Το σχέδιο της συμφωνίας με την Ε.Ε. για την έξοδο της Βρετανίας από την Ενωση που προτείνει η Βρετανίδα πρωθυπουργός, Τερέζα Μέι, θα καταστήσει δυσκολότερη τη χρηματοδότηση των δημόσιων υπηρεσιών της χώρας λόγω της μείωσης των φορολογικών εσόδων, προειδοποεί έκθεση που εκπονήθηκε από την ομάδα σκέψης «UK in A Changing Europe» για λογαριασμό της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (London School of Economics), του King’s College London και του Ινστιτούτου Φορολογικών Μελετών.
Στην έρευνα διαπιστώθηκε ότι ένα σενάριο χωρίς συμφωνία θα ήταν ακόμα χειρότερο, συρρικνώνοντας την οικονομία κατά 8,7%, ενώ η μεταβατική περίοδος 21 μηνών που θα ακολουθήσει την επίτευξη συμφωνία «ελεύθερου εμπορίου» με την Ε.Ε., αναμένεται να πλήξει τα δημοσιονομικά έσοδα κατά 0,4% έως 1,8% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα. Κάτι τέτοιο θα υπερκαλύψει κατά πολύ τα κέρδη στα δημόσια οικονομικά που αναμένονται από τη μείωση των συνεισφορών στους προϋπολογισμούς της ΕΕ.
Ακόμη, βάσει των υπολογισμών της σχετικής έρευνας η συμφωνία της Μέι θα συρρικνώσει μακροπρόθεσμα την οικονομία του Ηνωμένου Βασιλείου κατά 1,9% έως 5,5% μέχρι το 2030. Τα εν λόγω αποτελέσματα ευθυγραμμίζονται σε γενικές γραμμές με εκείνα που προέκυψαν από μια ξεχωριστή άσκηση μοντελοποίησης που πραγματοποίησε το Εθνικό Ινστιτούτο της Οικονομικής και Κοινωνικής Έρευνας τη Δευτέρα, η οποία προβλέπει απώλεια 100 δισ. λιρών του ΑΕΠ.
«Υποθέτουμε ότι τα δημόσια οικονομικά θα ωφελούνται κατά 0,4% του ΑΕΠ ετησίως ως αποτέλεσμα της μείωσης των καθαρών συνεισφορών της ΕΕ,…[αλλά] υποθέτουμε ότι η μείωση κατά 1% του κατά κεφαλήν ΑΕΠ θα συρρικνώσει τα δημόσια έσοδα κατά 0,4% του ΑΕΠ», αναφέρεται στην έκθεση, στην οποία προστίθεται ότι «τα ευρήματά μας καταδεικνύουν μελλοντικές προκλήσεις προς τους υπευθύνους χάραξης πολιτικής. Η κλίμακα των επιπτώσεων που εκτιμήσαμε θα δυσκολέψει την επίτευξη βασικών στόχων δημόσιας πολιτικής».
«Θα πρέπει να παρθούν δύσκολες αποφάσεις, ιδιαίτερα για τη φορολογία και τις δαπάνες», σημειώνεται στην έρευνα όπου τονίζεται μεταξύ άλλων ότι δεν υπάρχει κανένα σημάδι ότι οι εν λόγω ενδείξεις έχουν εκτιμηθεί τουλάχιστον από τα δύο κύρια πολιτικά κόμματα, καθώς η ρητορική τους το 2017 φαινόταν να υποδηλώνει ότι ένας κόσμος μετά το Brexit θα είναι «ως συνήθως».
Η έκθεση εξέτασε τις οικονομικές συνέπειες της συμφωνίας απόσυρσης και της πολιτικής που συμφωνήθηκε μεταξύ Βρετανίας και Βρυξελλών. Ωστόσο, ο καθηγητής Anand Menon, διευθυντής της ομάδας σκέψης που εκπόνησε την έρευνα δήλωσε ότι είναι προφανές πως αυτού του είδους οικονομική μοντελοποίηση πρέπει να πρέπει να αντιμετωπιστεί με «κατάλληλη προσοχή», αν και «έδωσε σαφή ένδειξη για την ευρεία κλίμακα των επιπτώσεων της συμφωνίας που διαπραγματεύθηκε η πρωθυπουργός».