Οι παγκόσμιες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου το 2030, μπορεί να είναι 13 έως 15 δισεκατομμύρια τόνους περισσότεροι από το απαιτούμενο επίπεδο ώστε η παγκόσμια θερμοκρασία να διατηρηθεί εντός στόχου μέσα στον αιώνα.
Η ένατη έκθεση του Περιβαλλοντικού προγράμματος των Ηνωμένων Εθνών (UNEP) ανέλυσε τις πολιτικές περιορισμού των επικίνδυνων αερίων που εφαρμόζουν οι χώρες και κατά πόσο αυτές είναι επαρκείς για τη συγκράτηση της παγκόσμιας μέσης θερμοκρασίας σε ρυθμό αύξησης μικρότερο των 2 βαθμών Κελσίου.
Η αποτίμηση του ΟΗΕ έρχεται λίγες ημέρες μετά τη Κλιματική Διάσκεψη του Οργανισμού που θα διεξαχθεί στην Πολωνία μεταξύ 2 και 14ης Δεκεμβρίου, και από τις συνομιλίες της οποίας θα προκύψει ένα βιβλίο κανόνων για τον τρόπο εφαρμογής της Συμφωνίας των Παρισίων (2014) που θέτει όριο στην αύξηση των παγκόσμιων θερμοκρασιών μεταξύ 1,5 και 2 βαθμών κελσίου.
Η UNEP ανακοίνωσε ότι οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου σημείωσαν το 2017 ρεκόρ με 53,5 δισεκατομμύρια τόνους, ύστερα από τρία έτη μειώσεων.
Ωστόσο, το 2030 οι εκπομπές θα χρειαστεί να είναι κατά περίπου 25% και 55% χαμηλότερες από την περασμένη χρονιά ώστε να επανέλθει σε τροχιά ο στόχος περιορισμού της παγκόσμιας υπερθέρμανσης κατά 2 και 1,5 βαθμό Κελσίου, αντίστοιχα.
Η αύξηση στις εκπομπές και η υστέρηση στις αναληφθείσες δράσεις, σημαίνει ότι το «η απόσταση για την επίτευξη του στόχου θα είναι φέτος μεγαλύτερη παρά ποτέ», σημειώνεται στην έκθεση.
«Εάν το κενό αυτό δεν κλείσει έως το 2030 , είναι πολύ λογικό ο στόχος μείωσης της θερμοκρασίας να καταστεί ανέφικτος. Για να κρατηθεί η αύξηση της θερμοκρασίας κάτω από τους 2 βαθμούς Κελσίου, θα απαιτηθεί τριπλασιασμός προσπαθειών και μέτρων ενώ για τον πιο φιλόδοξο στόχο της 1,5 μονάδας, θα απαιτηθεί πενταπλασιασμός», προστίθεται στην έκθεση.
«Αυτή τη στιγμή οι μεγαλύτερες 20 οικονομίες του πλανήτη, της λεγόμενης ομάδος G20, είναι συνολικά εκτός τροχιάς στην επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί για το 2030», καταλήγει η αναφορά της UNEP.