Γεν. Δικαστήριο ΕΕ: Δεκτές οι προσφυγές των Δήμων Παρισίων, Βρυξελλών και Μαδρίτης κατά του σχετικού κανονισμού της Επιτροπής
Με τη δημοσιευθείσα στις 13-12-2018 απόφασή του σε τρεις συνεκδικασθείσες υποθέσεις προσφυγών ακυρώσεως που άσκησαν οι δήμοι Παρισίων, Βρυξελλών και Μαδρίτης, το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης δέχεται τις προσφυγές και ακυρώνει εν μέρει τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/646 της Επιτροπής που θέτει υπερβολικά υψηλά όρια εκπομπής οξειδίων του αζώτου για τις δοκιμές των καινούργιων ελαφρών οχημάτων ιδιωτικής και επαγγελματικής χρήσεως .
Επιπλέον, το ΓΔΕΕ επισημαίνει ότι η Επιτροπή δεν ήταν αρμόδια να τροποποιήσει τα όρια εκπομπών Euro 6 για τις νέες δοκιμές υπό πραγματικές συνθήκες οδηγήσεως.
Ιστορικό των υποθέσεων
Με τον κανονισμό (ΕΕ) 2016/646, η Επιτροπή καθόρισε τα ανώτατα όρια εκπομπών οξειδίων του αζώτου βάσει των οποίων πρέπει να πραγματοποιούνται οι νέες δοκιμές υπό πραγματικές συνθήκες οδηγήσεως (δοκιμές ΠΣΟ), στις οποίες πρέπει να υποβάλλουν οι κατασκευαστές αυτοκινήτων τα ελαφρά οχήματα ιδιωτικής και επαγγελματικής χρήσεως, ιδίως προκειμένου για την έγκριση νέων μοντέλων αυτοκινήτων. Οι ως άνω δοκιμές ΠΣΟ προβλέφθηκαν κατόπιν της διαπιστώσεως ότι οι εργαστηριακές δοκιμές δεν απηχούν το πραγματικό επίπεδο ρύπων υπό πραγματικές συνθήκης οδηγήσεως, αποσκοπούν δε στην αντιμετώπιση της ενδεχόμενης χρησιμοποιήσεως «παραπλανητικών λογισμικών». Η Επιτροπή έθεσε τα όρια αυτά με βάση τα όρια που προβλέπονται για το πρότυπο Euro 6, πολλαπλασιάζοντάς τα με έναν διορθωτικό συντελεστή για να λάβει υπόψη ορισμένες, κατά την άποψή της, στατιστικές και τεχνικές ασάφειες. Για παράδειγμα, προκειμένου για ένα όριο 80 mg/km προβλεπόμενο από το πρότυπο Euro 6, για τις δοκιμές ΠΣΟ τίθεται το όριο των 168 mg/km για μια μεταβατική περίοδο, καθιστάμενο στη συνέχεια 120 mg/km.
Οι Δήμοι Παρισίων, Βρυξελλών και Μαδρίτης αμφισβητούν τα όρια εκπομπών που καθόρισε η Επιτροπή ασκώντας ο καθένας προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκτιμούν ότι η Επιτροπή δεν μπορούσε να καθορίσει τις ως άνω τιμές εκπομπών οξειδίων του αζώτου διότι αυτές είναι λιγότερο αυστηρές από τα όρια που προβλέπει το εφαρμοστέο πρότυπο Euro 6.
Απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης
Με την απόφασή του αυτή, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει, όσον αφορά το παραδεκτό των προσφυγών, το οποίο αμφισβητήθηκε από την Επιτροπή, ότι προσφυγή ακυρώσεως ασκούμενη από προσφεύγοντα ο οποίος δεν είναι κράτος μέλος ή θεσμικό όργανο της Ένωσης κατά κανονιστικής πράξεως είναι παραδεκτή, ιδίως, αν η εν λόγω πράξη αφορά άμεσα τον προσφεύγοντα αυτόν και δεν απαιτεί τη λήψη μέτρων εφαρμογής. Το Γενικό Δικαστήριο διαπιστώνει ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν απαιτούσε τέτοια μέτρα εφαρμογής προκειμένου να δεσμεύσει τους προσφεύγοντες Δήμους και υπενθυμίζει ότι έχει ήδη κριθεί ότι το γεγονός ότι πράξη της Ένωσης εμποδίζει δημόσιο νομικό πρόσωπο να ασκεί απρόσκοπτα τις αρμοδιότητές του θίγει ευθέως τη νομική του κατάσταση. Το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει ότι τούτο συμβαίνει ιδίως όταν περιορίζονται οι εξουσίες του ως άνω δημοσίου νομικού προσώπου προς θέσπιση κανονιστικών ρυθμίσεων. Εν προκειμένω, το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει αν όντως θίγονται οι αρμοδιότητες αυτές. Συναφώς, οι τρεις Δήμοι, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους στον τομέα της προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας, έχουν λάβει μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας των οχημάτων προς καταπολέμηση της αποδεδειγμένης ατμοσφαιρικής ρυπάνσεως στις περιφέρειές τους. Το Γενικό Δικαστήριο εξετάζει επίσης αν αντιβαίνουν προς τις επιταγές του δικαίου της Ένωσης οι θεσπιζόμενοι από δημόσιες αρχές των κρατών μελών περιορισμοί κυκλοφορίας ανάλογα με το επίπεδο των εκπομπών ρύπων από τα οχήματα, καθόσον επιβάλλονται στα οχήματα που είναι σύμφωνα προς το πλέον πρόσφατο πρότυπο και τα πλέον πρόσφατα όρια, κρίνει δε ότι πράγματι αυτό συμβαίνει εν προκειμένω. Ως εκ τούτου, οι Δήμοι Παρισίων, Βρυξελλών και Μαδρίτης μπορούν παραδεκτώς να αμφισβητήσουν τα όρια εκπομπών οξειδίων του αζώτου που καθόρισε η Επιτροπή για τις δοκιμές ΠΣΟ, καθόσον δεν μπορούσαν να επιβάλουν μέτρο περιορισμού της κυκλοφορίας βάσει του επιπέδου των εκπεμπόμενων ρύπων στα οχήματα τα οποία έχουν επιτυχώς ανταποκριθεί στις εν λόγω δοκιμές και πληρούν τους λοιπούς όρους εγκρίσεώς τους.
Όσον αφορά το ζήτημα της αρμοδιότητας της Επιτροπής προς λήψη των σχετικών με τα όρια εκπομπών οξειδίων του αζώτου μέτρων στο πλαίσιο των δοκιμών ΠΣΟ, το Γενικό Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι τα μέτρα αυτά ελήφθησαν ως μέτρα εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) 715/2007, βάσει των διατάξεων του εν λόγω κανονισμού που παρέχουν τη δυνατότητα στην Επιτροπή να καθορίσει τις διαδικασίες, τις δοκιμές και τους ειδικούς όρους όσον αφορά την έγκριση των οχημάτων.
Το Γενικό Δικαστήριο υπογραμμίζει, ωστόσο, ότι τα καθοριζόμενα για το πρότυπο Euro 6 όρια εκπομπών οξειδίων του αζώτου αποτελούν ουσιώδες στοιχείο του κανονισμού αυτού, που δεν μπορεί να τροποποιηθεί από την Επιτροπή, και ότι ο εν λόγω κανονισμός προβλέπει ότι τα όρια αυτά πρέπει να τηρούνται υπό πραγματικές συνθήκες οδηγήσεως και, κατά συνέπεια, στο πλαίσιο των δοκιμών ΠΣΟ. Το Γενικό Δικαστήριο συνάγει εξ αυτού ότι η Επιτροπή δεν ήταν αρμόδια να τροποποιήσει τα ως άνω όρια για τις δοκιμές ΠΣΟ εφαρμόζοντας διορθωτικούς συντελεστές. Το Γενικό Δικαστήριο εκτιμά περαιτέρω ότι, ακόμη και αν έπρεπε να γίνει δεκτό ότι λόγοι τεχνικής φύσεως θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν κάποια σχετική προσαρμογή, συνεπαγόμενη τέτοια διαφορά όπως αυτή που απορρέει από τον προσβαλλόμενο κανονισμό, είναι αδύνατο να διαπιστωθεί αν τηρείται το πρότυπο Euro 6 κατά τις εν λόγω δοκιμές. Το Γενικό Δικαστήριο διευκρινίζει ότι η διαπιστωνόμενη αναρμοδιότητα της Επιτροπής συνεπάγεται κατ’ ανάγκη παράβαση του κανονισμού (ΕΚ) 715/2007.
Όσον αφορά την έκταση της ακυρώσεως των μέτρων που περιλαμβάνει ο εκδοθείς από την Επιτροπή κανονισμός (ΕΕ) 2016/646, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι πρέπει να ακυρωθεί μόνον η διάταξη που καθορίζει τα όρια εκπομπών οξειδίων του αζώτου και όχι οι λοιπές διατάξεις του κανονισμού που θέτουν ειδικότερα τους όρους υπό τους οποίους πρέπει να πραγματοποιούνται οι δοκιμές ΠΣΟ. Όσον αφορά τα διαχρονικά αποτελέσματα της ακυρώσεως, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει, λαμβανομένης υπόψη της νομικής αβεβαιότητας που ενδέχεται να υπάρξει πριν από τη θέσπιση νέας σχετικής ρυθμίσεως, ότι η προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος, όπως και αυτή των συμφερόντων των καταναλωτών και των κατασκευαστών αυτοκινήτων, δικαιολογούν τη διατήρηση των αποτελεσμάτων της υπό ακύρωση διατάξεως για το παρελθόν και για εύλογο ακόμη χρονικό διάστημα, προκειμένου να καταστεί δυνατή η τροποποίηση της ρυθμίσεως στον τομέα αυτό, χρονικό διάστημα περιοριζόμενο σε δώδεκα μήνες από της λήξεως της προθεσμίας προς άσκηση αναιρέσεως κατά της παρούσας αποφάσεως ή, σε περίπτωση που ασκηθεί αίτηση αναιρέσεως, από της απορρίψεώς της.
Τέλος, όσον αφορά το αίτημα του Δήμου Παρισίων για την καταβολή συμβολικής αποζημιώσεως ενός ευρώ προς ικανοποίηση της βλάβης που υπέστη ως προς την εικόνα και τη νομιμοποίησή του, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι δεν αποδείχθηκε τέτοια ηθική βλάβη και ότι, εν πάση περιπτώσει, η ακύρωση της προσβαλλόμενης διατάξεως συνιστά επαρκή ικανοποίηση.
Γίνεται υπόμνηση ότι η προσφυγή ακυρώσεως αποσκοπεί στην ακύρωση πράξεων των οργάνων της Ένωσης που αντιβαίνουν στο δίκαιο της Ένωσης. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη, τα όργανα της Ένωσης και οι ιδιώτες μπορούν να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του Δικαστηρίου ή του Γενικού Δικαστηρίου. Αν η προσφυγή είναι βάσιμη, η πράξη ακυρώνεται. Το καθ’ ού όργανο της Ένωσης οφείλει να καλύψει το ενδεχόμενο κενό δικαίου που δημιουργεί η ακύρωση της πράξεως.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στην ιστοσελίδα CURIA