1. Επανήλθε σε ισχύ ο θεσμός επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων
Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 8, παρ. 2 και 11, παρ. 2 του Ν.1876/1990, οι ΣΣΕ ή όμοιας εκτάσεως ΔΑ (άρθρο 16, παρ. 3 του ιδίου νόμου) δεσμεύουν τους εργαζόμενους και εργοδότες που είναι μέλη των συμβαλλομένων συνδικαλιστικών οργανώσεων και όλους τους εργαζόμενους του κλάδου ή του επαγγέλματος.
Επίσης, στο άρθρο 11 παρ. 2 και 3 του Ν.1876/1990 ορίζονται τα εξής:
«2. Με απόφαση του, που εκδίδεται μετά από γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας, ο Υπουργός Εργασίας μπορεί να επεκτείνει και να κηρύξει γενικώς υποχρεωτική για όλους τους εργαζομένους του κλάδου ή επαγγέλματος συλλογική σύμβαση εργασίας, η οποία δεσμεύει ήδη εργοδότες που απασχολούν το 51% των εργαζομένων του κλάδου ή επαγγέλματος.
Ειδικότερα η επέκταση ομοιοεπαγγελματικής συλλογικής σύμβασης εργασίας δεσμεύει όλους τους εργαζόμενους του επαγγέλματος ανεξάρτητα από το είδος της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης με την επιφύλαξη της παρ.2 του άρθρου 10, του Ν. 1876/1990 (Στην παρ.2 του άρθρου 10 ορίζεται ότι Κλαδική η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση συρροής με ομοιοεπαγγελματική συλλογική σύμβαση εργασίας).
3. Την επέκταση μπορεί να ζητήσει και αρμόδια συνδικαλιστική οργάνωση των εργαζομένων ή των εργοδοτών με αίτηση της, που υποβάλλει στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Η επέκταση ισχύει από την ημερομηνία της δημοσίευσης της απόφασης του Υπουργού στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. (Η παρ. 3 του άρθρου 11 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 7 του άρθρου 37 του Ν. 4024/11)».
Σημειώνεται ότι με την προϊσχύουσα ρύθμιση του άρθρου 37, παρ. 6 του Ν.4024/2011, ανεστάλη από 27/10/2011 η εφαρμογή των διατάξεων του Ν.1876/1990 περί κήρυξης ΣΣΕ ως γενικώς υποχρεωτικής, επί όσο διάστημα ίσχυε το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής (2012-2015). Η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο πέμπτο παρ.2 του Ν. 4475/2017, βάσει του οποίου η αναστολή εφαρμογής των διατάξεων του Ν. 1876/1990 περί κήρυξης ΣΣΕ ως γενικώς υποχρεωτικής είχε ισχύ έως το τέλος του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής άρα μέχρι 20/8/2018.
Κατά συνέπεια από 21/8/2018 επανήλθε σε ισχύ το καθεστώς επέκτασης των κλαδικών συμβάσεων εργασίας μέσω της κήρυξής τους ως υποχρεωτικών προκειμένου να καλύπτουν όσους εργαζόμενους είναι εκτός συνδικάτων και όσους εργάζονται σε επιχειρήσεις μη μέλη των αντίστοιχων εργοδοτικών Ενώσεων. Ειδικότερα με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, η οποία εκδίδεται μετά από γνώμη του Ανώτατου Συμβουλίου Εργασίας (ΑΣΕ), είναι δυνατή η επέκταση και η κήρυξη ως γενικώς υποχρεωτικής για το σύνολο των εργαζομένων του κλάδου, συλλογικής σύμβασης εργασίας, η οποία δεσμεύει ήδη εργοδότες που απασχολούν τουλάχιστον το 51% των εργαζομένων του κλάδου.
Διευκρινίζεται ότι μέχρι το 2011, την κάλυψη ή όχι του 51% των εργαζόμενων ενός κλάδου, πιστοποιούσε η ατομική δήλωση κάθε εργοδότη. Με τις νέες ρυθμίσεις ορίζεται πλέον ότι η ίδια η εργοδοτική οργάνωση που έχει υπογράψει την κλαδική σύμβαση θα δηλώνει ποια και πόσα είναι τα μέλη της, ώστε να διαπιστώνεται αν υφίσταται η κάλυψη του 51% των εργαζόμενων. Η ακολουθούμενη διαδικασία για τη διακρίβωση της κάλυψης ή μη του 51% του συνόλου των εργαζομένων του κλάδου αναφέρεται αναλυτικά στην Εγκύκλιο του Υπουργείου Εργασίας 32921/2175/13-6-2018.
Τέλος, η επέκταση και η κήρυξη ως γενικώς υποχρεωτικής για το σύνολο των εργαζομένων του κλάδου, της συλλογικής σύμβασης εργασίας, ισχύει από την ημερομηνία της δημοσίευσης της απόφασης του Υπουργού Εργασίας στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ενώ με τις προϊσχύουσες ρυθμίσεις η επέκταση ίσχυε από τη ημερομηνία υποβολής της σχετικής αίτησης στο Υπουργείο Εργασίας.
2. Όροι αμοιβής και εργασίας μισθωτού όταν δεν είναι σε ισχύ μια ΣΣΕ ή είναι σε ισχύ αλλά δεν παράγεται αμφιμερής δέσμευση των μερών
Στην περίπτωση που δεν είναι σε ισχύ μια συλλογική σύμβαση εργασίας ή είναι σε ισχύ αλλά δεν παράγεται αμφιμερής δέσμευση των μερών (στην περίπτωση δηλαδή που είτε ο εργοδότης είτε ο εργαζόμενος είτε και οι δυο από κοινού, δεν είναι μέλη των συμβαλλόμενων εργοδοτικών και εργατικών οργανώσεων αντίστοιχα στη σύναψη μιας κλαδικής ή ομοιοεπαγγελματικής ΣΣΕ) και ταυτόχρονα η υπό εξέταση ΣΣΕ δεν έχει κηρυχθεί ως υποχρεωτική:
- οι όροι αμοιβής και εργασίας των εργαζομένων καθορίζονται από ατομικές συμβάσεις εργασίας που δεν επιτρέπεται να ορίζουν μηνιαίες τακτικές αποδοχές ή ημερομίσθιο πλήρους απασχόλησης κατώτερο από το νομοθετικώς καθορισμένο κατώτατο μισθό και ημερομίσθιο. Επισημαίνεται ότι ο νόμιμος νομοθετημένος κατώτατος μισθός και ημερομίσθιο αφορά τους υπαλλήλους και εργατοτεχνίτες όλης της χώρας, των οποίων η αμοιβή δεν ρυθμίζεται από συλλογική σύμβαση εργασίας (άρθρο 103, Ν.4172/2013),
- οι όροι εργασίας των εργαζομένων (οι θεσμικοί, μη μισθολογικοί) καθορίζονται από ατομικές συμβάσεις εργασίας που δεν επιτρέπεται να είναι δυσμενέστεροι των θεσμικών όρων της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ).
Όμως, από την ημερομηνία δημοσίευσης στο ΦΕΚ της υπουργικής απόφασης που κηρύσσει ως υποχρεωτική μια ΣΣΕ, οι όροι της συλλογικής αυτής σύμβασης εργασίας αποκτούν κανονιστική ισχύ και καθίσταται υποχρεωτική η εφαρμογή των όρων της, όπως ισχύει εν προκειμένω με τις κλαδικές ΣΣΕ που ρυθμίζουν τους όρους αμοιβής και εργασίας των ναυτιλιακών πρακτορείων και ναυτιλιακών επιχειρήσεων, των γραφείων ταξιδίων και τουρισμού, των Πρακτορειακών επιχειρήσεων που είναι μέλη της Διεθνούς Ναυτικής Ένωσης και των τραπεζών και οι οποίες κηρύχθηκαν υποχρεωτικές από 3/9/2018, καθώς και τους όρους αμοιβής και εργασίας των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων της περιφερειακής ενότητας Χανίων (υποχρεωτική από 11/9/2018), των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων Νομού Λασιθίου και του Προσαρτήματος σε αυτήν (υποχρεωτική από 11/9/2018), των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων όλης της χώρας (υποχρεωτική από 4/10/2018), των Μελών της Ε.Τ.Ε.Ρ. που εργάζονται σε Ραδιοφωνικούς Σταθμούς (Ρ/Σ) Μέλη της Ε.I.I.Ρ.Α. (υποχρεωτική από 5/11/2018 και των ξενοδοχοϋπαλλήλων Νήσου Ρόδου (υποχρεωτική από 13/11/2018).
3. Όροι ατομικών συμβάσεων ευνοϊκότεροι των κανονιστικών όρων ΣΣΕ
Οι όροι ατομικών συμβάσεων εργασίας που αποκλίνουν από τους κανονιστικούς όρους ΣΣΕ είναι επικρατέστεροι εφόσον παρέχουν μεγαλύτερη προστασία στους εργαζόμενους (άρθρο 7, παρ.2, Ν.1876/1990). Οι ατομικές συμβάσεις δεν μπορούν να παρεκκλίνουν επί το δυσμενέστερον από τις συλλογικές ρυθμίσεις (κλαδικές, επιχειρησιακές, ομοιοεπαγγελματικές) όσον αφορά τα κατώτατα όρια αμοιβών, συνάπτονται, είτε για βελτίωση των κατώτατων αυτών ορίων, είτε για μείωση αποδοχών που έχουν συμφωνηθεί ατομικά και υπερβαίνουν τα κατώτατα συλλογικώς θεσπισθέντα όρια. Η μεταβολή των όρων μιας ατομικής σύμβασης εργασίας που εμπεριέχει λοιπές οικειοθελείς ή εξ ελευθεριότητος παροχές προς τα πάνω ή προς τα κάτω, δύναται να επιτευχθεί μόνο με ατομική τροποποιητική σύμβαση εργασίας ως προϊόν συμφωνίας των συμβαλλομένων μερών. Το περιεχόμενο των έγγραφων αυτών συμφωνιών, δεν μπορεί να είναι δυσμενέστερο έναντι του αντίστοιχου της ΣΣΕ που εφαρμόζεται με κανονιστική ισχύ.
Όροι αμοιβής και εργασίας μισθωτού | |
Πριν από το χρόνο κήρυξης της ΣΣΕ ως υποχρεωτικής | Από την κήρυξη της ΣΣΕ ως υποχρεωτικής και εφεξής |
Βάσει του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή ημερομισθίου- Θεσμικοί όροι βάσει ΕΓΣΣΕ | Εφαρμόζονται με κανονιστική ισχύ οι όροι της κλαδικής ΣΣΕ (μισθολογικοί και θεσμικοί) από την ημέρα που κηρύχθηκε υποχρεωτική. |
Με όρους ατομικής σύμβασης. | Εφαρμόζονται οι ευνοϊκότεροι για το μισθωτό, όροι ως μια ενότητα (βλέπε άρθρο 10 παρ. 1 του Ν. 1876/1990 ) |
4. Διάρκεια ισχύος Συμβάσεων Εργασίας – Μετενέργεια
Οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας συνάπτονται εφεξής για ορισμένο χρόνο ισχύος, η διάρκεια του οποίου δεν μπορεί να είναι μικρότερη από ένα (1) έτος και δεν μπορεί να υπερβαίνει τα τρία (3) έτη (άρθρο 2 παρ.1 της ΠΥΣ 6/28-2-2012).
Η διάταξη του άρθρου 2 παρ.4 της ΠΥΣ 6/2012 που εξακολουθεί να είναι σε ισχύ προβλέπει ότι «Κανονιστικοί όροι Συλλογικής Σύμβασης που έχει ήδη λήξει ή καταγγελθεί ισχύουν για ένα τρίμηνο από την ισχύ του Ν.4046/2012. Με την πάροδο του τριμήνου και εφόσον εν τω μεταξύ δεν έχει συναφθεί νέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, εξακολουθούν να ισχύουν από τους κανονιστικούς αυτούς όρους αποκλειστικώς οι όροι εκείνοι που αφορούν α) τον βασικό μισθό ή το βασικό ημερομίσθιο και β) τα επιδόματα ωρίμανσης, τέκνων, σπουδών και επικινδύνου εργασίας, εφόσον τα επιδόματα αυτά προβλέπονταν στις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας που έληξαν ή καταγγέλθηκαν, ενώ παύει αμέσως να ισχύει κάθε άλλο προβλεπόμενο σε αυτές επίδομα. Η προσαρμογή των συμβάσεων στις διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου γίνεται χωρίς να απαιτείται προηγούμενη σύμφωνη γνώμη των εργαζομένων».
Διευκρινίζεται ότι, μετά την παρέλευση του τριμήνου από την καταγγελία ή τη λήξη της ΣΣΕ, η συλλογικής αυτή ρύθμιση περιέρχεται σε μετενέργεια, όπου οι όροι αμοιβής και εργασίας που τη διέπουν, εξακολουθούν μεν να ισχύουν, πλην όμως, όχι πλέον άμεσα και αναγκαστικά, με ισχύ ουσιαστικού νόμου, αλλά ως περιεχόμενο των ατομικών συμβάσεων εργασίας των εργαζομένων που θα βρίσκονται στην υπηρεσία της επιχείρησης τη στιγμή της εκπνοής του τριμήνου. Ο εργοδότης μπορεί να αποδεσμευθεί από τους όρους αμοιβής και εργασίας που προβλέπονταν στην καταγγελθείσα ή λήξασα ΣΣΕ προτείνοντας ατομικά σε κάθε εργαζόμενο την τροποποίηση του περιεχομένου της ατομικής του σύμβασης εργασίας ως προς αυτούς τους όρους. Ο εργαζόμενος, βεβαίως, θα έχει το δικαίωμα να αρνηθεί την τροποποίηση αυτή και να εμμείνει στους όρους της ατομικής του σύμβασης εργασίας.
Με το άρθρο 40 του Ν.4320/2015 , ειδικά για την ΕΓΣΣΕ επανήλθε η εξάμηνη διάρκεια της εκ του νόμου παράτασης ισχύος της. Πιο συγκεκριμένα στη διάταξη αυτή ορίζεται ότι «Οι κανονιστικοί όροι ΕΓΣΣΕ που έληξε ή καταγγέλθηκε, εξακολουθούν να ισχύουν επί ένα εξάμηνο από τη λήξη ή καταγγελία και εφαρμόζονται και στους εργαζόμενους που προσλαμβάνονται στο διάστημα αυτό».
5. Συρροή συλλογικών συμβάσεων εργασίας
Με το άρθρο 10 του Ν.1876/1990 ορίζεται ότι:
«1. Αν η σχέση εργασίας ρυθμίζεται από περισσότερες ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας, εφαρμόζεται η πιο ευνοϊκή για τον εργαζόμενο. Η σύγκριση και η επιλογή των διατάξεων γίνεται κατά τις παρακάτω ενότητες: α) ενότητα αποδοχών β) λοιπά θέματα.
2. Κλαδική η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση συρροής με ομοιοεπαγγελματική συλλογική σύμβαση εργασίας. Έως το τέλος του Προγράμματος Οικονομικής Προσαρμογής η επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας υπερισχύει σε περίπτωση Συρροής με κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας και πάντως δεν επιτρέπεται να περιέχει όρους εργασίας δυσμενέστερους για τους εργαζόμενους από τους όρους εργασίας εθνικών συλλογικών συμβάσεων, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 3 του νόμου αυτού». (Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 10 τίθεται όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 5ου του Ν. 4475/17 , ενώ παλαιότερα είχε τροποποιηθεί με την παρ. 5 του άρθρου 37 του Ν. 4024/11 , και με την παρ. 1 του άρθρου 16 του Ν. 4472/2017 ). Με δεδομένο ότι την 20η Αυγούστου έληξε το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, επανήλθε σε ισχύ η αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης. Συνεπώς σε περίπτωση συρροής Κλαδικής που έχει κηρυχθεί υποχρεωτική και Επιχειρησιακής ΣΣΕ, εφαρμόζεται πλέον η πιο ευνοϊκή για τον εργαζόμενο συλλογική σύμβαση εργασίας.
Συρροή Κλαδικής & Επιχειρησιακής ΣΣΕ | Η κλαδική ΣΣΕ | Είδος ΣΣΕ που εφαρμόζεται |
Έχει κηρυχθεί υποχρεωτική | Εφαρμόζονται οι ευνοϊκότεροι για το μισθωτό, όροι ως μια ενότητα (βλέπε άρθρο 10 παρ. 1 του Ν. 1876/1990 ) | |
Δεν έχει κηρυχθεί υποχρεωτική | Συνεχίζει να ισχύει η Επιχειρησιακή ΣΣΕ |
Παράδειγμα 1ο
Οι όροι αμοιβής και εργασίας ενός γραφείου ταξιδίων και τουρισμού, καθορίζονταν με βάση επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας διάρκειας ισχύος από 1/1/2017 έως 31/12/2018 που προέβλεπε μισθολογικούς όρους βάσει του νόμιμου νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή ημερομισθίου και θεσμικούς – μη μισθολογικούς όρους βάσει Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ). Από 3/9/2018, ημερομηνία που κηρύχθηκε υποχρεωτική, η ΣΣΕ (1/6/2017) υπαλλήλων Ταξιδίων και γραφείων τουρισμού όλης της χώρας (ΗΑΤΤΑ), υποχρεωτικά, με κανονιστική ισχύ, εφαρμόζονται οι όροι της κλαδικής αυτής σύμβασης εργασίας που έχει διάρκεια ισχύος από 1/6/2017 έως 31/5/2019.
Παράδειγμα 2ο
Οι όροι αμοιβής και εργασίας του προσωπικού Τράπεζας, καθορίζονται με βάση επιχειρησιακή συλλογική σύμβαση εργασίας διάρκειας ισχύος από 1/1/2017 έως 31/12/2018, που προβλέπει μισθολογικούς όρους και θεσμικούς – μη μισθολογικούς όρους που σε κάποια σημεία είναι ευνοϊκότεροι από τους αντίστοιχους της κλαδικής ΣΣΕ των Τραπεζοϋπαλλήλων και σε κάποια άλλα σημεία είναι δυσμενέστεροι. Από 3/9/2018, ημερομηνία που κηρύχθηκε υποχρεωτική, η ΣΣΕ (16/3/2016) Τραπεζοϋπαλλήλων – ΟΤΟΕ διάρκειας ισχύος από 1/1/2016 έως 31/12/2018, οι υπόψη εργαζόμενοι με βάση την αρχή της ευνοϊκότερης ρύθμισης έχουν να επιλέξουν την πιο ευνοϊκή για αυτούς συλλογική σύμβαση εργασίας ως μια αυτοτελή ενότητα. Ειδικότερα, για την εφαρμογή, όμως, της αρχής της εύνοιας υπέρ των μισθωτών κατά την συσχέτιση ΣΣΕ ή άλλης πηγής, ως ρυθμιστικού παράγοντα της εργασιακής σχέσης, και ατομικής συμβάσεως εργασίας, και γενικότερα κατά την συσχέτιση διαφόρων πηγών μεταξύ τους, οι αποδοχές συγκρίνονται ως μία ενότητα, αφού (εκτός αντίθετης ειδικής ρυθμίσεως) δεν είναι δυνατή η επιλεκτική αναζήτηση τμήματος αποδοχών από τη μία πηγή και άλλου από διαφορετική πηγή, διότι δεν είναι επιτρεπτή η σύγχρονη εφαρμογή όλων των πηγών αυτών ως προς την έννοια των αποδοχών (τούτο ειδικά, ως προς την συσχέτιση περισσότερων ΣΣΕ, αποτυπώνεται ρητά στο άρθρο 10 παρ. 1 του Ν.1876/1990).
6. Υποχρεωτική η θέσπιση πενθημέρου εφόσον προβλέπεται από διάταξη συλλογικής σύμβασης που κηρύσσεται υποχρεωτική
Όταν οι όροι αμοιβής και εργασίας των εργαζόμενων δεν ρυθμίζονται από συλλογική σύμβαση εργασίας, όταν δηλαδή:
- δεν είναι σε ισχύ κλαδική ή ομοιεπαγγελματική ΣΣΕ
- είναι μεν σε ισχύ η κλαδική ή ομοιεπαγγελματική ΣΣΕ, αλλά δεν δεσμεύεται ο εργοδότης να εφαρμόσει τους όρους της γιατί δεν υφίσταται συνδικαλιστική δέσμευση αμφοτέρων των μερών (εργοδότη και εργαζόμενου) και δεν έχει κηρυχθεί υποχρεωτική η συγκεκριμένη ΣΣΕ,
τότε οι μισθολογικοί όροι είναι δυνατόν να διέπονται από το νόμιμο νομοθετημένο κατώτατο μισθό του Ν.4093/2012 και οι μη μισθολογικοί όροι από τις ρυθμίσεις της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ). Στο πλαίσιο αυτό βεβαίως και μπορεί να εφαρμοσθεί εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία. Άλλωστε, στο άρθρο 6 παρ. 4 της ΕΓΣΣΕ 26/2/1975 ορίζεται ότι η εφαρμογή συστήματος εβδομαδιαίας εργασίας πέντε (5) εργασίμων ημερών απόκειται στην κρίση του εργοδότη, κατά συνέπεια η εφαρμογή του πενθημέρου σε εργαζόμενους που οι θεσμικοί μη μισθολογικοί τους όροι καθορίζονται από τις ρυθμίσεις της ΕΓΣΣΕ, είναι δυνητική και όχι υποχρεωτική. Η θέσπιση του πενθημέρου δεν έχει υποχρεωτικό χαρακτήρα σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της ΕΓΣΣΕ.
Όταν όμως η κλαδική ΣΣΕ, που προβλέπει τη θέσπιση πενθημέρου, κηρυχθεί υποχρεωτική, αποκτούν κανονιστική ισχύ οι όροι της από την ημερομηνία δημοσίευσης στο ΦΕΚ της υπουργικής απόφασης που την κηρύσσει ως υποχρεωτική.
Αν παρά ταύτα συνεχίζουν να εφαρμόζουν εξαήμερη εργασία, πρέπει άμεσα να προβούν στην αλλαγή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας του προσωπικού τους και να υποβάλλουν προς τούτο Ε4 – συμπληρωματικό ωραρίου με τη θέσπιση πενθημέρου, άλλως τίθεται θέμα επιβολής των κυρώσεων που προβλέπει η ΚΥΑ 2063/Δ1 632/3-2-2011.
Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα από άρθρο του κ. Πέτρου Ραπανάκη, με τίτλο «Το πλαίσιο επέκτασης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας και η επαναφορά του θεσμού της κήρυξης τους ως υποχρεωτικών» που δημοσιεύθηκε στο τεύχος Οκτωβρίου 2018 του περιοδικού Epsilon7.