Δικαιώθηκαν με απόφαση του ΣτΕ προμηθευτές που είχαν καταβάλει και αποδώσει ΦΠΑ στο Δημόσιο χωρίς ποτέ να το εισπράξουν από τον πελάτη τους. Ετσι, είναι δυνατόν να επιστραφεί ο ΦΠΑ στις περιπτώσεις που υπάρχει δικαστική επικύρωση συμφωνίας πιστωτών και επιχείρησης για διαγραφή χρεών, τα οποία συμπεριλάμβαναν ποσά ΦΠΑ που είχαν αποδοθεί στο Δημόσιο ενώ δεν είχαν καταβληθεί στον προμηθευτή.
• Η απόφαση του ΣτΕ εκδόθηκε επί της πιλοτικής δίκης για την ανάκτηση ΦΠΑ σε περίπτωση διαγραφής μέρους απαίτησης λόγω υπαγωγής στις διατάξεις περί εξυγίανσης. To δικαστήριο δέχθηκε τη μείωση της βάσης επιβολής του φόρου σε περιπτώσεις ολικής ή μερικής μη καταβολής του τιμήματος από τον αντισυμβαλλόμενό του στο πλαίσιο ερμηνείας του κώδικα ΦΠΑ. Το δικαστήριο έκανε δεκτή την επιφύλαξη της προσφεύγουσας και ανέπεμψε την υπόθεση στη ΔΟΥ ώστε να προβεί σε νέα εκκαθάριση του οφειλόμενου απ’ αυτήν ποσού ΦΠΑ και να της επιστρέψει το τυχόν προκύπτον πιστωτικό υπόλοιπο, νομιμοτόκως, από την υποβολή της επιφύλαξης. Ως γνωστόν, η υπόθεση αφορά τη διαγραφή του 50% των αξιώσεων μεγάλης αλυσίδας υπεραγορών. H απόφαση αναμενόταν με μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς θα επηρεάσει εν δυνάμει μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων που υπέστησαν διαγραφή οφειλών λόγω συμφωνίας εξυγίανσης.
• Η απόφαση του ΣτΕ θα επηρεάσει ιδιαίτερα ευρύ κύκλο επιχειρήσεων και με ενδιαφέρον αναμένεται η αντίδραση της ΑΑΔΕ. Σε κάθε περίπτωση, οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις θα πρέπει να προβούν σε ενέργειες για τη διεκδίκηση των συγκεκριμένων ποσών ΦΠΑ.
• Το έτος 2019 θα διενεργηθούν 25.000 πλήρεις και μερικοί φορολογικοί έλεγχοι από τις ελεγκτικές υπηρεσίες ΚΕΜΕΕΠ, ΚΕΦΟΜΕΠ και ΔΟΥ. Από το σύνολο των υποθέσεων που θα ελεγχθούν, τουλάχιστον το 70% θα αφορά φορολογικά έτη, χρήσεις, υποθέσεις, περιόδους ή υποχρεώσεις της τελευταίας πενταετίας. Ποσοστό τουλάχιστον 75% των ελέγχων αυτών θα αφορά κατ’ αρχήν ελέγχους της τελευταίας τριετίας για τις οποίες έχει λήξει η προθεσμία υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος (ΔΕΛ Β 1190548 ΕΞ 2018).
• Σημαντικές αλλαγές σε επίπεδο έμμεσων φόρων συνεπάγεται η έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ενωση (Brexit). Πωλήσεις και αγορές αγαθών προς και από κράτη–μέλη της Ε.Ε. αναμένεται να αντιμετωπίζονται πλέον ως εξαγωγές ή εισαγωγές αντίστοιχα. Το προνομιακό καθεστώς των ενδοκοινοτικών παραδόσεων και αποκτήσεων δεν θα μπορεί να έχει πλέον εφαρμογή, με αποτέλεσμα να καταβάλλονται δασμοί και ΦΠΑ κατά την εισαγωγή σε κάθε περίπτωση. Επιχειρήσεις εντός της Ε.Ε. θα διαπιστώσουν αύξηση του κόστους των προϊόντων που αγοράζουν από το Η.Β. και αντίστροφα. Αναμένεται, επίσης, να καταργηθεί το καθεστώς πωλήσεων από απόσταση και ενδεχομένως να μεταβληθούν για κάποια προϊόντα ή υπηρεσίες οι ισχύοντες σήμερα συντελεστές ΦΠΑ.
• Δεν αποτελεί εισόδημα για φυσικά πρόσωπα τo αντάλλαγμα από την πώληση επικαρπίας μετοχών. Με πρόσφατη εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών, διευκρινίστηκε ότι προκειμένου να προκύψει φόρος υπεραξίας κατά τη σύσταση ή μεταβίβαση μετοχών θα πρέπει να συντελείται μεταβίβαση έναντι ανταλλάγματος της κυριότητας των μεταβιβαζόμενων τίτλων από τον πωλητή στον αγοραστή. Από την άλλη πλευρά, ο επικαρπωτής δεν αποκτά την κυριότητα του πράγματος, αλλά απλώς και μόνον το δικαίωμα να το χρησιμοποιεί και να το καρπώνεται, έχοντας παράλληλα την υποχρέωση να αποδώσει το πράγμα στον κύριο αυτού μετά τη λήξη της επικαρπίας (Ε. 2028/2019).
• Tυγχάνει εφαρμογής και στο πεδίο της φορολογίας εισοδήματος η αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του φορολογουμένου, ως έκφανση της θεμελιώδους αρχής της χρηστής (φορολογικής) διοίκησης. Η ενεργοποίηση της αρχής προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης προϋποθέτει θετική ενέργεια αρμόδιου οργάνου της διοίκησης, όπως είναι εγκύκλιος με την οποία υποδεικνύεται ρητώς στους φορολογουμένους ορισμένη συμπεριφορά ως σύμφωνη με τις διατάξεις του νόμου. Ειδικότερα, δεν συνιστά τέτοια ενέργεια η μη έγερση από τη φορολογική διοίκηση ζητήματος ανακρίβειας του δηλωθέντος τιμήματος της αγοραπωλησίας, σε σχέση με δήλωση φόρου μεταβίβασης ακινήτου που υποβλήθηκε (ΣτΕ Β΄ Τμ. 2607/2018).
• Δεν προβλέπεται απαλλαγή από τον ειδικό φόρο των ακινήτων για τη δωρεάν παραχώρηση ακινήτου σε άλλη ναυτιλιακή εταιρεία που έχει εγκαταστήσει γραφείο στην Ελλάδα σύμφωνα με το άρθρο 25 του ν. 27/1975. Ναυτιλιακές επιχειρήσεις που έχουν εγκαταστήσει γραφεία στην Ελλάδα και πλοιοκτήτριες εταιρείες εμπορικών πλοίων εξαιρούνται μετά από αίτησή τους από την καταβολή του ειδικού φόρου ακινήτων 15% για τα ακίνητα που ιδιοχρησιμοποιούν στην Ελλάδα αποκλειστικώς ως γραφεία ή αποθήκες για την κάλυψη των λειτουργικών τους αναγκών ή που εκμισθώνουν σε ναυτιλιακές επιχειρήσεις για τους ίδιους σκοπούς (ΔΕΔ 5063/2018).