Η μείωση αυτή δεν παραβιάζει ούτε το Σύνταγμα, σύμφωνα με το ΣτΕ
Η μείωση του εφάπαξ βοηθήματος σε όσους υπαλλήλους της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) συνταξιοδοτούνται έγινε για σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος και η μείωση αυτή δεν παραβιάζει ούτε το Σύνταγμα, ούτε την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου(ΕΣΔΑ), αποφάνθηκε το Συμβούλιο της Επικρατείας και απέρριψε τις αιτήσεις 6 συνταξιούχων πρώην υπαλλήλων της ΕΤΕ.
Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο είχαν προσφύγει έξι πρώην υπάλληλοι της ΕΤΕ και ζητούσαν να ακυρωθεί η απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Εργασίας του 2013 με την οποία τροποποιήθηκε το καταστατικό του Ταμείου Ασφάλισης και Πρόνοιας της ΕΤΕ.
Παράλληλα, με την ίδια κοινή υπουργική απόφαση εγκρίθηκε η αναλογιστική μελέτη και αντικαταστάθηκε το άρθρο εκείνο (άρθρο 7) του καταστατικού με το οποίο καθορίζεται ο τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ βοηθήματος, ενώ καθορίστηκε νέος τρόπος υπολογισμού του εφάπαξ η οποίος μάλιστα εφαρμόζεται αναδρομικά για όσους είχαν αποχωρήσει από την ΕΤΕ από 3 Ιανουαρίου 2012 και δεν έχουν λάβει ακόμα το σύνολο του εφάπαξ βοηθήματος.
Να σημειωθεί ότι τόσο το 2011 όσο και το 2013 με αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΤΕ, ανεστάλη η χορήγηση του εφάπαξ βοηθήματος, αυξήθηκαν οι ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων και επιμηκύνθηκε ο χρόνος καταβολής του από 24 σε 36 μήνες από την υποβολή της σχετικής αίτησης.
Τώρα, το Α΄ Τμήμα του ΣτΕ με την υπ΄ αριθμ. 2429/2018 απόφασή του απέρριψε την αίτηση των συνταξιούχων πρώην υπαλλήλων της ΕΤΕ, κρίνοντας ότι η μείωση του εφάπαξ έγινε για σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι ανάγονται στην αδυναμία του εν λόγω Ταμείου να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του.
Τέλος, οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι η μείωση του εφάπαξ βοηθήματος δεν παραβιάζει την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας και την ΕΣΔΑ.