Συγκεκριμένα, η έκθεση “καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ύπατη Εκπρόσωπο της Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, το Συμβούλιο της ΕΕ και όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ να υποβάλουν νέο ψήφισμα στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, ζητώντας πολιτικές και οικονομικές κυρώσεις κατά της Τουρκίας για τις πράξεις επιθετικότητας στην ανατολική Μεσόγειο και για τη μη συμμόρφωση με τα ψηφίσματα 550 (1984) και 789 (1992) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών”.
Επισημαίνεται ακόμη ότι η έκθεση της Επιτροπής Αναφορών σημειώνει ότι “είναι δύσκολο να προβλεφθεί, στο σημερινό πολιτικό πλαίσιο, ότι ένα πακέτο μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης που περιλαμβάνουν την επιστροφή των Βαρωσίων στους νόμιμους κατοίκους τους είναι δυνατόν να επιτευχθεί εκτός μιας συμφωνίας για συνολική διευθέτηση”.
Τονίζει ωστόσο ότι “ένα σημαντικό, συγκεκριμένο μέτρο οικοδόμησης εμπιστοσύνης, όπως η επιστροφή των Βαρωσίων στους νόμιμους κατοίκους τους, με την προοπτική της ειρηνικής συνύπαρξης από την ελληνοκυπριακή και τουρκοκυπριακή πλευρά θα μπορούσε να είναι ο μόνος τρόπος για να προωθηθούν οι προσπάθειες για την επίτευξη μιας συνολικής διευθέτησης του Κυπριακού”.
Καταγράφει ακόμη ότι “όλες οι προηγούμενες προσπάθειες τριών Προεδριών του Συμβουλίου της ΕΕ το 2005, το 2006 και το 2010, καθώς και το Γενικό Σχέδιο του Αντιπροέδρου των ΗΠΑ Μπάιντεν για την Αμμόχωστο τον Μάιο του 2014, που έφθασαν σε «πακέτο» που περιελάμβανε την επιστροφή των Βαρωσίων στους πρώην κατοίκους της υπό τη διοίκηση του ΟΗΕ με ανταλλαγή άλλων στοιχείων, μέχρι στιγμής έχει αποτύχει”.
Σημειώνει ότι “οι προτάσεις που υπέβαλαν οι Ελληνοκύπριοι ηγέτες σχετικά με την επιστροφή των Βαρωσίων έχουν επίσης αποδειχθεί ανεπιτυχείς” και “είναι σαφές ότι η Τουρκία θεωρεί τα Βαρώσια ως ένα από τα κύρια διαπραγματευτικά ατού για το τελικό αποτέλεσμα της εδαφικής προσαρμογής των συνομιλιών διακανονισμού”.
Υπενθυμίζει ότι “τόσο η Επιτροπή όσο και τα Ηνωμένα Έθνη είναι της άποψης ότι μια συνολική διευθέτηση, που θα επιτευχθεί με συμφωνία μεταξύ των ηγετών των δύο κοινοτήτων, αποτελεί τον αποτελεσματικότερο τρόπο επίλυσης των προβλημάτων που σχετίζονται με το Κυπριακό, συμπεριλαμβανομένης της επιστροφής των Βαρωσίων στους νόμιμους κατοίκους τους”, ωστόσο, “η ανάγκη για μια τέτοια λύση είναι αφενός επείγουσα και, αφετέρου, κρίσιμη”.
Τονίζεται δε ότι “η έκθεση της Επιτροπής Αναφορών πριν από 10 χρόνια είχε ήδη προειδοποιήσει για τον κίνδυνο εξάντλησης του χρόνου εξαιτίας του γεγονότος ότι, και στις δύο πλευρές του νησιού, οι άνθρωποι ξεχνούν πώς είναι η συμβίωση και να μιλούν τη γλώσσα του άλλου”, προειδοποιώντας ότι “οι γενιές μεγαλώνουν και πολλοί από αυτούς που θυμούνται την Κύπρο πριν από το 1974 έχουν ήδη πεθάνει”.
“Είναι επίσης σαφές ότι η Τουρκία αγνοεί πλήρως τα ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου”, καταγράφει η έκθεση.
“Επομένως, πρόκειται για την επιβολή των ισχυουσών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο είναι η μόνη υπερεθνική οργάνωση που μπορεί να ασκήσει πραγματική πίεση στην Τουρκία”, αναφέρει η έκθεση και καταγράφει ότι “το ψήφισμα 550 (1984) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στην παράγραφο 5 ρητά ΄ζητεί να μεταφερθεί η διοίκηση αυτής της περιοχής (Βαρώσια) στην ευθύνη των Ηνωμένων Εθνών΄.”
Και υπενθυμίζει τέλος ότι “το ψήφισμα 789 (1992) του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στην παράγραφο 8, στοιχείο γ), επαναλαμβάνει ότι `η περιοχή που επί του παρόντος τελεί υπό τον έλεγχο της ειρηνευτικής δύναμης των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο πρέπει να επεκταθεί και στα Βαρώσια΄.”