10 Δεκεμβρίου λήγει η προθεσμία επιβολής προστίμων από το Δημόσιο
Επιταχύνονται τις τελευταίες μέρες οι έλεγχοι των υπηρεσιών της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) κυρίως σε φορολογικές υποθέσεις που αφορούν το έτος 2012, καθώς το περιθώριο που έχουν για να ολοκληρώσουν τις προβλεπόμενες διαδικασίες είναι πλέον μόλις επτά μέρες από σήμερα.
Η προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει φόρους και πρόστιμα επί των υποθέσεων αυτών λήγει μεν τυπικά στις 31 Δεκεμβρίου 2018, όμως η πραγματική ημερομηνία λήξης είναι για το Δημόσιο η 10η Δεκεμβρίου.
Κι αυτό διότι αυτή είναι η τελευταία μέρα στην οποία το Δημόσιο έχει τη δυνατότητα να κοινοποιήσει προσωρινή πράξη διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, δεδομένου ότι -βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας- πρέπει να δίδεται σε κάθε ελεγχόμενο φορολογούμενο χρονικό περιθώριο 20 ημερών από τη στιγμή της κοινοποίησης της πράξης αυτής, προκειμένου να έχει τη δυνατότητα να απαντήσει στα ευρήματα των ελεγκτών και να τεκμηριώσει τυχόν σφάλματα εξαιτίας των οποίων τα προς καταβολή ποσά μπορεί να έχουν υπολογιστεί σε αδικαιολόγητα υψηλά επίπεδα. Με τη συμπλήρωση ή την παρέλευση του 20ημέρου, δηλαδή την 30ή-12-2018 ή την 31η-12-2018, η αρμόδια φοροελεγκτική υπηρεσία έχει το δικαίωμα να κοινοποιήσει την οριστική πράξη του διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου στην οποία τα τελικά ποσά φόρων και προστίμων που θα έχουν καταλογιστεί μπορεί να είναι μικρότερα από αυτά που αναγράφονταν στην προσωρινή πράξη.
Οι υποθέσεις φορολογίας
Σημειώνεται ότι, όπως ήδη έχει επισημάνει η «Ν», οι διατάξεις των νόμων 2238/1994 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος για τις χρήσεις των ετών προ του 2014), 4172/2013 (Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος για τις χρήσεις από το 2014 και μετά), 4174/2013 (Κώδικας Φορολογικών Διαδικασιών) και 2859/2000 (Κώδικας ΦΠΑ) προβλέπουν ότι στις 31-12-2018 λήγουν οι προθεσμίες παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για την οριστική επιβολή φόρων και προστίμων όχι μόνο σε φορολογικές υποθέσεις του έτους 2012, αλλά και στις ακόλουθες φορολογικές υποθέσεις:
α) Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν τη χρήση του έτους 2009, για τις οποίες υποβλήθηκαν αρχικές εκπρόθεσμες δηλώσεις εντός του 2015. Για τις υποθέσεις αυτές η αρχική 5ετής προθεσμία παραγραφής, η οποία έληγε κανονικά στις 31-12-2015 (5 χρόνια από τη λήξη του έτους 2010 στο οποίο έπρεπε να είχε υποβληθεί η αρχική εμπρόθεσμη δήλωση) παρατάθηκε για 3 ακόμη χρόνια, μέχρι τις 31-12-2018, επειδή οι αρχικές δηλώσεις υποβλήθηκαν στο τελευταίο έτος (στο πέμπτο έτος) της κανονικής 5ετούς περιόδου παραγραφής.
β) Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος και ΦΠΑ που αφορούν τη χρήση του έτους 2007, για τις οποίες, μετά τη λήξη της κανονικής 5ετούς περιόδου παραγραφής, δηλαδή μετά την 31η-12-2013, περιήλθαν σε γνώση των αρμόδιων φορολογικών αρχών «συμπληρωματικά στοιχεία» από την εξέταση των οποίων διαπιστώθηκε ότι η φορολογητέα ύλη ήταν μεγαλύτερη από αυτήν που δηλώθηκε και ότι οι υποβληθείσες δηλώσεις ήταν ανακριβείς.
γ) Υποθέσεις ΦΠΑ που αφορούν τη χρήση του έτους 2007 για τις οποίες δεν υποβλήθηκε εκκαθαριστική δήλωση. Για τις υποθέσεις αυτές ισχύει 10ετής περίοδος παραγραφής που άρχισε να «τρέχει» από την 1η-1-2009 (μετά τη λήξη του έτους 2008 στο οποίο έπρεπε να υποβληθεί η εκκαθαριστική δήλωση) και λήγει την 31η-12-2018.
δ) Υποθέσεις φορολογίας εισοδήματος που αφορούν τη χρήση του έτους 2002, για τις οποίες δεν είχε υποβληθεί ποτέ η οικεία δήλωση. Για τις υποθέσεις αυτές προβλέπεται 15ετής περίοδος παραγραφής, η οποία άρχισε να «τρέχει» αμέσως μετά το τέλος του έτους εντός του οποίου έπρεπε να υποβληθούν οι αρχικές εμπρόθεσμες δηλώσεις, δηλαδή από την 1η-1-2004 (αμέσως μετά τη λήξη του έτους 2003), και λήγει στις 31-12-2018.
Οι φοροελεγκτικές υπηρεσίες (το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου, το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων και οι ΔΟΥ) επικεντρώνουν πλέον τους ελέγχους τους και στις παραπάνω υποθέσεις προκειμένου να κοινοποιήσουν εγκαίρως τις πράξεις οριστικού διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου, ώστε το Δημόσιο να μη χάσει το δικαίωμα βεβαίωσης και είσπραξης ποσών σημαντικού ύψους.
Μεγάλος πλούτος και βεβαιώσεις
Εν τω μεταξύ, όπως προκύπτει από στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων για τις επιδόσεις των φοροελεγκτικών υπηρεσιών, οι έλεγχοι που διενεργήθηκαν από το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕΦΟΜΕΠ) κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2018 ανήλθαν στο 55,8% του συνόλου των ελέγχων που πρέπει να πραγματοποιηθούν μέχρι το τέλος του έτους, ενώ κατά την ίδια περίοδο τα ποσά των φόρων και των προστίμων που βεβαιώθηκαν από τους ελέγχους της υπηρεσίας αυτής ανήλθαν σε ποσοστό κάτω από το 4% του συνολικού ετήσιου στόχου που έχει τεθεί με το επιχειρησιακό σχέδιο της ΑΑΔΕ για όλο το 2018. Το γεγονός αυτό οφείλεται εν μέρει και στο γεγονός ότι πολλές υποθέσεις έχουν πλέον παραγραφεί με την εφαρμογή των αποφάσεων που εξέδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας το 2017.
Σύμφωνα, ειδικότερα, με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, κατά το πρώτο εννεάμηνο (κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου) του 2018, τα 11 Τμήματα Ελέγχου του ΚΕΦΟΜΕΠ βεβαίωσαν ποσά φόρων και προστίμων συνολικού ύψους μόλις 16,25 εκατ. ευρώ στα 307 φυσικά πρόσωπα με μεγάλο πλούτο τα οποία έλεγξαν, ενώ -σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο της ΑΑΔΕ για το τρέχον έτος- έως το τέλος Δεκεμβρίου θα πρέπει να έχουν βεβαιώσει συνολικά 500 εκατ. ευρώ από τους ελέγχους σε πλούσιους φορολογούμενους. Ουσιαστικά στους πρώτους 9 μήνες του 2018, οι ελεγκτές του ΚΕΦΟΜΕΠ καταλόγισαν ποσά φόρων και προστίμων που αντιστοιχούν μόλις στο 3,25% του στόχου που έχει τεθεί και για τους 12 μήνες του έτους.