χαρακτήρα πράξης και παραγγελίας του άρθρου 169 ΚΠΔ και πάλι δεν είχε τηρηθεί, η προθεσμία των 8 ημερών.
Κι αυτό διότι η προθεσμία κλήτευσης, άρχιζε από την επομένη της επίδοσης και η κλήση επιδόθηκε στον κατηγορούμενο και στον αντίκλητο του στις 5-1-2018, πλην, όμως, ενόψει του ότι, όπως ημερολογιακώς αποδεικνύεται, η τελευταία πριν τη δικάσιμο ημέρα, δηλ. η 14-1-2018, ήταν εξαιρετέα – ημέρα Κυριακή, η συμπλήρωση της οκταήμερης προθεσμίας κλητεύσεως, μετατέθηκε για την επόμενη εργάσιμο ημέρα, Δευτέρα, 15-1-2018, που συμπίπτει με την δικάσιμο, η οποία δεν υπολογίζεται στην προθεσμία.
Ως εκ τούτου, κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 15-1-2018 δεν είχε συμπληρωθεί η οκταήμερη προθεσμία για την εμφάνιση του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, με συνέπεια την ακυρότητα της κλήτευσης του (ΑΠ 853/2017).
Τελικά, ο Άρειος Πάγος κατέληξε ότι «το Τριμελές Εφετείο Αθηνών με την προσβαλλόμενη απόφασή του προχώρησε στην κατ’ ουσία έρευνα της υπόθεσης αντί να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση της έφεσης και να διατάξεις την εκ νέου κλήτευση του αναιρεσείοντος – κατηγορουμένου έσφαλε και πρέπει, κατά παραδοχή ως βάσιμου του από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η’ του ΚΠοινΔ λόγου της υπό κρίση αίτησης παρελκομένης της έρευνας των λοιπών λόγων, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο συντιθέμενο από άλλους δικαστές εκτός από εκείνους που είχαν δικάσει προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ)».