Σε 20,28% (πριν 26,95%) διαμορφώνονται οι ασφαλιστικές εισφορές για όσους αντιμετωπίζονται ασφαλιστικά ως «ελεύθεροι επαγγελματίες», σύμφωνα με πρόσφατο νομοσχέδιο που κατατέθηκε στη Βουλή. Η διαφορά αυτή πρακτικά οφείλεται στη μείωση του ποσοστού υπέρ κύριας σύνταξης (από 20% σε 13,33%). Στην παραπάνω κατηγορία ασφαλισμένων ανήκουν τα μέλη Δ.Σ. Α.Ε. που είναι παράλληλα και μέτοχοι άνω του 3% στην ίδια εταιρεία, οι εταίροι ΕΠΕ και προσωπικών εταιρειών, οι διαχειριστές ΙΚΕ, ο μοναδικός εταίρος μονοπρόσωπης ΙΚΕ, καθώς και ελεύθεροι επαγγελματίες που τιμολογούν κατ’ έτος περισσότερους από 2 πελάτες. Επισημαίνεται ότι το ελάχιστο ασφαλιστέο εισόδημα (586 ευρώ μηνιαίως) και η ελάχιστη καταβλητέα εισφορά (168 ευρώ μηνιαίως) παραμένουν αμετάβλητα.
• Σημαντικά μειώνονται οι ασφαλιστικές εισφορές των ελευθέρων επαγγελματιών σε περιπτώσεις που οφείλεται επικουρική και εφάπαξ, π.χ. ενδεικτικά μηχανικοί που τιμολογούν κατ’ έτος πάνω από 2 πελάτες ή δικηγόροι, εφόσον δεν είναι έμμισθοι. Σύμφωνα με το παραπάνω νομοσχέδιο, τα ποσοστά εισφορών υπέρ επικουρικής και εφάπαξ δεν μειώνονται, αλλάζει όμως ο τρόπος υπολογισμού τους. Συγκεκριμένα, προβλέπεται ότι αναδρομικά από 1.1.2017 και εφεξής οι εισφορές θα υπολογίζονται επί του ελάχιστου ασφαλιστέου εισοδήματος των 586 ευρώ μηνιαίως και όχι επί του πραγματικού εισοδήματος των ασφαλισμένων. Δηλαδή, ειδικά για επικουρική και εφάπαξ όλοι οι ασφαλισμένοι θα καταβάλλουν την ελάχιστη ασφαλιστική εισφορά των 65 ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως εισοδήματος. Το συνολικό ποσοστό εισφορών στην περίπτωση αυτή διαμορφώνεται σε 31,28% (πριν 37,95%).
• Εμμισθοι ασφαλισμένοι με υποχρέωση καταβολής εισφορών υπέρ επικουρικής και εφάπαξ καταλαμβάνονται επίσης από το παραπάνω νομοσχέδιο. Συγκεκριμένα, από 1.1.2019 έμμισθοι μηχανικοί, δικηγόροι και γιατροί θα καταβάλλουν εισφορά υπέρ εφάπαξ (4%) επί του ελάχιστου ασφαλιστέου εισοδήματος των 586 ευρώ μηνιαίως, ανεξαρτήτως αποδοχών. Ειδικά για τους έμμισθους δικηγόρους, η εισφορά υπέρ εφάπαξ επιμερίζεται μεταξύ ασφαλισμένου και εργοδότη (2% ο ασφαλισμένος και 2% ο εργοδότης). Για τους έμμισθους δικηγόρους προβλέπεται, επίσης, ότι από 1.1.2019 η εισφορά υπέρ επικουρικής θα υπολογίζεται επί του ελάχιστου ασφαλιστέου εισοδήματος των 586 ευρώ μηνιαίως και όχι επί του συνόλου των μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών τους.
• Δεν οφείλεται τέλος χαρτοσήμου σε συμβάσεις χρησιδανείου που έχουν συναφθεί κατά τη χρήση 2009, σύμφωνα με πρόσφατη απόφαση της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (3932/2018 ΔΕΔ). Πιο συγκεκριμένα, η ΔΕΔ αποφάσισε τη διαγραφή καταλογισθέντος ποσού τελών χαρτοσήμου σε βάρος προσφεύγουσας επιχείρησης με το σκεπτικό ότι κατά τον χρόνο γένεσης της φορολογικής υποχρέωσης (2009), η προσφεύγουσα εφάρμοσε τη μοναδική εγκύκλιο που είχε δοθεί από τη φορολογική διοίκηση (ΠΟΛ 1184/1995), η οποία όριζε πως οι συμβάσεις χρησιδανείου δεν υπάγονται σε τέλη χαρτοσήμου. Αντιθέτως, δεν υφίσταντο κατά τη χρήση 2009 οι γνωμοδοτήσεις του ΝΣΚ (416/2010, 79/2014), και η απόφαση του ΣτΕ 3259/2010, σύμφωνα με τις οποίες οι συμβάσεις που έχουν τα χαρακτηριστικά χρησιδανείου υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου.
• Λανθασμένα έκρινε η φορολογική αρχή ότι ο φορολογούμενος διατηρεί προσωπικούς δεσμούς με την Ελλάδα επειδή η σύζυγός του και το τέκνο του βρίσκονταν στην Ελλάδα. Μη νομίμως, η φορολογική αρχή περιοριζόμενη στην απλή επίκληση της κατοικίας της συζύγου και του ανήλικου τέκνου, παρέλειψε να συνεκτιμήσει τα στοιχεία που αυτός είχε συνυποβάλει για την αλλαγή φορολογικής κατοικίας. Με τον τρόπο αυτό η φορολογική αρχή προσέδωσε στους προσωπικούς δεσμούς πρωταρχική σημασία χωρίς παράλληλα να συνεκτιμήσει λοιπά στοιχεία και αφετέρου ανήγαγε το κέντρο ζωτικών συμφερόντων σε αυτοτελές κριτήριο για τον καθορισμό της φορολογικής κατοικίας (ΣτΕ 2105/2018).
• Νομίμως επιβάλλονται και αναδρομικά διασφαλιστικά μέτρα του Δημοσίου, δηλαδή σε σχέση με παραβάσεις που ανάγονται σε προγενέστερο χρόνο της θέσπισής τους. Η αναδρομική επιβολή των μέτρων αυτών δεν παραβιάζει την αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του φορολογουμένου, καθώς τα μέτρα αυτά δεν έχουν γνήσιο κυρωτικό χαρακτήρα και περιορίζουν θεμιτά την οικονομική και επαγγελματική ελευθερία του φορολογουμένου (ΣτΕ 432/2017).
• Τα διασφαλιστικά μέτρα του Δημοσίου επιβάλλονται στα φυσικά πρόσωπα που είχαν μία από τις ιδιότητες που απαριθμούνται στον νόμο, υπό την προϋπόθεση ότι τα πρόσωπα αυτά ήταν κατά τον κρίσιμο χρόνο εντεταλμένα στη διοίκηση ή διαχείριση της ανώνυμης εταιρείας. Η φορολογική αρχή οφείλει να αποδείξει ότι το φυσικό πρόσωπο (πρόεδρος, αντιπρόεδρος κλπ.) είχε, κατά τον κρίσιμο χρόνο, πράγματι ασκήσει τουλάχιστον ένα από τα καθήκοντα διοίκησης και δεν αρκεί το γεγονός ότι είχε απλώς την ιδιότητα αυτή (ΣτΕ 999/2017).