Σύμφωνα με το άρθρο 3 της σύμβασης Χάγης «για τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιών», που υπογράφηκε στη Χάγη στις 25 Οκτωβρίου 1980 και έχει κυρωθεί από την Ελλάδα, με το ν. 2102/1992, η μετακίνηση ή η κατακράτηση παιδιού (προσώπου νεώτερου των 16 ετών) θεωρούνται παράνομες:
α) Εφόσον έγιναν κατά παραβίαση δικαιώματος επιμέλειας αναγνωρισμένου σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή άλλη οργάνωση, είτε αποκλειστικά είτε από κοινού με άλλους, από το δίκαιο του κράτους μέλους στο οποίο το παιδί είχε τη συνήθη διαμονή του αμέσως πριν από τη μετακίνηση ή την κατακράτησή του, και
β) το δικαίωμα αυτό ασκούταν πραγματικά, αποκλειστικά ή από κοινού με άλλους, κατά τον χρόνο της μετακίνησης ή της κατακράτησης ή θα είχε ασκηθεί με αυτόν τον τρόπο εάν δεν είχαν επισυμβεί τα γεγονότα αυτά. Το δικαίωμα επιμέλειας που αναφέρεται στην περίπτωση α) μπορεί να απορρέει ιδίως είτε απευθείας από το νόμο είτε από δικαστική ή διοικητική απόφαση, είτε από συμφωνία που ισχύει σύμφωνα με το δίκαιο αυτού του κράτους.
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2, 7 εδ. γ`, 10, 11 της σύμβασης Χάγης «για τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιών» σε περίπτωση παράνομης κατά την έννοια του άρθρου 3 μετακίνησης ή κατακράτησης (απαγωγής) παιδιών, οι δικαστικές (ή διοικητικές) αρχές των συμβαλλομένων κρατών οφείλουν να εφαρμόζουν τις διαδικασίες επείγοντος χαρακτήρα για την επιστροφή του παιδιού (στην περίπτωση της Ελλάδας τη διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων). Οι διαδικασίες αυτές κινούνται από την προβλεπομένη από τη σύμβαση αυτή Κεντρική Αρχή, η οποία, προκειμένου για την Ελλάδα, είναι το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Διαβάστε εδώ λεπτομέρειες για τη διαδικασία και τη διεθνή εκτελεστότητα των σχετικών αποφάσεων.