Το “εκλογικό” 2019 είναι μία βαριά χρονιά από πλευράς υποχρεώσεων εξυπηρέτησης του χρέους. καθώς θα πρέπει να αποπληρωθούν ή να αναχρηματοδοτηθούν υποχρεώσεις που υπερβαίνουν τα 13,5 δισ. ευρώ.
Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των υποχρεώσεων αφορά σε τρεις κυρίως “δανειστές”: την ΕΚΤ, το ΔΝΤ και θεσμικούς που έχουν στα χέρια τους ελληνικά ομόλογα.
Η ΕΚΤ πρέπει να “εξοφληθεί” για ομόλογα που έχει στο χαρτοφυλάκιό της (SMPs) περί τα 4,7 δισ. ευρώ. Το ΔΝΤ πρέπει να αποπληρωθεί για δόση δανείου 2,13 δισ. ευρώ, ενώ άλλα 4,7 δισ. ευρώ αφορούν σε κατόχους ομολόγων θεσμικούς κατά βάση και μη.
Η συνδυασμένη πίεση που ασκούν αφενός η κρίση με την Ιταλία και το ευρώ και αφετέρου οι επιφυλάξεις που εξακολουθούν να αποτυπώνονται στις χαμηλές διαβαθμίσεις του ελληνικού χρέους από τους οίκους αξιολόγησης, κρατούν σε σημαντική (αρνητική) απόσταση τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων από τα αντίστοιχα ιταλικά, πορτογαλικά, ισπανικά κ.λ.π.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις που κυριαρχούν στην παρούσα συγκυρία η διακοπή του QEαπό την ΕΚΤ στο τέλος του έτους θα αλλάξει τους όρους σύγκρισης και “τιμολόγησης” μεταξύ των ελληνικών ομολόγων και των αντίστοιχων του ευρωπαϊκού νότου, ειδικά της Πορτογαλίας και της Ιταλίας. Με την απόσυρση της στήριξης που δέχονται τα ομόλογα αυτά μέχρι το τέλος του έτους από το πρόγραμμα της ΕΚΤ και πολύ περισσότερο με την πρώτη επιβεβαίωση της αλλαγής της πολιτικής της ΕΚΤ όσον αφορά τα επιτόκια αργότερα μέσα στο έτος, οι αγορές αναμένεται να αντιδράσουν επαναπροσδιορίζοντας πλέον και με βάση τα δημοσιονομικά δεδομένα, τις αξιολογήσεις του χρέους των χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Τότε αναμένεται να “αποτυπωθούν” με περισσότερο ρεαλισμό τα spreads μεταξύ των ομολόγων των χωρών του ευρωπαϊκού νότου, γεγονός που εκτιμάται ότι θα βελτιώσει συγκριτικά την θέση των ελληνικών τίτλων.
Για να στηριχθεί αυτή η “τάση”, η πρόθεση του οικονομικού επιτελείου είναι να δρομολογηθεί η αντικατάσταση ακριβών δανείων με μεσο-μακροπρόθεσμης διάρκειας τίτλους, ήτοι πενταετείς, τριετείς ή ακόμα και επταετείς ανάλογα με την υποδοχή και τις “ευκαιρίες” της αγοράς και με πρώτο στόχο το ακριβό δάνειο του ΔΝΤ του οποίου η αποπληρωμή μέχρι και το 2023 είναι περί τα 2,13 δισ. ευρώ ετησίως. Το επιτόκιο του δανείου αυτού είναι υπό τις παρούσες συνθήκες ακριβότερο από το επιτόκιο που θα μπορούσε να πετύχει μία έκδοση τριετούς ομολόγου ή και πενταετούς στις αρχές του 2019…
Τέλος οι μεγάλες ανάγκες εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους το 2019 θέτουν έτσι κι αλλιώς θέμα εν μέρει αναχρηματοδότησής τους από τις αγορές καθώς συνολικά ξεπερνούν τα 13,5 δισ. ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό ο σχετικός σχεδιασμός που επεξεργάζεται το ΥΠΟΙΚ μέσω του ΟΔΔΗΧ σε συνεργασία με τον ESM φαίνεται ότι θα είναι έτοιμος μέχρι την ψήφιση του Προϋπολογισμού στη Βουλή με πρόθεση οι πρώτες κινήσεις να γίνουν στις αρχές του 2019. Σ’ αυτή την κατεύθυνση άλλωστε κινούνται και οι εκτιμήσεις στελεχών μεταξύ των primary dealers του ελληνικού χρέους.