Το ύψος της ποινής που επιβλήθηκε από το Κακουργιοδικείο Λευκωσίας στις 6/12/18 σε 48χρονο, ήτοι τέσσερα χρόνια φυλάκισης, για το αδίκημα της σεξουαλικής κακοποίησης 14χρονης με νοητική αναπηρία, απόφαση που προκάλεσε την οργή της κοινής γνώμης και ανάγκασε τον γεν. εισαγγελέα να ασκήσει έφεση δεν είναι η μόνη που δείχνει ότι οι δικαστές δεν εκμεταλλεύονται τη νομοθεσία που ψηφίστηκε το 2014, με σκοπό τη μηδενική ανοχή σε τέτοιου είδους απεχθή εγκλήματα. Τονίζεται πως στον νόμο προνοείται διά βίου ποινή φυλάκισης για αδίκημα έναντι παιδιού με νοητική αναπηρία.
Σύμφωνα με στοιχεία που εξασφάλισε ο «Π» από το Υπουργείο Δικαιοσύνης, την Αστυνομία αλλά και από τις δημόσια αναρτηθείσες αποφάσεις δικαστηρίων, προκύπτει ότι από σύνολο 66 περιπτώσεων καταδίκης για σεξουαλικά αδικήματα κατά ανηλίκων μεταξύ των ετών 2016-2018 (με τα γεγονότα να λαμβάνουν χώρα μετά την ψήφιση της νομοθεσίας το 2014 έτσι ώστε να εμπίπτουν σε αυτή), οι πλείστες (36) αφορούσαν ποινές φυλάκισης μέχρι 18 μήνες, κάποιες δε με αναστολή ή με κηδεμονία τριών ετών (για καταδίκη για άσεμνη επίθεση 13χρονων κοριτσιών). Ελάχιστες ήταν οι περιπτώσεις, συνολικά οκτώ, στις οποίες η ποινή φυλάκισης ξεπέρασε τα 10 έτη (10, 11, 13, 15, 17, 18, 20 και 20) ωστόσο στις κατηγορίες ήταν και ο βιασμός ανηλίκου. Ακόμη δηλαδή και στην περίπτωση βιασμού οι ποινές που επιβλήθηκαν δεν πλησίασαν τα 25 έτη που επιβάλλει η νομοθεσία. Σε κάποιες δε των περιπτώσεων όταν η ποινή που επιβλήθηκε ήταν περισσότερα από πέντε χρόνια, το θύμα ήταν κάτω των 13 ετών, παρόλο που ο «περί της Πρόληψης και της Καταπολέμησης της Σεξουαλικής Κακοποίησης, της Σεξουαλικής Εκμετάλλευσης Παιδιών και της Παιδικής Πορνογραφίας Νόμος του 2014» για θύματα κάτω των 13 ετών προβλέπει ποινή φυλάκισης διά βίου.
Αποτρεπτικές ποινές
Ο νόμος που ψηφίστηκε το 2014 στοχεύει στην καταστολή και καταπολέμηση των αδικημάτων σεξουαλικής κακοποίησης και σεξουαλικής εκμετάλλευσης παιδιών, της παιδικής πορνογραφίας και της άγρας παιδιών για σεξουαλικούς σκοπούς. Οι δε ποινές που προβλέπονται είναι αποτρεπτικές. Για σεξουαλική κακοποίηση παιδιού και σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών μπορεί να επιβληθεί σε καταδικασθέντα ποινή μέχρι και 25 έτη ενώ αν το παιδί είναι κάτω των 13 ετών υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου. Για παιδική πορνογραφία μπορεί να επιβληθεί ποινή μέχρι και 20 έτη ενώ αν το παιδί το οποίο απεικονίζεται στο υλικό παιδικής πορνογραφίας είναι ηλικίας κάτω των 13 ετών υπόκειται σε ποινή φυλάκισης διά βίου. Για το αδίκημα «άγρας παιδιών για σεξουαλικούς σκοπούς» και «προβολής ευκαιριών κακοποίησης και σεξουαλικού τουρισμού εις βάρος παιδιών» οι ποινές δεν υπερβαίνουν τα δέκα έτη.
Η τάση
Των πιο πάνω λεχθέντων προκύπτει ότι σε αρκετές περιπτώσεις το δικαστήριο επέβαλε ποινές που κάθε άλλο παρά στέλλουν το μήνυμα της μηδενικής ανοχής την τελευταία τριετία. Το 2016 για σεξουαλική εκμετάλλευση 12χρονης, ο κατηγορούμενος (γεννηθείς το 1956) καταδικάστηκε σε 5 χρόνια φυλάκιση. Την ίδια ώρα για σεξουαλική κακοποίηση 13χρονης ο κατηγορούμενος (γεννηθείς το 1958) καταδικάστηκε σε έξι μήνες φυλάκιση. Το 2016 για κατοχή παιδικής πορνογραφίας υπήρξε ποινή 2 χρόνια και 6 μήνες φυλακή στον κατηγορούμενο (γεννηθείς το 1963). Σε μια άλλη περίπτωση σε 36χρονο που καταδικάστηκε για σεξουαλική εκμετάλλευση 14,5 ετών αγοριού και απόπειρα άγρας παιδιών για σεξουαλικούς σκοπούς επιβλήθηκε ποινή 2 χρόνια και έξι μήνες φυλάκιση με τρία χρόνια αναστολή. Δύο μήνες φυλάκιση επιβλήθηκε σε 29χρονο για σεξουαλική κακοποίηση 14χρονης και για κατοχή παιδικής πορνογραφίας.
Κατά το 2017 για σεξουαλική κακοποίηση κοριτσιού έξι ετών επιβλήθηκε σε 38χρονο ποινή 18 μήνες φυλακή. Έξι χρόνια φυλάκιση έκρινε το δικαστήριο ότι αρμόζει στην περίπτωση 39χρονου για σεξουαλική κακοποίηση 11χρονης και άσεμνη επίθεση. Μέσα στο 2017 υπήρξε και καταδίκη 7 ετών σε άντρα γεννηθέντα το 1945 για σεξουαλική κακοποίηση και άσεμνη επίθεση παιδιού. Επρόκειτο για 9χρονη, με τον νόμο να προβλέπει μέχρι και ισόβια για τέτοιες περιπτώσεις.
Για σεξουαλική κακοποίηση 8χρονης επιβλήθηκε επίσης ποινή 7 ετών σε 49χρονο. Κατά το 2018 σε 41χρονο επιβλήθηκε ποινή 3,5 χρόνων φυλάκιση για σεξουαλική εκμετάλλευση 12χρονης. Σε 47χρονο που κακοποίησε σεξουαλικά 11χρονη το δικαστήριο επέβαλε ποινή 5 ετών φυλάκιση ενώ σε άλλη περίπτωση για σεξουαλική κακοποίηση 12χρονης, άσεμνη επίθεση και βία στην οικογένεια το δικαστήριο έκρινε επαρκή την ποινή των επτά ετών φυλάκιση. Για αντίστοιχες κατηγορίες, ήτοι σεξουαλική κακοποίηση, άσεμνη επίθεση γυναίκας και βία στην οικογένεια το δικαστήριο σε περίπτωση 70χρονου αρκέστηκε σε 12 μήνες φυλακή με το θύμα να είναι κορίτσι 14 ετών.
Σε άλλη υπόθεση σε 42χρονο που καταδικάστηκε για σεξουαλική κακοποίηση δύο 14χρονων κοριτσιών επιβλήθηκε ποινή 10 μήνες φυλάκιση. Για σεξουαλική εκμετάλλευση τεσσάρων κοριτσιών ηλικίας 13 και 14 ετών και άσεμνη επίθεση επιβλήθηκε σε 52χρονο ποινή 12 μηνών φυλάκισης.
Οι ποινές να ανταποκρίνονται στο πνεύμα νόμου
Όχι στο μήνυμα ανοχής
Σχολιάζοντας τις ποινές που επιβλήθηκαν τα τελευταία χρόνια για σεξουαλικά αδικήματα κατά ανηλίκων, ο υπ. Δικαιοσύνης ανέφερε στον «Π» πως «δεν είναι δυνατόν να έχουμε ψηφίσει νόμο που αυξάνει, τριπλασιάζει ουσιαστικά, τις ποινές, από το 2014 και ενώ υπάρχει αυτή η συχνότητα των αδικημάτων το δικαστήριο να επιμένει σχεδόν στις ίδιες ποινές που επέβαλλε πριν την εφαρμογή του νόμου». Ο κ. Νικολάου προσθέτει πως «το ίδιο ισχύει και για τις περιπτώσεις καθυστέρησης εκδίκασης τέτοιων υποθέσεων».
Με τη σειρά της η πρόεδρος του συμβουλίου της «Φωνής» Αναστασία Παπαδοπούλου επέστησε προσοχή όταν σχολιάζονται ποινές χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα γεγονότα κάθε υπόθεσης τα οποία μπορούν να δικαιολογούν την ποινή. Για την κ. Παπαδοπούλου η ποινή π.χ. που επιβλήθηκε, επτά ετών –για υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης 8χρονης (χάιδεμα και φιλί)– ήταν ικανοποιητική αν ληφθούν υπόψη τα γεγονότα και η υφιστάμενη νομολογία. Όπως εξηγεί, δεν πρέπει να κατακρίνεται το δικαστήριο στη βάση γενικών στοιχείων αλλά μπορεί να κριθεί στη βάση έκαστης απόφασης από τα γεγονότα και τους μετριαστικούς ή επιβαρυντικούς παράγοντες. «Πολλές ποινές μειώνονται εάν υπάρξει άμεση παραδοχή και δεν υποστεί το παιδί την πολύ ψυχοφθόρα διαδικασία της δίκης. Είναι τόσο σημαντικό αυτό, που η άμεση παραδοχή μπορεί να μειώσει την πιθανή ποινή κατά ένα τρίτο» εξηγεί η κ. Παπαδοπούλου. Δράττεται δε της ευκαιρίας για να υπογραμμίσει πως κακώς δίνεται η εντύπωση πως τα αδικήματα για παιδική πορνογραφία είναι λιγότερο σοβαρά. «Για κάθε φωτογραφία παιδικής πορνογραφίας συνεπάγεται και ένα περιστατικό παιδικής κακοποίησης. Στο εξωτερικό άρχισαν να καταργούν τον όρο και να το αποκαλούν απλά παιδική κακοποίηση», τονίζει. Επισημαίνει δε πως «τα δικαστήρια θα πρέπει πλέον να αντιμετωπίζουν κάθε τέτοια υπόθεση ως σεξουαλική κακοποίηση ανήλικου ακόμη και εάν τα θύματα (παιδιά όχι αναγκαστικά στην Κύπρο) τους είναι άγνωστα. Και όπως έχουμε ως ’Φωνή’ επισημάνει, οι ποινές για σεξουαλικά αδικήματα έναντι ανηλίκων πρέπει να αρχίσουν να ανταποκρίνονται στο νόημα και στο πνεύμα της νομοθεσίας, η οποία εξάλλου κυρώνει τόσο ευρωπαϊκή Οδηγία όσο και τη Σύμβαση Λανζαρότε. Δεν μπορεί πλέον να δίνονται αντιφατικά μηνύματα από το κράτος όσον αφορά την αποτελεσματικότητα αντιμετώπισης αυτών των αδικημάτων και δυστυχώς κάποιες (όχι φυσικά όλες) αποφάσεις των δικαστηρίων έχουν δώσει το μήνυμα της ανοχής».
Ενισχύεται η Αρχή και η εποπτεία καταδικασθέντων
Σημαντικέςτροποποιήσεις στον νόμο του 2014, οι οποίες έρχονται να διορθώσουν προβλήματα που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του, προβλέπει σχετικό νομοσχέδιο που ετοίμασε το Υπουργείο Δικαιοσύνης και θα οδηγηθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο για έγκριση ενδεχομένως και στην πρώτη του συνεδρία για το 2019. Οι τροποποιήσεις αφορούν ιδιαίτερα τη λειτουργία της Αρχής Εποπτείας Καταδικασθέντων για σεξουαλικά αδικήματα κατά ανηλίκων ενώ εισάγεται και ο «επιτηρητής» ως το πρόσωπο στο οποίο η Αρχή μπορεί να αναθέσει –με αγορά υπηρεσιών– την εποπτεία ενός ή περισσότερων καταδικασθέντων. Είχε προηγηθεί αξιολόγηση του θεσμού της Αρχής (με πρόεδρο τον γ.δ. του Υπ. Δικαιοσύνης και μέλη εκπροσώπους υπουργείων κ.ά. αρχών) κατά τα τρία χρόνια λειτουργίας του, μελέτη για το τι ισχύει σε άλλες χώρες επί τούτου αλλά και εισηγήσεις βουλευτών. Ο «Π» εξασφάλισε το νομοσχέδιο και, όπως προκύπτει, η ενημέρωση του θύματος ή κηδεμόνα του επτά μέρες πριν την αποφυλάκιση καταδικασθέντος θα είναι υποχρεωτική, ενώ όπου κρίνεται θα λαμβάνονται μέτρα φύλαξής του, προς αποφυγή του λάθος του υφιστάμενου νόμου που προκάλεσε πρόσφατα μεγάλη αναστάτωση σε συγκεκριμένη περίπτωση. Η Αστυνομία θα έχει αυτήν την υποχρέωση έστω και αν το θύμα έχει ενηλικιωθεί.
Με την τροποποίηση του νόμου το δικαστήριο θα μπορεί να επιβάλει επιπρόσθετες ποινές, κυρώσεις αλλά και περιοριστικά μέτρα μεταξύ των οποίων την απαγόρευση οδήγησης σε περιοχές όπου συχνάζουν παιδιά ή και το θύμα. Επίσης προβλέπεται η «απαγόρευση καταδικασθέντος να εισέρχεται, ή να παραμένει, ή να κοντοστέκεται σε απόσταση μέχρι 500 μέτρα από ή κοντά σε σχολεία ή χώρους όπου συχνάζουν το θύμα ή άλλα παιδιά ή σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή υπό τους όρους και για τη χρονική περίοδο που δυνατό να θέσει το δικαστήριο».
Σε καταδικασθέντα μπορεί να απαγορευτεί η πρόσβαση σε ιστοσελίδες, η αγορά, κατοχή και κατανάλωση αλκοόλης και φαρμάκων που περιέχουν ναρκωτικές ουσίες αλλά και η εργασία που περιλαμβάνει τακτικές επαφές με παιδιά. Ο καταδικασθείς θα πρέπει δε να ενημερώνει για το όχημα ή τα οχήματα που χρησιμοποιεί με την Αστυνομία να μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να τον ελέγχει. Με τις τροπολογίες λαμβάνονται μέτρα και για άφιξη στην ΚΔ προσώπου που καταδικάστηκε σε άλλη χώρα για σεξουαλικά αδικήματα κατά ανηλίκων.
Επιπρόσθετα η νομοθεσία έρχεται να δώσει εξουσίες στην Αρχή Εποπτείας με την επιβολή μέτρων όσων βρίσκονται υπό την εποπτεία της όπως κατ’ οίκον περιορισμό, την υποχρέωση ενημέρωσης συντρόφου για την καταδίκη, περιορισμό χρήσης διαδικτύου κ.ά. Η δε Αρχή θα πρέπει να ενημερώνεται για επικείμενη αποφυλάκιση τρεις μήνες προηγουμένως ή σε περίπτωση μείωσης ποινής το Τμ. Φυλακών έχει την υποχρέωση να την ενημερώνει αμέσως.