Οι πραγματικοί μισθοί στην Ελλάδα μειώθηκαν το 2017 κατά 3,5% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, μείωση που είναι η μεγαλύτερη από το 2013 αλλά και η μεγαλύτερη στην Ευρώπη για το 2017, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ILO). Παράλληλα, τη δεκαετία 2008-2017 οι πραγματικοί μισθοί στην Ελλάδα μειώνονταν 3,1% τον χρόνο κατά μέσον όρο και το διάστημα 2000-2017 μειώνονταν 3,5% τον χρόνο κατά μέσο όρο. Αλλά και διεθνώς η κατάσταση δεν είναι ρόδινη, με τους πραγματικούς μισθούς στην Ευρώπη να μένουν στάσιμοι το 2017 και παγκοσμίως να αναπτύσσονται με ρυθμό μόλις 1,8%, τον χαμηλότερο από το 2008.
Τα στοιχεία της έκθεσης του ILO αποκαλύπτουν πόσο δύσκολη ήταν για τους Ελληνες μισθωτούς ολόκληρη η προηγούμενη δεκαετία.
Η πτώση οφείλεται όχι μόνο στις άμεσες μειώσεις μισθών, αλλά και στη μετάβαση πολλών εργαζομένων σε καθεστώτα μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης. Ο μέσος ετήσιος ρυθμός μεταβολής των πραγματικών (δηλαδή όταν υπολογίζεται η επίπτωση του πληθωρισμού) μισθών στην Ελλάδα είναι σχεδόν πέντε φορές χειρότερος από της Ιταλίας (-0,6%), όπου οι μισθωτοί επίσης έχασαν μια ολόκληρη δεκαετία. Ανάλογα κακή είναι η κατάσταση και για τους Βρετανούς μισθωτούς, αφού ο πραγματικός μισθός τους μειωνόταν 0,5% κατά μέσον όρο τον χρόνο. Η εικόνα για την Ελλάδα επιδεινώνεται ακόμη περισσότερο εάν εξεταστεί ολόκληρη η περίοδος 2000-2017, διότι οι πραγματικοί μισθοί μειώνονταν με μέσο ρυθμό 3,5% τον χρόνο. Μια σύγκριση της μεταβολής των μισθών στην Ελλάδα σε σύγκριση με τις λεγόμενες υπόλοιπες «μνημονιακές» χώρες αποκαλύπτει το μέγεθος του προβλήματος στην Ελλάδα. Στην Ισπανία ο μέσος πραγματικός μισθός μειωνόταν τη δεκαετία 2008-2017 κατά 0,3% τον χρόνο. Στην Κύπρο αυξήθηκε μόλις κατά 0,2% μ.ό. τον χρόνο, αλλά τουλάχιστον υπήρξε αύξηση. Στην Ιρλανδία καταγράφεται επίσης αναιμική αύξηση 0,3% και στην Πορτογαλία αύξηση 0,4%.
Σε παγκόσμιο επίπεδο το Διεθνές Γραφείο Εργασίας εντοπίζει ανησυχητική επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης μισθών το 2017, με τους μισθούς να αυξάνονται κατά 1,8% από 2,4% που είχαν αυξηθεί το 2017. Μάλιστα, αν δεν υπολογιστεί η επίδραση της Κίνας, της οποίας ο μεγάλος πληθυσμός και ο ταχύς ρυθμός αύξησης ρυθμών επηρεάζουν σημαντικά τον παγκόσμιο μέσο όρο, τότε ο ρυθμός μεταβολής των πραγματικών μισθών σε παγκόσμιο επίπεδο διαμορφώθηκε το 2017 σε μόλις 1,1%. Στην Ευρώπη (εξαιρείται η ανατολική Ευρώπη) οι πραγματικοί μισθοί το 2017 έμειναν στάσιμοι (σχεδόν μηδενική ανάπτυξη) το 2017, ενώ είχαν αυξηθεί με ρυθμό 1,3% το 2016 και ρυθμό 1,6% το 2015. Η αρνητική εξέλιξη αποδίδεται από το ILO στην επιβράδυνση του ρυθμού αύξησης των πραγματικών μισθών σε Γερμανία (0,9%) και σε Γαλλία (0,1%) και στη συρρίκνωση των μισθών σε Ιταλία (-1,2%) και Ισπανία (-1,8%).
Στις οικονομίες της Ομάδας των 20 πιο ανεπτυγμένων οικονομικά χωρών (G20) οι πραγματικοί μισθοί αυξήθηκαν με ρυθμό μόλις 0,4% το 2017, ενώ είχαν αυξηθεί κατά 0,9% το 2016 και κατά 1,7% το 2017. Στις ΗΠΑ ο ρυθμός μεταβολής των πραγματικών μισθών είχε αυξηθεί κατά 2,2% το 2015 και στη συνέχεια επιβραδύνθηκε σημαντικά στο 0,7% το 2016 και το 2017. Για το σύνολο του G20 οι πραγματικοί μισθοί αυξήθηκαν κατά 2,1% το 2017 από 2,7% το 2016. Λαμβάνοντας υπόψη την ανάκαμψη του ΑΕΠ και τη σταδιακή υποχώρηση της ανεργίας σε αρκετές χώρες τα προηγούμενα έτη, ο αργός ρυθμός αύξησης των πραγματικών μισθών στις ανεπτυγμένες οικονομίες το 2017 παραμένει μυστήριο, σύμφωνα με τον ILO. Οι οικονομολόγοι του οργανισμού αναφέρουν ως πιθανές αιτίες τον αργό ρυθμό αύξησης της παραγωγικότητας αλλά και την αποσύνδεσή της, σε κάποιο βαθμό, από τους μισθούς, την ένταση του ανταγωνισμού, τον περιορισμό της διαπραγματευτικής ισχύος των εργαζομένων και την αποτυχία των στατιστικών υπηρεσιών να συλλάβουν την ανεργία στην πλήρη έκτασή της.
Χάσμα
Στη φετινή έκθεση του ILO αναδεικνύεται και η έκταση του προβλήματος όσον αφορά στην ανισότητα στις αμοιβές μεταξύ ανδρών και γυναικών. Χρησιμοποιώντας νέες μεθόδους και καλύπτοντας 70 χώρες όπου συγκεντρώνεται περίπου το 80% των μισθωτών παγκοσμίως, οι οικονομολόγοι του ILO καταλήγουν στο συμπέρασμα πως το χάσμα στις αμοιβές μεταξύ των δύο φύλων ανέρχεται παγκοσμίως στο 20%. Στις πλούσιες χώρες το χάσμα στις αμοιβές μεταξύ ανδρών και γυναικών είναι μεγαλύτερο για τους υψηλόμισθους, ενώ στις χώρες με χαμηλά και μεσαία εισοδήματα το χάσμα είναι μεγαλύτερο για τους πιο χαμηλόμισθους εργαζομένους. Στην Ελλάδα το χάσμα στις αμοιβές (μέσο ωρομίσθιο) ανδρών και γυναικών ανέρχεται (μέσος όρος) στο 12,5% εις βάρος των γυναικών, στην Κύπρο στο 12,6%, στη Γερμανία στο 21,5%, στην Εσθονία στο 23,8% και στη Σλοβενία στο 4,5%.