Με την υπ’ αριθμ. 1445/2018 απόφασή του ο Άρειος Πάγος (Τμήμα Δ) έκρινε ότι η απόρριψη αγωγής ως προώρως ασκηθείσας, δεν αποτελεί τυπικό λόγο απορρίψεώς της.
Απόσπασμα της απόφασης:
Κατά μεν την διάταξη του άρθρου 261 παρ. 1 ΑΚ, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο (παρ. 3 του ίδιου άρθρου), η παραγραφή διακόπτεται με την άσκηση της αγωγής, ήτοι με την επίδοσή της (Κ.Πολ.Δικ. 221 παρ. 1), αρχίζει δε και πάλι από την έκδοση τελεσίδικης αποφάσεως ή την κατ’ άλλο τρόπο περάτωση της δίκης, κατά δε την διάταξη του άρθρου 263 του Α.Κ. “κάθε παραγραφή που διακόπηκε με την έγερση της αγωγής θεωρείται σαν να μη διακόπηκε, αν ο ενάγων παραιτηθεί από την αγωγή ή η αγωγή απορριφθεί τελεσίδικα για λόγους μη ουσιαστικούς. Αν ο δικαιούχος εγείρει και πάλι την αγωγή μέσα σε έξι μήνες, η παραγραφή θεωρείται ότι έχει διακοπεί με την προηγούμενη αγωγή”.
Κατά την έννοια της τελευταίας ως άνω διατάξεως αυτή εφαρμόζεται όταν η απόρριψη της αγωγής γίνεται για λόγους τυπικούς.
Απόρριψη της αγωγής για τυπικούς λόγους υπάρχει σε κάθε περίπτωση, κατά την οποία η παροχή δικαστικής προστασίας ματαιώνεται για λόγο που δεν ανάγεται στη νομική ή ουσιαστική βασιμότητα της υπό διάγνωση απαιτήσεως. Τέτοιοι λόγοι μπορεί να είναι η μη συνδρομή των διαδικαστικών προϋποθέσεων της δίκης, η έλλειψη της ικανότητας δικαστικής παραστάσεως, η αοριστία της αγωγής και γενικότερα οι λόγοι εκείνοι, οι οποίοι ερευνώνται πριν από την αξιολόγηση της υπάρξεως και του περιεχομένου της ουσιαστικής αξιώσεως και των οποίων η θετική ή αρνητική συνδρομή παρεμποδίζει τη διάγνωσή της, καθ’ όσον στις περιπτώσεις αυτές είναι πρόδηλο ότι είναι αντικειμενικώς δυνατόν με τη νέα αγωγή να διορθωθεί το τυπικό σφάλμα της απορριφθείσας προηγουμένης αγωγής.
Πρόβλημα ανακύπτει στην περίπτωση, κατά την οποία μία αγωγή απορρίπτεται ως προώρως ασκουμένη, δηλαδή εάν η απόρριψη αυτής θεωρείται γενομένη για τυπικούς ή ουσιαστικούς λόγους.
Συνήθως τέτοια απόρριψη γίνεται όταν νεαρής ηλικίας πρόσωπο τραυματίζεται σοβαρώς από αδικοπραξία τρίτου και αξιώνεται αποζημίωση για διαφυγόντα εισοδήματα για μεγάλο χρονικό διάστημα υπερβαίνον συνήθως τα δέκα έτη. Σε μια τέτοια περίπτωση με την συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου η αγωγή του παθόντος γίνεται δεκτή ως βάσιμη στην ουσία της για τα πρώτα έτη και για τα υπόλοιπα απορρίπτεται ως προώρως ασκουμένη.
Σημειώνεται ότι η τελεσίδικη απόφαση, με την οποία απορρίπτεται η αγωγή ως προώρως ασκηθείσα, δεν παράγει δεδικασμένο, διότι με τέτοια απόφαση δεν τέμνεται η διαφορά (βλ. ΑΠ 2153/2013, ΑΠ 2076/2006, ΑΠ 122/2006).
Εξ άλλου, η απόρριψη της αγωγής ως προώρως ασκουμένης δεν αποτελεί απόρριψη της αγωγής για τυπικούς λόγους.
Τούτο δε καθ’ όσον κάτι τέτοιο θα προϋπέθετε ότι είναι αντικειμενικώς δυνατή η εντός εξαμήνου από την προηγουμένη απόρριψη ως πρόωρης έγερση νέας αγωγής, γεγονός, δηλαδή, που δεν είναι δυνατόν στην συγκεκριμένη περίπτωση.
Ως νέα έγερση της αγωγής νοείται η υποβολή νέου αιτήματος παροχής δικαστικής προστασίας από τον ίδιο ενάγοντα ή σε περίπτωση που μεσολαβήσει νόμιμη καθολική ή ειδική διαδοχή από το διάδοχό του κατά του ιδίου εναγομένου ή των διαδόχων εκείνου, που βασίζεται στην ίδια με την προηγούμενη νομική και ιστορική αιτία. Ταυτότητα ιστορικής αιτίας υπάρχει όταν τα περιστατικά που συγκροτούν το πραγματικό της νομικής διατάξεως που εφαρμόσθηκε στην προηγούμενη δίκη είναι τα ίδια με αυτά που συνθέτουν το πραγματικό της νομικής διατάξεως που πρόκειται να εφαρμοσθεί στη νέα δίκη.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο areiopagos.gr