Μέσα στον Δεκέμβριο θα ξεκινήσει η υλοποίηση του έργου ψηφιακής διακίνησης εγγράφων στο Δημόσιο, γνωστοποίησε ο γενικός γραμματέας Ψηφιακής Πολιτικής Στέλιος Ράλλης από το βήμα του «Thessaloniki Summit 2018», μιλώντας στη θεματική ενότητα για την καινοτομία και τεχνολογία.
«Είμαστε υπερήφανοι για αυτό το εμβληματικό έργο, το οποίο έρχεται να καταργήσει ουσιαστικά τη διακίνηση του χαρτιού του δημόσιου τομέα. Αυτό σημαίνει ότι 23.000 φορείς πλέον δεν θα διακινούν χαρτί μεταξύ τους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε όρους διαφάνειας και εξοικονόμησης» εξήγησε ο κ.Ράλλης.
Παράλληλα, όπως πρόσθεσε, θα ξεκινήσει και η πιλοτική εφαρμογή της Ψηφιακής Πύλης, η οποία θα συνδέει όλα τα βασικά μητρώα του ελληνικού δημοσίου και όλες οι υπηρεσίες θα παρέχονται ηλεκτρονικά. «Ξεκινάμε αυτό το έργο πιλοτικά με τους δημοσίους υπαλλήλους και στη συνέχεια θα εφαρμοστεί και για όλους τους πολίτες, οι οποίοι θα μπορούν να αποκτούν μία ασφαλή πρόσβαση επιπέδου τραπεζικών συναλλαγών, θα μπορούν να κάνουν οποιαδήποτε συναλλαγή θέλουν με το δημόσιο χωρίς χαρτί. Όταν μία υπηρεσία ζητάει κάτι από έναν πολίτη, δεν θα το ζητάει καν από τον πολίτη θα το τραβάει απευθείας από αυτόν που είναι ο κύριος του μητρώου», διευκρίνισε.
Αναφερόμενος στο έργο για την Ψηφιακή Γεωργία, από το οποίο αναμένεται να ωφεληθούν 450.000 αγρότες, στάθηκε στην προστιθέμενη αξία του μέσα από τη σύνδεση της καινοτομίας και έρευνας με την ακαδημαϊκή κοινότητα. «Είναι ένα έργο που δημιουργεί 6.500 τηλεμετρικούς σταθμούς σε όλη την Ελλάδα. Αξιοποιούμε όλες τις σύγχρονες τεχνολογίες του Internet of Things, που σημαίνει ότι big data θα συλλέγονται από το χωράφι, σημαίνει cloud υποδομές και όλα αυτά θα γυρίζουν πίσω στον αγρότη και στον μιρκοπαραγωγό. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να μοντελοποιήσουμε την παραγωγή και να φτιάξουμε πολύ σημαντικά και αξιόπιστα και ποιοτικά αγροτικά προϊόντα […] Δίνοντας αυτά τα ανοιχτά δεδομένα στην ακαδημαϊκή και ερευνητική κοινότητα και στις νεοφυείς επιχειρήσεις να μπορέσουν να παράξουν εφαρμογές, το έργο θα έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία» επισήμανε.
Την πεποίθηση της ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας δεν συνιστά πεδίο μικροκομματικής αντιπαράθεσης διατύπωσε η τομεάρχης Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης της Νέας Δημοκρατίας και βουλευτής Β’ Αθηνών ‘Αννα Μισέλ Ασημακοπούλου. «Η κριτική που ασκούμε στο υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής προσπαθεί να είναι εποικοδομητική και στη βάση της αποτελεσματικότητας», διαβεβαίωσε, παρατηρώντας ότι «η ψηφιακή στρατηγική της χώρας υιοθετήθηκε με μεγάλη καθυστέρηση», ενώ «η χρηματοδότηση από ευρωπαϊκούς πόρους δεν είναι ικανοποιητική μέχρι στιγμής». Σε ό,τι αφορά τα εν εξελίξει έργα ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας εκτίμησε πως κάποια «είναι προβληματικά» και «υπάρχουν πολύ μεγάλες ενστάσεις από την πλευρά της αγοράς», τονίζοντας ότι εκτός από την πολιτική βούληση για την υλοποίησή τους, αναγκαία είναι η γνώση, η εμπειρία και οι διαχειριστικές ικανότητες. Ανέφερε ακόμη πως στην κυβερνητική πρόταση της ΝΔ η ψηφιακή πολιτική θα υπηρετείται μέσα από «μία πιο ευέλικτη δομή υπό τον πρωθυπουργό».
«Εκπροσωπώ έναν μεγάλο εξαγωγικό φορέα», είπε ο πρύτανης του ΑΠΘ, Περικλής Μήτκας εξηγώντας πως το ανθρώπινο κεφάλαιο, μεγάλο μέρος του οποίου απόφοιτοι του ΑΠΘ, υπολογίζεται σήμερα ως το πρώτο εξαγώγιμο προϊόν στην Ελλάδα, με δεύτερο τα πετρελαιοειδή, και η διαρροή του πνευματικού κεφαλαίου αποτιμάται μέσω της συμβολής των Ελλήνων επιστημόνων στις χώρες υποδοχής τους στα 12,9 δισ. ευρώ. Σε ό,τι αφορά τις αλλαγές που φέρνουν οι νέες τεχνολογίες προέβλεψε ότι «η εξέλιξη της τεχνητής νοημοσύνης θα είναι η βασική κινητήρια δύναμη της καινοτομίας σε όλους τους τομείς και θα δούμε πράγματα που δεν μπορούμε καν να φανταστούμε». «Δεν μπορούμε εύκολα να προβλέψουμε ποιον ακριβώς δρόμο θα ακολουθήσει η τεχνολογία. Στην εκπαίδευση θα έλθουν πολύ σημαντικές αλλαγές, οι φοιτητές και μαθητές θα μαθαίνουν με πιο αυτοματοποιημένο τρόπο» είπε.