Τον επαναϋπολογισμό των ληξιπρόθεσμων εισφορών προ του 2017 με βάση τον νόμο Κατρούγκαλου εξετάζει, όντας ήδη σε άτυπη προεκλογική τροχιά, η κυβέρνηση για πάνω από 550.000 μέλη εταιρειών (Ο.Ε., Ε.Ε., ΕΠΕ κ.λπ.), αυτοαπασχολούμενους, αλλά και “μπλοκάκηδες” από την αρχή του επόμενου χρόνου.
Κάτι τέτοιο, εφόσον εφαρμοζόταν, θα μπορούσε να αφαιρέσει τουλάχιστον το 22% του ύψους των σημερινών χρεών, τα οποία δημιούργησαν οι ελεύθεροι επαγγελματίες έως και τις 31/12/2016 με βάση το σύστημα υπολογισμού των εισφορών που ίσχυε προ του νόμου Κατρούγκαλου (σύστημα ασφαλιστικών κατηγοριών ή κλάσεων). Κι αυτό γιατί ο τρόπος υπολογισμού των εισφορών βάσει του νόμου Κατρούγκαλου οδηγεί σε χαμηλότερες –αν και επίσης δυσβάσταχτες για τις οικονομικές αντοχές των αυτοαπασχολούμενων– ασφαλιστικές επιβαρύνσεις σε σχέση με το προϊσχύον “καθεστώς”.
Ο επαναϋπολογισμός των ληξιπρόθεσμων εισφορών βρίσκεται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης με τους “θεσμούς” και, αν αρθούν οι επιφυλάξεις τους, τότε θα οδηγήσει σε δραστική μείωση των οφειλών προς τα Ταμεία. Δηλαδή θα μπορούν έτσι να ρυθμιστούν πιο εύκολα.
Στο ίδιο πλαίσιο, άλλωστε, “τρέχει” και η παράλληλη διαπραγμάτευση με τους “θεσμούς” για να αυξηθούν οι δόσεις της τμηματικής εξόφλησής τους (ακόμα και σε 120), εκτός όμως εξωδικαστικού συμβιβασμού.
Ο συνδυασμός μείωσης των ληξιπρόθεσμων οφειλών (μετά τον επαναϋπολογισμό τους) και αύξησης των δόσεων εξόφλησής τους θα μπορούσε αφενός να επαναφέρει στο ασφαλιστικό σύστημα πολλούς επαγγελματίες που χρωστούν στα Ταμεία και αφετέρου να αυξήσει τα έσοδα των Ταμείων, ειδικά καθώς η κυβέρνηση “καίγεται” να διατηρήσει το φετινό ασφαλιστικό υπερπλεόνασμα το 2019, αλλά και τα επόμενα χρόνια, προκειμένου να αποφευχθούν οι περικοπές των συντάξεων…
Ο υπό εξέταση μηχανισμός
Την πρόταση του επαναϋπολογισμού έχει θέσει, πλέον, η κυβέρνηση προς τους “θεσμούς”, εξειδικεύοντας ένα παλιότερο σενάριο το οποίο εξέταζε, όπως είχε αποκαλύψει το “Κεφάλαιο“.
Το σενάριο αυτό προβλέπει, αναλυτικότερα, τον λογιστικό υπολογισμό των εισφορών τις οποίες δεν κατέβαλαν οι επαγγελματίες έως και τις 31/12/2016 με βάση τον τρόπο που έχει φέρει ο νόμος Κατρούγκαλου και ισχύει από 1 /1/2017, δηλαδή ως ποσοστό 20% επί του εισοδήματος των επαγγελματιών (υπέρ της κύριας ασφάλισης).
Επειδή, όμως, είναι τεχνικά δύσκολος ο υπολογισμός των εισφορών με το εισόδημα που δήλωσαν οι επαγγελματίες κάθε χρόνο στην προ του 2017 περίοδο, εκείνο το οποίο προκρίνεται είναι ο υπολογισμός τους –για όλο το χρονικό διάστημα που έχει προκύψει οφειλή– με βάση το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα, δηλαδή τα 7.032 ευρώ.
Μάλιστα, δεν αποκλείεται να ισχύσει για τις προ του 2017 εισφορές ακόμα και ο συντελεστής 13,3%, ο οποίος –όπως έχει εξαγγείλει η κυβέρνηση– θα ισχύσει για τις τρέχουσες εισφορές από 1/1/2019 για όσους δηλώνουν εισόδημα άνω των 7.032 ευρώ. Ερώτημα παραμένει με τους τόκους και τις προσαυξήσεις με τις οποίες έχουν “φορτωθεί” τα χρέη των επαγγελματιών.
Το αδιέξοδο
Υπενθυμίζεται πως έως και τις 31/12/2016 τόσο στον ΟΑΕΕ, στον οποίο ασφαλίζονταν οι έμποροι, οι βιοτέχνες και γενικότερα οι περισσότεροι επιχειρηματίες, όσο και στο ΕΤΑΑ, στον οποίο ασφαλίζονταν οι αυτοαπασχολούμενοι μηχανικοί, γιατροί, δικηγόροι, ίσχυαν ασφαλιστικές κατηγορίες. Συγκεκριμένα, ανά δύο-τρία έτη (ανάλογα με το Ταμείο) κάθε αυτασφαλισμένος ανέβαινε κατηγορία, καταβάλλοντας υψηλότερες εισφορές, ανεξάρτητα από το εισόδημα το οποίο δήλωνε κάθε χρόνο.
Το σύστημα αυτό, ως γνωστόν, καταργήθηκε από 1/1/2017. Έκτοτε οι εισφορές των επαγγελματιών υπολογίζονται με βάση το εκάστοτε πιο πρόσφατα εκκαθαρισμένο εισόδημα το οποίο δήλωσαν στην Εφορία.
Αν και για μια ορισμένη μερίδα αυτοαπασχολούμενων μειώθηκαν οι μηνιαίες τρέχουσες εισφορές τις οποίες καταβάλλουν από τις αρχές του 2017, οι γιγάντιες ληξιπρόθεσμες οφειλές από εισφορές που δεν κατέβαλλαν έως τέλος του 2016 τούς εμπόδιζαν να έχουν πρόσβαση όχι μόνο στη σύνταξη (εφόσον είχαν θεμελιώσει σχετικό δικαίωμα), αλλά και στη δημόσια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Και αυτό γιατί κανείς επαγγελματίας δεν μπορεί να έχει αυτή την “πρόσβαση” ακόμα και αν καταβάλλει από το 2017 τις τρέχουσες εισφορές, στην περίπτωση που έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προ του 2017. Το πρόβλημα αυτό δεν “καίει” μόνο τους επαγγελματίες, αλλά και τα ασφαλιστικά ταμεία, καθώς χάνουν δυνητικά έσοδα από ρυθμίσεις οφειλών.
Δεδομένου ότι το μέσο ύψος των οφειλών προς τον ΟΑΕΕ ανέρχεται στα 25.000 ευρώ, σχεδόν κανείς από τους οφειλέτες δεν μπορεί να εξοφλήσει τμηματικά με την πάγια ρύθμιση των 12 δόσεων.
Επίσης, η ρύθμιση των 120 δόσεων μέσω του εξωδικαστικού συμβιβασμού αφορά εξαρχής μόνο τους οικονομικά ενεργούς, και μάλιστα κερδοφόρους, επιχειρηματίες και όχι τους ζημιογόνους ή όσους έχουν κάνει παύση εργασιών. Τέλος, η ρύθμιση για όσους έχουν θεμελιώσει συνταξιοδοτικό δικαίωμα αφορά μόνο χρέη έως 15.000 ευρώ (προς το τέως ΕΤΑΑ) ή τα 20.000 ευρώ (προς τον τέως ΟΑΕΕ).
Παράδειγμα
Για παράδειγμα, έστω ένας επαγγελματίας ασφαλισμένος στον τέως ΟΑΕΕ δεν πλήρωσε καθόλου εισφορές το 2016. Εάν, με βάση το σύστημα το οποίο ίσχυε προ του νόμου Κατρούγκαλου (σύστημα ασφαλιστικών κατηγοριών), υπαγόταν στην πρώτη κλάση ασφαλιστικών εισφορών, τότε θα χρωστούσε (χωρίς τόκους) το ποσό των 1.824 ευρώ (12×152 ευρώ/μήνα).
Αντίθετα, αν οι εισφορές για το 2016 υπολογίζονταν με βάση το νέο σύστημα (Κατρούγκαλου) και με βάση το κατώτατο ασφαλιστέο εισόδημα σε ετήσια βάση (7.032 ευρώ ), τότε θα ανέρχονταν σε 1.406 ευρώ (20% x 7.032 ευρώ).
Σε αυτή την περίπτωση, θα προέκυπτε ένα έμμεσο “κούρεμα” χρέους 418 ευρώ ή 22%. Το “κούρεμα” αυτό είναι, στην πραγματικότητα, το ελάχιστο το οποίο θα μπορούσε να γίνει. Και αυτό γιατί οι περισσότεροι επαγγελματίες ανήκαν σε ασφαλιστικές κατηγορίες μεγαλύτερες από την 3η και την 4η.