Η περίπτωση της καθαρίστριας είναι η κορυφή του παγόβουνου , αλλά εκκρεμούν εκατοντάδες περιπτώσεις χρήσης πλαστών πτυχίων
Με την παραπομπή μιας υπόθεσης που ήδη εκκρεμεί στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, αναμένεται να επιλυθεί οριστικά το ζήτημα της διάστασης της νομολογίας αλλά και της κατεύθυνσης που πρέπει να παίρνουν οι υποθέσεις της χρήσης πλαστών τίτλων σπουδών από δημοσίους υπαλλήλους.
Σε ανύποπτο χρόνο (δηλαδή πριν γνωστοποιηθεί η περίπτωση της καθαρίστριας) , σύμφωνα με πληροφορίες η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου, είχε προτείνει στον πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, Βασ. Πέππα, να οδηγηθεί μια από τις υποθέσεις αυτές στην Ολομέλεια ώστε να κριθούν οριστικά τα νομολογιακά δεδομένα.
Οι συγκεκριμένες δικογραφίες είναι εκατοντάδες και όπως απέδειξε η υπόθεση της καθαρίστριας του Βόλου, άνθρωποι που διέπραξαν ή κατηγορούνται ότι διέπραξαν αδικήματα τα οποία είναι μεν σοβαρά όχι όμως τόσο υψηλής διάστασης ώστε να οδηγηθούν στις φυλακές κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν ακόμα και το εξωπραγματικό ενδεχόμενο (βάση του νόμου περί καταχραστών) της ισόβιας κάθειρξης.
Η διάσταση της νομολογίας
Στα δικαστήρια έχουν εμφανιστεί δυο τάσεις:
- Η μια, η οποία εφαρμόζει αυστηρά τη διάταξη περί καταχραστών δημοσίου, θεωρώντας πώς η συνολική ζημία του δημοσίου από τη χρήση του πλαστού πιστοποιητικού είναι όλοι οι μισθοί που έχει λάβει ο κατηγορούμενος , ο οποίος πήρε τη θέση με βάση αυτό το πλαστό πιστοποιητικό. Δεν συνυπολογίζεται – κακώς προφανώς- η παροχή της εργασίας του κατηγορουμένου επί τόσα χρόνια, ανεξάρτητα από το αν κατέχει ή όχι τίτλο σπουδών, για την οποία ούτως ή άλλως το δημόσιο θα πλήρωνε τα χρήματα αυτά.
- Η δεύτερη είναι αυτή που κρίνει με μεγαλύτερη επιείκεια και θεωρεί ως ζημία μόνον το ποσό το οποίο καρπώνεται επιπλέον ο κατηγορούμενος που εμφανίζει π.χ έναν μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών. Το ποσό δηλαδή που δεν θα δικαιούνταν αν δεν είχε αυτό τον τίτλο σπουδών (απόφαση 128/18).
Οι δυο αυτές διαστάσεις της ίδιας περίπτωσης δημιουργούν μια χαώδη και προφανώς νομικά ανεπίτρεπτη διαφορά αντιμετώπισης «ίδιων» υποθέσεων αφού από το ποσό της ζημίας εξαρτάται αν ένα αδίκημα διωχθεί ως κακούργημα ή ως πλημμέλημα, καθώς βέβαια και ο χρόνος παραγραφής του.
Βέβαια η περίπτωση της καθαρίστριας του Βόλου είναι ουσιαστικά εκτός οποιουδήποτε πεδίου της νομολογίας, αφού είναι απλή διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών: Αφενός τι σημασία είχε τελικά αν απέκτησε ή όχι απολυτήριο δημοτικού η γυναίκα αυτή, αφετέρου τα χρήματα( μέχρι δεκάρας) που εισέπραξε, τα πήρε δουλεύοντας και το δημόσιο θα τα έδινε ούτως ή άλλως σε κάποιον για να κάνει αυτή τη δουλειά.
Η ζημία και η επιστροφή των χρημάτων
Στις περισσότερες περιπτώσεις ένα επίσης μεγάλο πρόβλημα είναι ότι οδηγούνται στην πολιτική δικαιοσύνη οι διεκδικήσεις του Δημοσίου από όσους έχουν διοριστεί με πλαστά στοιχεία . Τους ζητούν δηλαδή να επιστρέψουν τα ποσά. Και πάλι η στάθμιση του ποσού της ζημίας είναι πολύ σημαντικό γεγονός καθώς κάποια δικαστήρια θεωρούν πως πρέπει να αποδοθεί στο δημόσιο ολόκληρο το ποσόν των μισθών που καταβλήθηκαν.
Άλλα δικαστήρια αποφασίζουν να επιστραφεί το επιπλέον ποσό που λάμβανε ο υπάλληλος κάθε μήνα με βάση το πλαστό π.χ μεταπτυχιακό και άλλα πως ουσιαστικά τα χρήματα αυτά δεν συνιστούν ζημία αφού είναι ανταποδοτικά της παρεχόμενης εργασίας από τον υπάλληλο.