Ανησυχίες για το απόρρητο στην επικοινωνία δικηγόρου -πελάτη | Σύσταση της Αρχής προς την Ελληνική Αστυνοµία για τα συστήματα βιντεοεπιτήρησης
Η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα εξέτασε αναφορά για κρυφή κάμερα στον χώρο διαβούλευσης των κρατούμενων με τους δικηγόρους στην Γενική Αστυνομική Διεύθυνση Αττικής.
Η αναφορά ενηµέρωνε την Αρχή σχετικά µε εύρηµα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιµωρίας, οργάνου του Συµβουλίου της Ευρώπης (CPT – European Committee for the Prevention of Torture and Inhuman or Degrading Treatment or Punishment), το οποίοο έχει συµπεριληφθεί στην έκθεση που συνέταξε κλιµάκιο επιθεωρητών της Επιτροπής ύστερα από επίσκεψη στην Ελλάδα τον Απρίλιο του 2015).
Το εύρηµα αφορούσε σε κρυφή κάµερα στην «αίθουσα διαβούλευσης µε τους δικηγόρους» (lawyers’ consultation room) στην Υποδιεύθυνση δίωξης εγκληµάτων κατά της ζωής και ιδιοκτησίας στην ΓΑ∆Α.
Συγκεκριµένα, στην εν λόγω έκθεση σηµειώνεται: «48. Επιπρόσθετα, η CPT έχει σοβαρές ανησυχίες σε ό,τι αφορά την εχεµύθεια (απόρρητο) στη σχέση δικηγόρου-πελάτη. Λίγες από τις αστυνοµικές εγκαταστάσεις που επισκέφθηκε, προσέφεραν ξεχωριστούς χώρους όπου οι κρατούµενοι µπορούσαν να διαβουλευθούν µε τους συνηγόρους τους και όπου υπήρχαν δεν είχε σοβαρή πρόβλεψη για ιδιωτικότητα. Για παράδειγµα, το δωµάτιο στο ισόγειο του Α.Τ. [περιοχής] Χ που χρησιµοποιούνταν για την επικοινωνία κρατουµένων-συνηγόρων είχε ένα παράθυρο από πλέξιγκλας, µέσω του οποίου η συζήτηση ήταν άνετα αντιληπτή.
Οι κρατούµενοι και οι συνήγοροί τους έµπαιναν σε ακόµη µεγαλύτερο κίνδυνο από το στήσιµο στο «δωµάτιο επικοινωνίας δικηγόρων» στην Υ∆ΕΖΙ (Υποδιεύθυνση δίωξης εγκληµάτων κατά της ζωής και ιδιοκτησίας) η οποία βρίσκεται στον … όροφο της ΓΑ∆Α, όπου η αντιπροσωπεία της CPT βρήκε µια αποκρυµµένη κάµερα καταγραφής, η οποία ήταν συνδεδεµένη µε οπτικο-ακουστικό εξοπλισµό καταγραφής στο Γραφείο του Αναπληρωτή ∆ιευθυντή του Ανθρωποκτονιών και Απαγωγών.
Είναι αναντίρρητο ότι αυτό αποτελεί σοβαρή παραβίαση βασικών εγγυήσεων του Κ.Π.∆… Το δικαίωµα πρόσβασης σε δικηγόρο πρέπει να περιλαµβάνει το δικαίωµα συνάντησης µαζί του κατ’ ιδίαν. Κάθε διαβούλευση µε δικηγόρο ενός ατόµου υπό αστυνοµική κράτηση πρέπει να λαµβάνει χώρα µακριά από τα όµµατα και τα ώτα αστυνοµικών.
Ασφαλώς δεν πρέπει ποτέ να καταγράφεται και να παρακολουθείται από τους ερευνώντες αστυνοµικούς. Πέρα και πάνω από τον κίνδυνο ότι το δικαίωµα κάποιου σε δίκαιη δίκη θα κινδυνεύσει ανεπανόρθωτα από την αθέµιτη αυτή αστυνοµική δραστηριότητα, ένας κρατούµενος µπορεί να µην αισθανθεί ελεύθερος να αποκαλύψει τον τρόπο µε τον οποίο τον µεταχειρίζονται.
Κατά συνέπεια, η CPT συνιστά όπως οι ελληνικές Αρχές λάβουν τα απαραίτητα βήµατα για να διασφαλίσουν ότι οι κρατούµενοι της αστυνοµίας µπορούν να µιλούν στο δικηγόρο τους κατ’ ιδίαν. Επιπλέον, θα πρέπει να διεξαχθεί µία έρευνα για την καταγραφή και παρακολούθηση που έλαβε χώρα από το Τµήµα Ανθρωποκτονιών. Η Επιτροπή θα ήθελε επίσης να λάβει επιβεβαίωση ότι ο µηχανισµός παρακολούθησης αφαιρέθηκε από το «δωµάτιο δικηγόρων» στον … όροφο της Γ.Α.∆.Α..
Υποσηµείωση 34. Η κάµερα ήταν κρυµµένη στη σχάρα του ηχείου στο δωµάτιο δικηγόρου. Ήταν συνδεδεµένη σε µετασχηµατιστή και καλώδιο, το οποίο επανεµφανίζονταν στο Γραφείο του Αναπλ. ∆ιευθυντή αρκετά δωµάτια παρακάτω. Εκεί ήταν συνδεδεµένο σε µία πλήρως λειτουργική τηλεόραση και συσκευή καταγραφής.
Όταν ρωτήθηκε σχετικά, ο Αναπληρωτής ∆ιευθυντής δήλωσε: «Όταν δικηγόροι βρίσκονται µόνοι τους µε κρατούµενους, πρέπει να παρακολουθείται ο χώρος».
Η απάντηση της Ελληνικής Κυβέρνησης και της Ελληνικής Αστυνομίας
Όπως αναφέρεται στην απόφαση, σε απάντηση επί της έκθεσης της Επιτροπής, η Ελληνική Κυβέρνηση αναφέρει ότι για το εν λόγω εύρηµα διετάχθη Ένορκη ∆ιοικητική Εξέταση, ενώ σύµφωνα µε τον επικεφαλής της Υποδιεύθυνσης δίωξης εγκληµάτων κατά της ζωής και ιδιοκτησίας, το σύστηµα αυτό ήταν παρωχηµένο, λόγω φυσιολογικής φθοράς, καθώς ήταν τεχνικά ξεπερασµένο και δυσλειτουργικό και έχει ήδη αφαιρεθεί.
Το Νοέμβριο του 2017 η Ελληνική Αστυνοµία κλήθηκε ενώπιον της Αρχής προκειµένου να δώσει διευκρινίσεις και να εκθέσει τις απόψεις της για την υπόθεση.
Σύμφωνα με τα έγγραφα της ΕΛ.ΑΣ., πράγματι διατάχθηκε Ένορκη ∆ιοικητική Εξέταση, ενώ η Έκθεση της Επιτροπής υποβλήθηκε από την ∆ιεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ. στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, όπου τελικά δεν ασκήθηκε ποινική δίωξη σε βάρος κάποιου προσώπου και η υπόθεση τέθηκε στο αρχείο.
Απαντώντας σε σχετικό ερώτηµα της Αρχής, η ΕΛ.ΑΣ. σηµείωσε ότι δεν είναι διαθέσιµη διοικητική πράξη της σχετικά με την εγκατάσταση του εν λόγω συστήµατος βιντεοεπιτήρησης, ενώ σημειώνεται ότι το σύστημα ήταν παρωχημένο και με πολλές βλάβες.
Πέραν τούτου, η ΕΛ.ΑΣ. σημειώνει το έγγραφό της ότι:
– Ο εν λόγω χώρος χρησιµοποιείται ως χώρος προσαγωγής ατόµων, δακτυλοσκόπησης και καταγραφής/προσωρινής φύλαξης πειστηρίων και μόνο κατ’ εξαίρεση θα µπορούσε να χρησιµοποιηθεί για επικοινωνία κρατουμένου-δικηγόρου.
– Η εν λόγω κάµερα βρίσκεται τοποθετηµένη στο δωµάτιο αυτό από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 και δεν λειτούργησε ποτέ, ενώ αφαιρέθηκε το 2015.
– Η κάµερα τοποθετήθηκε πριν από το 1997, έτος έκδοσης του ν. 2472/1997, δεν εµπίπτει στο πεδίο εφαρµογής του νόµου.
– Η κάµερα ήταν καλυµµένη µε προστατευτικό πλαίσιο για την προστασία της από πράξεις δολιοφθοράς από µέρους των προσαγόµενων ή ακόµα και από το ίδιο το προσωπικό ώστε να µην την περιεργάζεται και προκαλεί φθορές.
Η απόφαση της Αρχής Προστασίας Δεδομένων
Σύμφωνα με την Αρχή, από τα στοιχεία του φακέλου αποδεικνύεται ότι υπήρξε τοποθέτηση κρυφής κάµερας, µε δυνατότητα µετάδοσης εικόνας και ήχου, στον χώρο αυτό της ΓΑ∆Α, χωρίς να έχουν τηρηθεί οι προϋποθέσεις νοµιµότητας για την τοποθέτηση και λειτουργία ενός συστήµατος βιντεοεπιτήρησης, όπως η γνωστοποίηση στην Αρχή ή η τοποθέτηση ενηµερωτικών πινακίδων.
Εξάλλου, ο σκοπός, τον οποίο επικαλείται η ΕΛ.ΑΣ., δηλ. η επιτήρηση των προσαγόµενων ατόµων, η ασφάλεια των προσαγοµένων και του προσωπικού, η πρόληψη οποιασδήποτε έκνοµης ενέργειας και ο έλεγχος από τον Τµηµατάρχη της τήρησης των δικονοµικών κανόνων από τους υφιστάµενούς του κατά την εξέταση και ανάκριση των υπόπτων, δεν συνιστά νόµιµο λόγο εγκατάστασης της κάµερας, δεδοµένου ότι αφενός δεν προβλέπεται από το νόµο σχετική αρµοδιότητα της ΕΛ.ΑΣ. και αφετέρου δεν προκύπτει ότι συντρέχει περίπτωση υπέρτερου έννοµου συµφέροντος κατά την έννοια του άρθρου 5 παρ. 2 στοιχ. 3 ν. 2472/1997.
Παράλληλα, η Αρχή σημειώνει όταν η υποβλήθηκε αναφορά δεν υπήρχε η δυνατότητα άµεσης επέµβασης και επιτόπιου διοικητικού ελέγχου εκ µέρους της Αρχής, λόγω του χρόνου που είχε µεσολαβήσει και λόγω του ότι η κάµερα είχε αφαιρεθεί.
Παρόλο που δεν αποδείχθηκε ότι έχει εκδοθεί διοικητική πράξη που να εγκρίνει την τοποθέτηση της εν λόγω κάµερας, ο σκοπός της τοποθέτησης ήταν σαφής, όπως αναφέρθηκε στα έγγραφα που υποβλήθηκαν στην Αρχή.
Ωστόσο, δεν υφίσταται κάποιο άλλο στοιχείο, από το οποίο να προκύπτει η λειτουργία και χρήση της κάµερας κατά τη διάρκεια των συναντήσεων των κρατούµενων µε τους δικηγόρους τους.
Εποµένως, η Αρχή επισημαίνει ότι δεν µπορεί µε βεβαιότητα να τεκµηριωθεί ότι διενεργήθηκε επεξεργασία δεδοµένων προσωπικού χαρακτήρα µέσω βιντεοσκόπησης µε χρήση της εν λόγω κάµερας.
Με βάση τα ευρύματα και το σχετικό νομικό πλαίσιο, η Αρχή απηύθυνε σύσταση στην Ελληνική Αστυνοµία ως υπεύθυνο επεξεργασίας, προκειμένου να φροντίσει ώστε να τηρούνται εφεξής οι προϋποθέσεις νόµιµης εγκατάστασης και λειτουργίας συστηµάτων
βιντεοεπιτήρησης.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση 64/2018 της ΑΠΔΠΧ.