Η Ολομέλεια του Συμβουλίου Επικρατείας θα έχει τον τελικό λόγο για την συνταγματικότητα ή μη της κατάργησης των έμμισθων και άμισθων υποθηκοφυλάκων και την ένταξή τους στο «Κτηματολόγιο Α.Ε.».
Η υπόθεση παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου από την αυξημένη επταμελή σύνθεση για δύο λόγους: 1) λόγω μείζονος σπουδαιότητας και 2) λόγω της ισχυρής μειοψηφίας που είχε. Ειδικότερα, η πλειοψηφία του Γ΄ Τμήματος απέρριψε την σχετική αίτηση ακυρώσεως που είχαν υποβάλλει οι υποθηκοφύλακες, κρίνοντας συνταγματικό τον νόμο 4512/2017 και αναγνωρίζοντας ότι ο νομοθέτης έχει την διακριτική ευχέρεια να τον καταργήσει. Η άποψη της μειοψηφίας
Αντίθετα, σύμφωνα με τη μειοψηφία, η ευχέρεια του νομοθέτη δεν καταλαμβάνει την ολοσχερή απόσπαση των υποθηκοφυλάκων από την οργανωτική δομή και εποπτεία της δικαστικής εξουσίας.
Κι αυτό γιατί τα έμμισθα υποθηκοφυλακεία στελεχώνονταν από προσωπικό που είχε την ιδιότητα του δικαστικού υπαλλήλου, απολαμβάνοντας λειτουργική ανεξαρτησία, σαν αυτή που έχουν οι δικαστικοί υπάλληλοι. Με άλλα λόγια κατοχυρώνεται ότι δεν έχουν εξαρτημένη σχέση από την εκτελεστική εξουσία αλλά υπόκεινται στις δικαστικές Αρχές, στους εισαγγελείς, και ο έλεγχός τους, ενώ οι προαγωγές τους αποφασίζονται από συμβούλιο δικαστών.
Κατόπιν αυτών, η μειοψηφία θεωρεί ότι το Εθνικό Κτηματολόγιο μπορεί να οργανωθεί από τον νομοθέτη ως Ν.Π.Δ.Δ., διαφορετικό από τα υφιστάμενα υποθηκοφυλακεία, εφόσον, όμως, στην υπηρεσία αυτή ανατίθενται μόνο τεχνικές πράξεις κτηματογραφήσεως.
Στην υπηρεσία αυτή ανατίθεται και η τήρηση δημοσίων βιβλίων για την εγγραφή πράξεων που αφορούν εμπράγματα δικαιώματα «η εν λόγω υπηρεσία δεν μπορεί να αποσπασθεί από την οργάνωση της δικαστικής εξουσίας σε ό,τι αφορά το καθεστώς που διέπει τους οικείους υπαλλήλους και λειτουργούς». Κακώς δηλαδή αφαιρεί συνολικά την εν λόγω υπηρεσία από το οργανωτικό πλαίσιο της δικαστικής εξουσίας και την υπάγει αποκλειστικά υπό την εποπτεία του υπουργού Περιβάλλοντος.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών Πάνος Λαζαράτος, ο οποίος εκπροσώπησε στο ΣτΕ την Ένωση Αμίσθων Υποθηκοφυλάκων και άμισθους υποθηκοφύλακες, δήλωσε ότι η παραπομπή αυτή στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κεφαλαιώδους σημασίας για το δικαιοπολιτικό μας σύστημα. Και αυτό διότι, «η υπόθεση αυτή υπερβαίνει το φλέγον ζήτημα της προδήλως αντισυνταγματικής αποσπάσεως των υποθηκοφυλάκων από την δικαστική εξουσία και θέτει ένα ακόμη μεγαλύτερο ζήτημα.
Αυτό συνίσταται στο κατά πόσον θεσμοί, που ανήκουν στην οργανωτική δομή ή και την εποπτεία της δικαστικής εξουσίας (όπως λ.χ. συμβολαιογράφοι ή οι ειρηνοδίκες), μπορούν να υπάγονται με νόμο στην εκτελεστική εξουσία. Μια τέτοια ενδεχόμενη εξέλιξη, θα έθιγε την βαθύτερη δομή της διακρίσεως των εξουσιών. Υπό αυτή την οπτική γωνία, τα διακυβευόμενα ζητήματα είναι θεμελιώδη και αφορούν την ποιότητα του κράτους δικαίου στην χώρα μας και την ανεξαρτησία της δικαστικής εξουσίας από την εκτελεστική στο παρόν και στο μέλλον».