Αλλαγές που θα ενισχύσουν το “τείχος” των προϋποθέσεων ένταξης των οφειλετών στη ζώνη προστασίας του νέου νόμου (που θα διαδεχθεί τον νόμο Κατσέλη) ετοιμάζονται, διυλίζοντας στο έπακρο τους στρατηγικούς κακοπληρωτές, με ελέγχους και “κυνηγητό” σε 140 χώρες.
Καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, πάσης φύσεως τραπεζικά προϊόντα θα αναζητούνται πλέον στο εξωτερικό και θα δεσμεύονται προκειμένου να αποπληρώνονται δάνεια που καταχρηστικά έχουν υπαχθεί ή ζητούν να υπαχθούν σε καθεστώς προστασίας.
Το “ξετρύπωμα” των στρατηγικών κακοπληρωτών αποτελεί το βασικό μέλημα της κοινής πλατφόρμας που ετοιμάζουν οι τράπεζες για την ανταλλαγή μεταξύ τους στοιχείων, τα οποία αφορούν δάνεια 16 δισ. ευρώ. Η πλατφόρμα αυτή και τα “alarm“ που θα τη συνοδεύουν θα μπορούν να μπλοκάρουν άμεσα τις αιτήσεις των στρατηγικών κακοπληρωτών, μόλις αυτές θα αποστέλλονται από την κεντρική πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού στους πιστωτές. Σημειώνεται ότι οι αιτήσεις υπαγωγής στον νόμο Κατσέλη κατατίθενται στην πλατφόρμα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους και εν συνεχεία αποστέλλονται στους πιστωτές προς ρύθμιση μέσα σε ένα μήνα από την κατάθεσή τους. Με τις υποδομές που ετοιμάζουν οι τράπεζες, θα είναι σε θέση να κάνουν το περαιτέρω τελικό“φιλτράρισμα” όσων αιτούνται ευνοϊκών ρυθμίσεων και “κουρεμάτων” στο πλαίσιο του νέου νόμου Κατσέλη, πετώντας έξω από αυτόν όσους μπορούν να πληρώσουν τα δάνειά τους.
Οι διαπραγματεύσεις
Το “κούρεμα” των δανείων από τις τράπεζες αποτελεί το μεγάλο “αγκάθι” στη διαπραγμάτευση των επομένων είκοσι ημερών μέσα στις οποίες θα διαμορφωθεί το πλαίσιο του νέου νόμου. Όπως συμφώνησαν “θεσμοί”, κυβέρνηση και τράπεζες στις επαφές της εβδομάδας αυτής, που ολοκληρώθηκαν χθες, το σχέδιο νόμου πρέπει να είναι έτοιμο μέχρι τις 15 Φεβρουαρίου για να σταλεί στους δανειστές, να επιστραφεί από αυτούς στις 25 του μηνός και να ψηφιστεί στις 28 Φεβρουαρίου.
Οι διαφορές μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών όσον αφορά τον νέο νόμο Κατσέλη παραμένουν ακόμη σημαντικές, με μοναδικό σημείο σύγκλισης την πρόθεση των δύο πλευρών να αποφύγουν πάση θυσία μια επίσημη παράταση του νόμου μετά τις 28 Φεβρουαρίου.
Η διαμόρφωση του πλαισίου ενός τελείως νέου νόμου Κατσέλη και ενός νέου άρθρου 9 για την προστασία της πρώτης κατοικίας (μέχρι σήμερα το άρθρο 9 δίνει στον δικαστή τη δικαιοδοσία να το αποφασίσει) συζητήθηκαν με τους “θεσμούς” την εβδομάδα αυτή.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του “Κεφαλαίου”, τη σκληρότερη στάση στις διαπραγματεύσεις τήρησε η ΕΚΤ, εκτιμώντας ότι δεν πρέπει να υπάρξει καμία προστασία της πρώτης κατοικίας και ότι το μείζον είναι να αποκατασταθεί η κουλτούρα πληρωμών. Σημειώνεται ότι η Κομισιόν τήρησε πολύ πιο μετριοπαθή τάση, ζητώντας να αποφευχθούν οι ακρότητες, ενώ και οι ίδιες οι τράπεζες επιζητούν λογικές λύσεις που να χαρακτηρίζονται από δικαιοσύνη και κοινωνική ευαισθησία και που να μην έχουν ως αποτέλεσμα αλόγιστη μεγέθυνση του στοκ των ακινήτων που έχουν ήδη στα χαρτοφυλάκιά τους. Στάση παρατηρητή στις διαπραγματεύσεις είχε η πλευρά του ΔΝΤ.
Όλοι, όμως, οι δανειστές είχαν σοβαρή ένσταση –οι πληροφορίες αναφέρουν ότι υπήρξε διαπληκτισμός μίας ώρας επ’ αυτού– στο πώς χρησιμοποιούνται οι αιτήσεις υπαγωγής στον νόμο Κατσέλη από όσους θέλουν να ανακόψουν προγραμματισμένους πλειστηριασμούς. Σύμφωνα με τις πληροφορίες του “Κ”,τόνισαν οργισμένοι ότι δεν είναι δυνατόν την παραμονή του πλειστηριασμού να υποβάλλονται αιτήσεις για ένταξη στον νόμο Κατσέλη, προκειμένου να “παγώσουν” τα μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης, και ζήτησαν η δυνατότητα αυτή να επιτρέπεται μέχρι τρεις ή το πολύ δύο μήνες πριν από την ημερομηνία διεξαγωγής του πλειστηριασμού.
Τα ανοιχτά θέματα
Τα σημεία που παραμένουν ανοιχτά και στα οποία θα πρέπει να συγκλίνουν μέσα στις επόμενες ημέρες κυβέρνηση και τράπεζες παραμένουν ουσιώδη. Ειδικότερα, αφορούν:
α) Την αξία προστασίας της πρώτης κατοικίας: Η κυβέρνηση επιθυμεί η προστασία της πρώτης κατοικίας να παραμείνει κοντά στα σημερινά επίπεδα,κατά μέσο όρο στα 200.000 ευρώ. Σημειώνεται ότι ο ισχύων νόμος έχει όρια προστασίας από 180.000 ευρώ για τον άγαμο μέχρι 280.000 ευρώ για ζευγάρι με τρία παιδιά.
Οι τράπεζες κατεβάζουν τον πήχη προστασίας της πρώτης κατοικίας στα 100.000 ευρώ, με διάθεση, ωστόσο, να διαπραγματευθούν αύξηση του ορίου αυτού μέχρι τα 120.000-130.000 μάξιμουμ.
β) Την περίμετρο προστασίας του νέου άρθρου 9: Η κυβέρνηση θέλει η προστασία στην πρώτη κατοικία να χορηγείται όχι μόνο για τα στεγαστικά δάνεια, αλλά και για τις περιπτώσεις ακινήτων που συνιστούν πρώτη κατοικία, τα οποία έχουν μπει ως εξασφαλίσεις σε δάνεια για επιχειρηματική/εμπορική δραστηριότητα.
Επ’ αυτού οι τράπεζες είναι κάθετα αντίθετες, εκτιμώντας ότι η προστασία πρέπει να παρέχεται μόνο όταν η πρώτη κατοικία συνδέεται με δάνειο στεγαστικής πίστης. Σε διαφορετική περίπτωση, όπως υποστηρίζουν, η βεντάλια του καθεστώτος προστασίας ανοίγει για όλες τις κατηγορίες δανείων, συμπεριλαμβανομένων ακόμα και μεγάλων καταναλωτικών, τη στιγμή που ήδη τα μη εξυπηρετούμενα στεγαστικά δάνεια σε καθεστώς προστασίας ανέρχονται σε 16 δισ. ευρώ.
γ) Το “κούρεμα” των δανείων: Οι τράπεζες λένε “ναι” στο “κούρεμα” για τα δάνεια που θα μπουν σε ρύθμιση, αλλά αυτό να εξετάζεται και να διαμορφώνεται για την κάθε περίπτωση ξεχωριστά και σε καμία περίπτωση να μην είναι οριζόντιο.
Η κυβέρνηση επιδιώκει ένα “κούρεμα” οριζόντιου τύπου, στη βάση του ύψους του δανείου και της τρέχουσας εμπορικής αξίας του ακινήτου. Έτσι, π.χ., αν γίνεται λόγος για δάνειο 200.000 ευρώ και τρέχουσα αξία ακινήτου 100.000 ευρώ, να “κουρεύεται” η διαφορά των 100.000 ευρώ και το εναπομείναν ποσό να αποτελεί τη νέα δανειακή σύμβαση, με την οφειλή να ρυθμίζεται για τα επόμενα 20 χρόνια με χαμηλό επιτόκιο. Τη δόση που θα προκύπτει από αυτή τη ρύθμιση θα έρχεται στη συνέχεια να επιδοτεί τοκράτος (έχουν προϋπολογιστεί για το πρώτο έτος 200 εκατ. ευρώ). Σύμφωνα με τις πληροφορίες, αναλόγως εισοδηματικών και περιουσιακών κριτηρίων, η επιδότηση αυτή μπορεί να φτάνει και το 100%. Σε κάθε περίπτωση, θα δίνεται αναλογικά και όχι εκ προοιμίου στο 1/3 της δόσης, όπως έχει υπονοηθεί μέχρι σήμερα.