Τα ιστορικά γεγονότα στο Κούγκι και η προσωπικότητα του καλόγερου Σαμουήλ.
Μία από τις ηρωικότερες σελίδες της νέας ελληνικής ιστορίας γράφτηκε αναμφίβολα τον Δεκέμβριο του 1803 στο Κούγκι. Πού βρισκόταν το Κούγκι; Στο ηρωικό Σούλι. Πρόκειται για έναν οχυρό πύργο χτισμένο σε απότομο βράχο, μέσα στον οποίο βρισκόταν και η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής.
Η ανατίναξή του από τον καλόγερο Σαμουήλ, σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε τουλάχιστον, έγινε συνώνυμο της αυτοθυσίας και του ανυποχώρητου αγώνα και πέρασε και σαν φράση “θα γίνει Κούγκι”, όταν θέλουμε να δηλώσουμε ότι μια κατάσταση θα φτάσει στα άκρα και πως δεν νοιαζόμαστε για όσα θ’ ακολουθήσουν.
Ενώ όσοι τουλάχιστον γνωρίζουν για το Κούγκι, ξέρουν τον καλόγερο Σαμουήλ αγνοούν λεπτομέρειες για τη ζωή του. Είναι αλήθεια ότι έχουν γραφτεί τόσα πολλά και αντιφατικά για τον θρυλικό αυτό μοναχό, που πολύ δύσκολα μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα για τη ζωή του.
Το 1995 ο Νικόλαος Γούνης συγκέντρωσε όλα αυτά που κατά καιρούς έχουν δημοσιευθεί για τον Σαμουήλ στο βιβλίο “ΓΕΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΝΕΤΕΙΡΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ ΣΑΜΟΥΗΛ ΤΟΥ ΚΟΥΓΚΙΟΥ”.
Παραθέτει τις απόψεις περισσότερων από είκοσι συγγραφέων και καταλήγει σε αξιόπιστα και τεκμηριωμένα κατά την άποψή μας συμπεράσματα. Στο βιβλίο του Ν. Γούνη διαβάζουμε ότι ο Άγγλος ιστορικός Φίνλεϊ θεωρούσε ότι ο Σαμουήλ καταγόταν από χωριό της ορεινής Άνδρου, ενώ ακόμα και πολλοί Σουλιώτες τον θεωρούσαν Ρώσο αξιωματικό!
Στον Χριστόφορο Περραιβό ο Σαμουήλ είπε αόριστα ότι κατάγεται από την περιοχή της Παραμυθιάς. Από τις έρευνες του Ν. Γούνη προκύπτουν τα εξής στοιχεία.
Το πραγματικό όνομα του καλόγερου Σαμουήλ ήταν Σταύρος Θεμελής. Όπως συνηθιζόταν όμως εκείνη την εποχή το επώνυμό του αντικαταστάθηκε από το όνομα του πατέρα του Τριαντάφυλλου (συγκεκομμένο Ντάφλος). Έτσι ο Σταύρος Ντάφλος, που γεννήθηκε στο χωριό Γουργιάνιστα του νομού Ιωαννίνων το 1760 ή το 1761, πέρασε στην ιστορία ως ο καλόγερος Σαμουήλ. Τον Σαμουήλ διεκδικεί και το γειτονικό με τη Γουργιάνιστα χωριό, Λίμποβο.
Ο Σαμουήλ ήταν ψηλός, με επιβλητικό παράστημα. Τα σημάδια από την ασθένεια ευλογιά που πέρασε όταν ήταν μικρός έμειναν για πάντα στο πρόσωπό του. Σε ηλικία 15 περίπου ετών ακολούθησε τον Κοσμά τον Αιτωλό, ο οποίος τον είχε σε μεγάλη εκτίμηση. Από το 1776 ως το 1791 τα ίχνη του Σαμουήλ χάνονται. Ίσως στάλθηκε από τον Κοσμά τον Αιτωλό σε κάποιο μοναστήρι για να μάθει γράμματα και να ωριμάσει πνευματικά.
Το 1791 εμφανίστηκε ξαφνικά στο Σούλι, σ’ ένα σπήλαιο στο Κούγκι, όπου συνέχιζε να ζει ασκητικά. Άρχισε σιγά σιγά να επισκέπτεται τα γειτονικά χωριά και να συγκεντρώνει χρήματα, με τα οποία έχτισε αρχικά τον μικρό ναό της Αγίας Παρασκευής και αργότερα το φρούριο στο Κούγκι.
Αυτά έγιναν στο χρονικό διάστημα που ο Αλή Πασάς είχε εκστρατεύσει εναντίον του Τζορτζίμ Πασά της Αδριανούπολης.
Ο Ανδρέας Ιδρωμένος, ο οποίος γνώρισε τον Σαμουήλ στην Πάργα και την Κέρκυρα, τον χαρακτηρίζει ”ονειροπόλο και ονειροκρίτη” και αναφέρει ότι είχε πάντοτε μαζί του το Ευαγγέλιο και την “Αποκάλυψη” του Ιωάννη, τις ρήσεις των οποίων ερμήνευε ανάλογα με τις περιστάσεις. Συνήθιζε στις ρήσεις του να χρησιμοποιεί τη φράση “η τελευταία κρίσις” και γι’ αυτό επονομάσθηκε “Σαμουήλ, η τελευταία κρίσις”.
Ο Ανδρέας Ιδρωμένος γράφει επίσης,ότι ο λαός τον σεβόταν σαν προφήτη. Αν και βρέθηκε στο Σούλι μάλλον ξαφνικά, ο αυστηρός, ασκητικός και εγκρατής βίος του Σαμουήλ, τον έκανε να κερδίσει τον σεβασμό όλων των Σουλιωτών.
Οι επιχειρήσεις του Αλή Πασά εναντίον των Σουλιωτών (1799- 1803)
Ο Αλή Πασάς, ενεργώντας ως εκτελεστικό όργανο του ευρωπαϊκού συνασπισμού που ήταν αντίπαλος του Ναπολέοντα, κατέλαβε το Βουθρωτό (αρχαιότατη ελληνική πόλη στη Βόρειο Ήπειρο απέναντι από την Κέρκυρα) και την Ηγουμενίτσα (1799). Ο γιος του Μουχτάρ κατέλαβε ταυτόχρονα την Πρέβεζα παρά τη σκληρή αντίσταση της γαλλικής φρουράς. Μάλιστα για να τονίσει την πίστη του στην Πύλη έστειλε στην Κωνσταντινούπολη 4 σακιά γεμάτα από τα κομμένα κεφάλια των Γάλλων και των κατοίκων που είχαν συμπράξει και αγωνιστεί μαζί τους… Όσοι γλίτωσαν πουλήθηκαν σαν δούλοι, ενώ οι πιο τυχεροί μπόρεσαν να καταφύγουν στα νησιά του Ιονίου. Για να αναπληρώσει το “πληθυσμιακό κενό” που δημιουργήθηκε ο Αλή Πασάς έστειλε στην Πρέβεζα μουσουλμάνους Αλβανούς.
Στη συνέχεια ο Αλή Πασάς κατέλαβε αμαχητί τη Βόνιτσα και ετοιμαζόταν να κινηθεί εναντίον της Λευκάδας και της Πάργας. Όμως ο ρωσικός στόλος υπό τον Ουσακόφ τον εμπόδισε να πραγματοποιήσει τα σχέδιά του. Σε όλη τη διάρκεια των επιχειρήσεων του Αλή Πασά εναντίον των άλλοτε βενετικών κτήσεων οι Σουλιώτες παρέμεναν αδρανείς. Σύμφωνα με τους Χριστόφορο Περραιβό και Απόστολο Βακαλόπουλο, η αδράνεια αυτή οφειλόταν στο ότι ο πανούργος Αλή Πασάς εξαγόρασε με χρήματα (60 πουγκιά με 25.000-100.000 γρόσια) και το αρματολίκι του Βουργαρελίου τον ογδοντάχρονο Γεώργιο Μπότσαρη, ο οποίος καθώς ήταν φιλοχρήματος, δεν θέλησε να τα μοιραστεί με τους άλλους Σουλιώτες οπλαρχηγούς. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα ο Μπότσαρης να καταφύγει κυνηγημένος σχεδόν στον Αλή Πασά μαζί με όλη τη φάρα του. Μάλιστα τον συμβούλευσε να πολιορκήσει στενά το Σούλι για να μπορέσει να το καταλάβει. Ως ανταλλάγματα η φάρα του Μπότσαρη θα μπορούσε να εγκατασταθεί ειρηνικά στο Ραδοβίζι και τα Τζουμέρκα και ο γαμπρός του Παλάσκας στο Κλινοβό και το Μέτσοβο.
Έτσι με την τακτική του “διαίρει και βασίλευε” ο Αλή Πασάς πέτυχε να διασπάσει την ενότητα των Σουλιωτών και ξεκίνησε τις επιχειρήσεις εναντίον τους. Τον Ιούλιο του 1800 οι Σουλιώτες βρίσκονταν σε απελπιστική θέση και ζήτησαν από τους Κερκυραίους να τους βοηθήσουν όπως μπορούν.
Οι πρώτες συγκρούσεις Σουλιωτών και Αλή Πασά ήταν ωστόσο, μάλλον αναπάντεχα νικηφόρες για τους Σουλιώτες, οι οποίοι μάχονταν με απαράμιλλο ηρωισμό.
Οι επιτυχίες αυτές των Σουλιωτών ενθάρρυναν τον διοικητή του Δέλβινου Μουσταφά πασά, τον Ιμπραήμ πασά του Βερατίου και της Αυλώνας και άλλους μπέηδες, οι οποίοι επιτέθηκαν στον Αλή πασά και τον έφεραν σε δύσκολη θέση. Και πάλι όμως ο πασάς των Ιωαννίνων αφού φρόντισε να συνάψει ειρήνη με τους Σουλιώτες και να στρέψει τους μικρούς αγάδες εναντίον των Αλβανών πασάδων κατάφερε να επικρατήσει και να γίνει απόλυτος κυρίαρχος της Ηπείρου.
Αμέσως μετά ξεκίνησε νέα σειρά επιχειρήσεων εναντίον των Σουλιωτών με σκοπό να τους εξολοθρεύσει. Από τις αρχές του 1803 η κατάσταση στο Σούλι ήταν δραματική. Ο κλοιός του Αλή πασά έσφιγγε ολοένα και περισσότερο, ενώ οι πολιορκημένοι υπέφεραν από έλλειψη τροφής και πολεμοφοδίων.
Ο Αλή πασάς έστειλε τον Κίτσο Μπότσαρη στο Σούλι με προτάσεις συνδιαλλαγής, με τον όρο να αντικαταστήσει αυτός τον Φώτο Τζαβέλα στην αρχηγία των Σουλιωτών. Ο Τζαβέλας αρνήθηκε και έξαλλος αποχώρησε από το Σούλι. Αργότερα δέχθηκε να διαπραγματευθεί με τον Αλή πασά, με την προϋπόθεση να παραμείνει αυτός αρχηγός. Τελικά οι διαπραγματεύσεις απέτυχαν και οι δύο Σουλιώτες οπλαρχηγοί (Φ. Τζαβέλας και Γ. Μπότσαρης) εγκατέλειψαν το Σούλι.
Με τη βοήθεια του Σουλιώτη προδότη Πήλιου Γούση ο Αλή πασάς κατέλαβε τη στρατηγική θέση του χωριού Αβαρίκο και κύκλωσε τους ηρωικούς μαχητές. Ορισμένοι Σουλιώτες κατέφυγαν στο Κούγκι, όπου βρίσκονταν πολλά γυναικόπαιδα από την αρχή της πολιορκίας και άλλοι στον λόφο της Μπίρας. Στο Κούγκι, στο οχυρό που είχε κατασκευάσει όπως είδαμε ο Σαμουήλ, βρίσκονταν 400 πολεμιστές, ενώ η απόκρημνη Μπίρα ήταν απόρθητο οχυρό για τους επιτιθέμενους.
Στις αρχές Νοεμβρίου 1803, οι Σουλιώτες βρίσκονταν σε τραγική κατάσταση. Την 1η Δεκεμβρίου 1803, ο αντιπρόσωπος της Ρωσίας στην «Επτάνησο Πολιτεία» Μοτσενίγος, πήρε εντολή από τον Ρώσο καγκελάριο κόμη Βοροντσόφ, να δαπανήσει όσα χρήματα χρειαζόταν για να σωθεί το Σούλι. Ήταν όμως πολύ αργά. Εξαντλημένοι από τις κακουχίες, την πείνα και τις ασθένειες, μερικοί Σουλιώτες επιχείρησαν ηρωική έξοδο με τα γιαταγάνια στα χέρια και κατάφεραν να σωθούν αφού διέσπασαν τον κλοιό των πολιορκητών. Οι υπόλοιποι, μετά από μια απελπισμένη άμυνα λίγων ημερών παραδόθηκαν, με τον όρο να αποσυρθούν ελεύθεροι εκεί που επιθυμούσαν (12 Δεκεμβρίου 1803). Έτσι στο Κούγκι έμειναν ο Σαμουήλ με 4 ή 5 συντρόφους του για να παραδώσουν την αποθήκη τροφίμων και πολεμοφοδίων στους απεσταλμένους του Αλή πασά.
Τι έγινε στο Κούγκι;
Στις 16 Δεκεμβρίου 1803, σύμφωνα με την επικρατέστερη (χρονολογικά) εκδοχή, ο καλόγερος Σαμουήλ έβαλε φωτιά στην πυρίτιδα και ανατινάχτηκε μαζί με τους συντρόφους του και δύο Τούρκους. Μαζί τους, ανατινάχτηκε και ο γιος του Παπαγιάννη Οικονόμου Ζήσος, τον οποίο είχε στείλει, ο γιος του Αλή πασά, Βελή, για να ζυγίσει την παραδιδόμενη ποσότητα πυρίτιδας.
Κατά την ευρύτερα αποδεκτά εκδοχή, την οποία υποστηρίζει και ο Χ. Περραιβός, όταν ένας από τους απεσταλμένους του Βελή τον απείλησε με τιμωρία από τον Αλή πασά, ο Σαμουήλ έβαλε φωτιά στην πυρίτιδα, σύμφωνα με τη μαρτυρία δύο μουσουλμάνων Σουλιωτών που κατόρθωσαν να επιβιώσουν. Αντίθετα, ο βάρδος του Αλή πασά Χατζή Σεχρέτης στην «Αληπασαλιάδα» του, υποστηρίζει ότι τη φωτιά στην πυρίτιδα έβαλε ο Φώτος Τζαβέλας, μετά από εντολή του Αλή πασά.
«…μικροί μεγάλοι κίνησαν να ιδούνε τον κεφίλη, ο Φώτος επροβόδησε και βάνει το φιτίλι» (κεφίλης = ο εγγυητής < τουρκ. Kefil)
Γράφει μάλιστα ότι ο Αλή υποχρέωσε τον Φ. Τζαβέλα να κάνει αυτή την ενέργεια, απειλώντας τον ότι δεν πρόκειται να απελευθερώσει την οικογένειά του και ότι ο Αλή πασάς είχε «στοχοποιήσει» τον Σαμουήλ, καθώς τον θεωρούσε υπεύθυνο για την ηρωική αντίσταση των Σουλιωτών και ουσιαστικό ηγέτη τους.
Όμως και ο ίδιος ο Χατζή Σεχρέτης, αναφέρεται στον Ζήσο Παπαγιάννη, προστατευόμενο του Αλή πασά. Ο πατέρας του Ζήσου Παπαγιάννης Οικονόμου, είχε βοηθήσει τον Αλή πασά όταν τον καταδίωκε ο Κουρτ πασάς, πριν ακόμα γίνει πασάς των Ιωαννίνων. Γράφει χαρακτηριστικά ο Χατζή Σεχρέτης: «Χίλιους από τα’ ασκέρι μου να μου’ χανε χαλάσει περί που το προβόδισα μπαρούτι να ζυγιάσει. Κι εκείνος που’ βαλε φωτιά εγώ θα τον σκοτώσω».
Είναι τουλάχιστον αντιφατικό, ο Αλή πασάς να αναγκάζει τον Φώτο Τζαβέλα ν’ ανατινάξει το Κούγκι, γνωρίζοντας ότι θα σκοτωθεί και ο προστατευόμενός του Ζήσος, προκειμένου να χάσει τη ζωή του ο Σαμουήλ. Αντίθετα, ο Σαμουήλ μισούσε τον Αλή πασά και δεν ήταν διατεθειμένος να πέσει στα χέρια του.
Ο Περραιβός, ο οποίος είναι ο πρώτος Έλληνας που έγραψε για το ολοκαύτωμα στο Κούγκι και τον Σαμουήλ, επικρίνει πολλές φορές τον ηρωικό καλόγερο εξαιτίας των «σφαλερών προτροπών και προφητειών του, που είχαν μεγάλη επιρροή στους Σουλιώτες, καθώς και της επιμονής του να κτίσει το φρούριο στο Κούγκι».
(Γιώργος Καραμπελιάς, «ΣΥΝΩΣΤΙΣΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΖΑΛΟΓΓΟ»)
Ο Περραιβός γράφει ότι οι Τούρκοι ήταν έτοιμοι να εγκαταλείψουν την πολιορκία των Σουλιωτών, τους οποίους όμως ο Σαμουήλ προέτρεπε να μάχονται αδιάκοπα, βεβαιώνοντάς τους ότι οι Τούρκοι θα φύγουν μετά από λίγες μέρες, εξαιτίας της θεϊκής οργής και τότε «κάθε Σουλιώτης θέλει κυνηγή χιλίους Τούρκους».
Οι ολέθριοι, ψευδοπροφητικοί λόγοι του Σαμουήλ που συνοδεύονταν από «τας φθοροποιάς συμβουλάς του» κατά τον Περραιβό, αναθάρρησαν τους Τούρκους που συνέχισαν τις επιθέσεις τους.
Την άποψη του Περραιβού ενστερνίζεται και ο Ι. Λαμπρίδης. «Φαίνεται δε ότι η έκρηξις ην ή τυχαία ή προμελετημένη υπό του ιερέως, ουχί δε αποτέλεσμα σχεδίου του Αλή, ίνα, απαλλαγεί δήθεν υπό του φοβερού τούτου πολέμιον (ενν. τον Σαμουήλ), ος (= ο οποίος) πράγματι ην ήδη υπό την εξουσίαν του. Οι μεν Αλβανοί του Αλή διατείνονται ότι το συμβάν τούτον ην τυχαίον, οι δε Σουλιώται τουναντίον ότι ην έργον του Σαμουήλ, όπερ πιθανότερον».
Μια μαρτυρία που «ενοχοποιεί» τον Φώτο Τζαβέλα, υπάρχει σε τοιχογραφία της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου της Σέλιανης, χωριό απ’ όπου καταγόταν ο Ζήσος Παπαγιάννης.
Από τους νεότερους ιστορικούς, ο Σπύρος Ασδραχάς, το 1964 και η Βάσω Ψιμούλη στο βιβλίο της «Σούλι και Σουλιώτισσες», στηριζόμενοι στις δύο ανεξάρτητες αυτές μαρτυρίες (του Χατζή Σεχρέτη και της «θύμησης» στην εκκλησία της Σέλιανης), θεωρούν των Φώτο Τζαβέλα ως «δράστη» της ανατίναξης στο Κούγκι. Η Βάσω Ψιμούλη, γράφει χαρακτηριστικά: «Ο Περραιβός από την πλευρά του θα αποκρύψει έτσι την εμπλοκή του Τζαβέλα στο γεγονός της πυρπόλησης του καλόγερου Σαμουήλ».
Προκειμένου να αποκαθάρει την όλη υπόθεση της παράδοσης του Σουλίου, θα τη συνδέσει με μια πράξη αυτοθυσίας.
«Ο Περραιβός ως εκ τούτου είναι ο δημιουργός του μυθικού προσώπου του Σαμουήλ και της αυτοπυρπόλησής του. Απ’ αυτόν θα αντλήσουν οι μεταγενέστεροι ιστοριογράφοι και λογοτέχνες, αναπαράγοντας πιστά στο έργο τους την ηρωική αυτοθυσία του ιερομόναχου».
Βέβαια, ο Περραιβός όπως επισημαίνει και ο Γιώργος Καραμπελιάς, αναφέρεται έμμεσα και στην αληπασαλίδικη εκδοχή. Στην «Ιστορία του Σουλίου και της Πάργας» (έκδοση 1815) γράφει: «…δι’ αυτό το συμβεβηκός (ενν. την ανατίναξη στο Κούγκι) πολλοί είπον ότι εκ συνεργείας του Αλή πασιά έγινεν».
Στην έκδοση του 1857, εξετάζει διεξοδικότερα τις διάφορες εκδοχές: «Την τραγικήν ταύτην πράξιν απέδωκαν τινές ως ενέργειαν του Βεζίρη, άλλοι δε των Σουλιωτών, αλλά και αι δύο φήμαι δεν έχονται αληθείας» διότι ο Αλή πασάς δεν θα ικανοποιούνταν δίνοντας «ανεπαίσθητον σχεδόν θάνατον εις τον άσπονδον εχθρόν του», ενώ οι Σουλιώτες «τον εσέβοντο και ηγάπουν».
Στη συνέχεια περιγράφει όσα του μετέφερε ο Σουλιώτης αυτόπτης μάρτυρας «μεθ’ ημέρας τρεις του τραγικού συμβάντος» και καταλήγει: «…διό η απάντησις προς τον τούρκον και η τελευταία πιθανόν επίγνωσις της εκ των προφητειών απάτης υπήρξαν, νομίζω, τα κύρια του τέλους του αίτια».
Ο Περραιβός όμως, δεν ήταν ο πρώτος που αναφέρει ότι το Κούγκι ανατινάχθηκε από τον Σαμουήλ. Τουλάχιστον τέσσερις και μάλιστα ξένοι ιστορικοί, και όχι μόνο, προηγήθηκαν. Ας δούμε τα σχετικά αποσπάσματα από τα βιβλία τους.
Ο Francois Pouqueville (1805), γράφει: «…Αφού μπήκαν με τον Σαμουήλ στην αποθήκη των εφοδίων, έβαλε αμέσως φωτιά στην πυρίτιδα και ανατινάχθηκε, ο ίδιος, οι τέσσερις σύντροφοί του και οι μουσουλμάνοι που βρίσκονταν εκεί».
Το 1805, ο ανθέλληνας Γερμανός λόγιος Jacob Bartholdy, αφού αναφέρει ότι η βασική αποθήκη των πυρομαχικών περιείχε 375 οκάδες μπαρούτι (η μία οκά ισοδυναμούσε με 1.282 γραμμάρια, συνεπώς υπήρχαν περίπου 480 κιλά μπαρούτι) καταλήγει:
«Έμενε μόνο ένα μικρό υπόλοιπο από εικοσιπέντε οκάδες (περίπου 30 κιλά) μπαρούτι που βρίσκονταν στην εσωτερική κατοικία του καλόγερου (Σαμουήλ), τις οποίες θέλησαν επίσης να παραλάβουν. Μετά από πολλές αντιρρήσεις, δέχτηκε (ο Σαμουήλ) να μπει στο σπίτι με τη συνοδεία τριών Σουλιωτών και των Τούρκων απεσταλμένων. Ένας άλλος Σουλιώτης έμεινε έξω από την πόρτα φρουρώντας την. Αυτός τους άκουσε να φιλονικούν στο εσωτερικό του μικρού σπιτιού και ξαφνικά τινάχθηκε από τον ήχο μιας φοβερής έκρηξης. Υποθέτουν πως ο καλόγερος έριξε με το πιστόλι στην πυρίτιδα και έτσι ανατινάχθηκε ο ίδιος, οι σύντροφοί του και οι απεσταλμένοι (Αλή πασά). Ο φρουρός κάηκε στα χέρια, σε ορισμένα σημεία μέχρι το κόκαλο, τα χέρια και τα πόδια του παρέλυσαν και σχεδόν έχασε το φως του. Τον συνάντησα στην Κέρκυρα σε αυτήν την κατάσταση και μου διηγήθηκε τα γεγονότα όπως ακριβώς τα περιέγραψα»
Το 1813, ο John Cam Hobhouse, έγραψε: «Η Αγία Παρασκευή ήταν η τελευταία που συνθηκολόγησε.
Σε αυτήν βρίσκονταν τριακόσιοι άνδρες, υπό την ηγεσία ενός ιερέα, του Σαμουήλ, ο οποίος, στη διάρκεια της εκκένωσης, ανατίναξε το φρούριο που με τόση ανδρεία είχε υπερασπιστεί…».
Τέλος, ο Henry Holland το 1814, στο έργο του «Travels in the Ionian Isles», γράφει:
«…ο Σαμουήλ, ένας από τους ηγέτες και ιερείς των Σουλιωτών, λέγεται ότι ανατίναξε το κτίριο το οποίο υπεράσπιζε, όταν δεν μπορούσε πλέον να διαφύγει από τους εχθρούς του…».
Βλέπουμε λοιπόν, ότι αποδεδειγμένα, τουλάχιστον 4 ξένοι συγγραφείς, πριν από τον Περραιβό, αναφέρονται στον Σαμουήλ. Συνεπώς η άποψη ότι ο Έλληνας Χ. Περραιβός, ήταν ο «δημιουργός του μυθικού προσώπου του Σαμουήλ», είναι άστοχη και αβάσιμη.
Στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας ορισμένων επιστημόνων για αναθεώρηση σημαντικών γεγονότων της ιστορίας μας (βλ. και Κρυφό Σχολειό), ο μεν Σαμουήλ ήταν περίπου ανύπαρκτος, ο Φώτος Τζαβέλας προδότης οι Σουλιώτες δεν είχαν εθνική συνείδηση και πολλές από τις ηρωικές πράξεις που τους αποδίδονται, ήταν κατασκευασμένες από εθνικές ιστορικούς.
Οι αναθεωρητές- αποδομητές αυτοί όμως επιστήμονες, δεν κατάφεραν να διαστρεβλώσουν την αλήθεια, η οποία όσο κι αν την πολεμούν κάποιοι, πάντοτε στο τέλος λάμπει και σίγουρα ενοχλεί …
Πηγές: «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ», τ. ΙΑ, Εκδοτική Αθηνών
Γιώργος Καραμπελιάς, «Συνωστισμένες στο Ζάλογγο», Εναλλακτικές Εκδόσεις, 2014
ΒΑΣΩ Δ. ΨΙΜΟΥΛΗ, «ΣΟΥΛΙ ΚΑΙ ΣΟΥΛΙΩΤΕΣ», Βιβλιοπωλείων της ΕΣΤΙΑΣ, Τέταρτη Έκδοση 2006 Νικόλαος Γούνης, «ΓΕΝΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΝΕΤΕΙΡΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΚΑΛΟΓΕΡΟΥ ΣΑΜΟΥΗΛ ΤΟΥ ΚΟΥΓΚΙΟΥ», ΑΘΗΝΑ 1995.