Ίσως και να αποτελέσει σταθμό η απόφαση που λήφθηκε πρόσφατα από το Μονομελές Πρωτοδικείο Καλαμάτας για υπερχρεωμένο νοικοκυριό Μεσσήνιας, με την οποία εξαφανίζει την αρχική απόφαση του Ειρηνοδικείου Καλαμάτας που όριζε μηνιαίες καταβολές 300 ευρώ για μια πενταετία και ακολούθως 300 ευρώ για 20 χρόνια για τη διάσωση της πρώτης κατοικίας της.
Με την απόφασή του το Πρωτοδικείο δέχθηκε την έφεση που κατατέθηκε από το δικηγόρο της υπερχρεωμένης γυναίκας, Χρήστο Φωτ. Κουτσουρούπα, και όχι μόνο ορίζει μηδενικές καταβολές για την πενταετία, αλλά ορίζει μηδενικές καταβολές και για τη διάσωση της πρώτης κατοικίας, σημειώνοντας μάλιστα πως δε χρειάζεται να ορισθεί επαναπροσδιορισμός της απόφασης.
Αξιοσημείωτο είναι και το σκεπτικό της απόφασης, στο οποίο μεταξύ άλλων επισημαίνεται ότι «η κατά το Σύνταγμα πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας να σέβεται και να προστατεύει την αξία του ανθρώπου, θέτει ως όριο κάθε πολιτειακής πράξης, όπως είναι και η δικαστική απόφαση, τη διατήρηση εκείνων των συνθηκών διαβίωσης του πολίτη που θα του επιτρέπουν να ζει με αξιοπρέπεια, ενώ εάν το δικαστήριο στερήσει αυτή τη δυνατότητα στον υπερχρεωμένο οφειλέτη, τότε προκρίνει έναντι της αξίας του ανθρώπου την ικανοποίηση περιουσιακών δικαιωμάτων, σε αντίθεση με τη θεμελιώδη συνταγματική διάταξη».
Σχολιάζοντας στο «Θ», την απόφαση αυτή, ο δικηγόρος της υπόθεσης Χρήστος Κουτσουρούπας, τόνισε: «Μακάρι να υπάρξουν κι άλλοι δικαστές που θα έχουν το σθένος να υπερβούν το δίκαιο των κερδών των τραπεζιτών και θα προασπίσουν το δίκιο των ανθρώπων του λαού, που στενάζουν και τον καιρό της ανάπτυξης και τον καιρό της καπιταλιστικής κρίσης, να έχουν το δικό τους κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους, τον 21ο αιώνα».
Πρωτόδικη απόφαση
Η αρχική αίτηση της τότε 55χρονης γυναίκας στο Ειρηνοδικείο Καλαμάτας κατατέθηκε το 2012. Μακροχρόνια άνεργη, κατοικούσε μαζί με την μητέρα της που λάμβανε σύνταξη 626 ευρώ και τον γιο της που εργαζόταν περιστασιακά με μέσο μηναίο μισθό 250 ευρώ.
Η γυναίκα είχε μπει εγγυήτρια σε επαγγελματικό δάνειο του γιού της το 2008, το οποίο το 2014 που συζητήθηκε η αίτησή της στο Ειρηνοδικείο είχε καταστεί ληξιπρόθεσμο και η οφειλή ήταν 113.436,59 ευρώ. Για το δάνειο αυτό έχει μπει υποθήκη η κύρια κατοικία της, που είναι διώροφη και χρονολογείται από το 1930.
Το δικαστήριο με την πρωτόδικη απόφαση, όρισε την καταβολή για 5 χρόνια του ποσού των 300 ευρώ μηνιαίως και με την ολοκλήρωση αυτής της ρύθμισης θα ξεκινούσε να πληρώνει για 20 χρόνια το ποσό των 300,98 ευρώ το μήνα για τη διάσωση του σπιτιού της.
Μηδενικές καταβολές
Κατά της απόφασης του Ειρηνοδικείου η γυναίκα κατέθεσε έφεση στο Πρωτοδικείο Καλαμάτας και δικαιώθηκε. Το δικαστήριο στην απόφασή του εξηγεί πως όταν το επιτρέπουν εξαιρετικοί λόγοι, όπως ηλικίας, προβλημάτων υγείας και ανεργίας, το δικαστήριο μπορεί να ορίσει και κατώτερο ποσό από το ανώτατο επιτρεπόμενο ακόμη και μηδενικό, σε περίπτωση που είναι αδύνατη η όποια καταβολή, χωρίς την υποβάθμιση του ανεκτού ορίου της ανθρώπινης διαβίωσης.
Επανεκτιμώντας τα νέα δεδομένα, καθώς πλέον η μητέρα της γυναίκας πέθανε, η ίδια λαμβάνει το ΚΕΑ, ενώ ταυτόχρονα αντιμετώπισε και σοβαρό πρόβλημα υγείας, όρισε το ποσό που απαιτείται για τη διαβίωσή της στα 500 ευρώ μηνιαίως
Το Πρωτοδικείο ,λοιπόν, κρίνει ότι η γυναίκα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στην εξυπηρέτηση των χρεών της λόγω της έλλειψης εισοδημάτων. Η οικονομική της κατάσταση δεν αναμένεται να βελτιωθεί, καθόσον η ηλικία της, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη γενικευμένη αρνητική οικονομική συγκυρία αποθαρρύνουν τη δυνατότητα αύξησης του εισοδήματός της, ενώ οι δανειακές της υποχρεώσεις αυξάνονται συνεχώς λόγω της επιβάρυνσης του δανείου με τόκους υπερημερίας.
Καταλήγοντας το Πρωτοδικείο κρίνει ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο έσφαλε και ακυρώνει την απόφασή του. Κρίνοντας, λοιπόν, την υπόθεση από την αρχή ορίζει μηδενικές καταβολές και για την 5ετία, αλλά και για τη διάσωση του σπιτιού, υπογραμμίζοντας ότι η υποχρέωση καταβολής μηνιαίων δόσεων θα οδηγούσε σε εξαθλίωση της γυναίκας, «γεγονός που θα παραβίαζε τη γενική αρχή του δικαίου κατά την οποία κανείς δεν υποχρεούται στα αδύνατα». Διατάσει ακόμα να τις επιστραφεί το παράβολο της έφεσης και να μη της επιβληθούν δικαστικά έξοδα.