Σε μπαράζ φορολογικών ελέγχων επιδίδεται η φορολογική διοίκηση. Με στόχο να προλάβει την παραγραφή χιλιάδων φορολογικών υποθέσεων κάθε είδους φορολογίας, η ηγεσία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και του υπουργείου Οικονομικών έχει δώσει εντολές προς όλες τις ελεγκτικές υπηρεσίες προκειμένου να επιταχύνουν το έργο τους.
Στις πρώτες θέσεις της λίστας προτεραιότητας μπαίνουν οι υποθέσεις που εμφανίζουν εισπρακτικό ενδιαφέρον, δηλαδή αφορούν επιχειρήσεις και φυσικά πρόσωπα που έχουν φοροδοτική ικανότητα βάσει των οικονομικών τους δεδομένων, όπως είναι η περιουσιακή τους κατάσταση και τα αποτελέσματά τους.
Το τοπίο αναφορικά με τις παραγραφές φορολογικών υποθέσεων έχει σε πολύ μεγάλο βαθμό ξεκαθαρίσει με βάση τις τελευταίες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, τις γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους αναφορικά με τις αποφάσεις του ανώτατου δικαστηρίου αλλά και τις σχετικές εγκυκλίους οδηγιών που έχει εκδώσει η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων.
Η προσπάθεια για επιτάχυνση του ελεγκτικού έργου, προκειμένου να προλάβει η φορολογική διοίκηση την παραγραφή που επέρχεται στο τέλος του έτους, συνδέεται και με τις εισπρακτικές ανάγκες του Προϋπολογισμού. Η προσπάθεια εξασφάλισης της υλοποίησης των δημοσιονομικών στόχων για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% τα επόμενα χρόνια συνδυάζεται με τις αυξημένες δαπάνες προεκλογικού χαρακτήρα που έχει αρχίσει ήδη να πραγματοποιεί η κυβέρνηση. Η προσπάθεια για μη περικοπή των ψηφισμένων συντάξεων, η διανομή αναδρομικών σε ομάδες εργαζομένων του Δημοσίου και η υλοποίηση του προεκλογικού πακέτου Τσίπρα που ανακοινώθηκε από το βήμα της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης αυξάνουν τις εισπρακτικές ανάγκες του Δημοσίου.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, αλλά και τις προφορικές και έγγραφες οδηγίες που έχουν δοθεί στις ελεγκτικές υπηρεσίες, έρχονται έλεγχοι έως το τέλος του έτους για:
– Φορολογικές υποθέσεις της χρήσης 2011 για τις οποίες έχει υποβληθεί κανονικά φορολογική δήλωση και έχουν εντοπιστεί από τις φορολογικές Αρχές συμπληρωματικά στοιχεία εντός του 2017, δηλαδή κατά το τελευταίο έτος της 5ετούς προθεσμίας παραγραφής, και τα οποία παραπέμπουν σε φοροδιαφυγή. Οι υποθέσεις αυτές αφορούν κατά κύριο λόγο φορολογία εισοδήματος από φορολογούμενους στους οποίους έχει εκδοθεί εντολή φορολογικού ελέγχου για “αδικαιολόγητη” προσαύξηση περιουσίας. Οι έλεγχοι γίνονται με τη χρήση των λεγόμενων έμμεσων τεχνικών προσδιορισμού του εισοδήματος και, στο πλαίσιο αυτό, χρησιμοποιείται ειδικό λογισμικό που έχει αναπτύξει η Διεύθυνση Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης της ΑΑΔΕ. Με το λογισμικό αυτό υπολογίζεται η καθαρή εισροή ποσών στους τραπεζικούς λογαριασμούς του ελεγχομένου και αυτή συγκρίνεται με τα ποσά που έχουν δηλώσει ως εισοδήματα οι φορολογούμενοι στις φορολογικές τους δηλώσεις.
– Η χρήση 2012 παραγράφεται στο τέλος του τρέχοντος έτους. Ωστόσο, η παραγραφή της παρατείνεται και γίνεται, από 5ετής, 20ετής στις περιπτώσεις που έως το τέλος του τρέχοντος έτους προκύψουν συμπληρωματικά στοιχεία που παραπέμπουν σε φοροδιαφυγή. Στο πλαίσιο αυτό, εντείνονται οι φορολογικοί έλεγχοι που έχουν ξεκινήσει σε άλλες υποθέσεις προκειμένου να εντοπιστούν στοιχεία όπως λήψη πλαστών και εικονικών φορολογικών στοιχείων, τα οποία θα παρατείνουν την παραγραφή.
– Τα ίδια με την παραπάνω περίπτωση ισχύουν και για τη χρήση 2007, για την οποία έχει υποβληθεί εμπρόθεσμη φορολογική δήλωση, καθώς παραμένει “ζωντανή” μόνο εφόσον προκύψουν συμπληρωματικά στοιχεία έως το τέλος του 2018.
– Η χρήση 2002 και οι επόμενες παραμένουν “ζωντανές” εφόσον δεν έχει υποβληθεί δήλωση φορολογίας εισοδήματος, καθώς ισχύει 15ετής κανόνας παραγραφής. Πρόκειται για σημαντικό αριθμό φορολογικών υποθέσεων σε αυτή την κατηγορία, διότι ξεκαθαρίστηκε από το Συμβούλιο της Επικρατείας ότι, εφόσον η φορολογική δήλωση υποβλήθηκε μόνο εντός της 5ετίας της βασικής προθεσμίας παραγραφής, τότε μόνο θεωρείται ότι υποβλήθηκε φορολογική δήλωση. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, που είναι και πολλές, η παραγραφή είναι 15ετής και, έτσι, η χρήση 2002 παραγράφεται στο τέλος του τρέχοντος έτους.
Οι έλεγχοι για την αδικαιολόγητη προσαύξηση περιουσίας βασίζονται κατά κύριο λόγο στο άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών. Πάντως, θα πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως υποστηρίζουν γνώστες των διαδραματιζομένων στο πεδίο των φορολογικών ελέγχων, η απόδοση των ελέγχων με βάση το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών παρουσιάζει πλέον πολύ περιορισμένη αποδοτικότητα, καθώς το αδήλωτο χρήμα παραμένει σε μορφή μετρητών που είναι δύσκολα ανιχνεύσιμα και ανώνυμα.