Ποινική ευθύνη και στους ειδικευόμενους γιατρούς, αποφαίνεται ο Άρειος Πάγος πως μπορεί να υπάρξει σε μια υπόθεση ανθρωποκτονίας από αμέλεια.
Το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας, αναλύοντας υπόθεση θανάτου βρέφους δύο μηνών στο νοσοκομείο Πατρών τον Νοέμβριο του 2012, καταγράφει πως ευθύνη σε μια τέτοια περίπτωση μπορεί να έχει και ο ειδικευόμενος (ο μη έχων ειδίκευση) γιατρός καθώς με βάση την μέχρι εκείνη τη στιγμή εμπειρία του, μπορεί να παράσχει ιατρική φροντίδα που «δεν προϋποθέτει ειδικές ή επιπλέον ιατρικές γνώσεις, που προσδίδει στον ιατρό η απόκτηση μιας ειδικότητας, αλλά μπορεί να επιτευχθεί και με τις βασικές γνώσεις της ιατρικής επιστήμης, που κάθε ιατρός πρέπει να διαθέτει».
Η υπόθεση
Το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι η απαλλακτική για τις δύο ιατρούς απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Πατρών, δεν είχε ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και παρέπεμψε την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές εκτός από αυτούς που δίκασαν προηγουμένως.
Στην προκείμενη περίπτωση, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών κήρυξε αθώες τις κατηγορούμενες για την αξιόποινη πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια. Ειδικότερα, η πρώτη κατηγορούμενη ως ειδικευόμενη ιατρός κατέχουσα τη θέση ειδικευόμενης παιδίατρου και η δεύτερη ως ειδικευμένη ιατρός – παιδίατρος, από αμέλεια, με πράξεις και παραλείψεις τους, προκάλεσαν τον θάνατο βρέφους ηλικίας δύο μηνών και τριών ημερών, το οποίο είχε παραπεμφθεί από το Γενικό Νοσοκομείο Αγρινίου, εμπύρετο με βρογχιολίτιδα και τελικά κατέληξε τρεις ημέρες μετά στη ΜΕΘ του νοσοκομείου Πατρών, με πνευμονία.
Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Πατρών έκρινε ότι ο θάνατος του βρέφους δεν μπορεί να συσχετισθεί με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη των κατηγορουμένων και πως αντιμετώπισαν το περιστατικό ενεργώντας με γνώμονα την ιατρική δεοντολογία και τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Ωστόσο, ο Άρειος Πάγος, αντίθετα, έκρινε ότι το το Δικαστήριο, δεν διέλαβε ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία για την απαλλαγή των κατηγορουμένων από την αποδιδόμενη σε αυτές πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια.
Το σκεπτικό
Η υπ΄αριθμόν 122/2019 απόφαση του Αρείου Πάγου (ΣΤ’ Ποινικό Τμήμα) αναφέρει:
«Ειδικότερα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 ν. 3418/2005 «Ο ιατρός ενεργεί με βάση
- α) την εκπαίδευση που του έχει παρασχεθεί κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών, την άσκηση του για την απόκτηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας και τη συνεχιζόμενη ιατρική του εκπαίδευση,
- β) την πείρα και τις δεξιότητες που αποκτά κατά την άσκηση της ιατρικής και
- γ) τους κανόνες της τεκμηριωμένης και βασισμένης σε ενδείξεις ιατρικής επιστήμης».
Η εν λόγω διάταξη αποτυπώνει την ιδιαίτερη σημασία στις ιδιαίτερες γνώσεις και ικανότητες του ιατρού, οι οποίες λαμβάνονται υπόψη για την επίταση της ευθύνης του. Η οφειλόμενη προσοχή πρέπει να καταφάσκεται και στην περίπτωση του ανειδίκευτου ιατρού, όταν η διάγνωση του ανακύπτοντος προβλήματος δεν προϋποθέτει ειδικές ή επιπλέον ιατρικές γνώσεις, που προσδίδει στον ιατρό η απόκτηση μιας ειδικότητας, αλλά μπορεί να επιτευχθεί και με τις βασικές γνώσεις της ιατρικής επιστήμης, που κάθε ιατρός πρέπει να διαθέτει.
Ειδικά όσον αφορά στους ειδικευόμενους ιατρούς, αυτοί ενεργούν ιατρικές πράξεις υπό την εποπτεία και την καθοδήγηση των ειδικευμένων ιατρών. Ο σκοπός εξ άλλου της απασχόλησης τους ως «ειδικευόμενων», είναι μέσα από την πρακτική εξάσκηση, να αποκομίσουν την απαραίτητη γνώση και εμπειρία, ούτως ώστε να καταστούν και οι ίδιοι «ειδικευμένου).
Πλην όμως και, λαμβανομένου υπόψη κατά περίπτωση και του χρονικού διαστήματος της εξειδίκευσης που έχει παρέλθει, οι ειδικευόμενοι ιατροί μπορούν να διενεργούν ιατρικές πράξεις, για τις οποίες δεν απαιτούνται ιδιαίτερες ιατρικές γνώσεις (π.χ. αιμοληψία). Ευθύνονται δε, εάν δεν παράσχουν ή παράσχουν πλημμελώς ιατρική αρωγή (μη διενέργεια ιατρικών πράξεων ή διενέργεια αυτών κατά τρόπο εσφαλμένο, π. χ. πρώτες βοήθειες, εντολή διενέργειας εξετάσεων, αξιολόγηση συμπτωμάτων και αποτελεσμάτων εξετάσεων), για τις οποίες δεν απαιτούνται εξειδικευμένες γνώσεις.
Για τις ιατρικές πράξεις που απαιτούν εξειδικευμένες γνώσεις, οι ειδικευόμενοι οφείλουν να ενημερώσουν άμεσα και χωρίς οιαδήποτε καθυστέρηση τους ειδικευμένους ιατρούς, άλλως βαρύνονται με «σφάλμα περί την ανάληψη». Επίσης ευθύνονται εάν ενεργούν κατά παράβαση των οδηγιών και των υποδείξεων των ειδικευμένων ιατρών.
Περαιτέρω συντρέχουν οι προϋποθέσεις ευθύνης και των τελευταίων (ειδικευμένων ιατρών) όταν αναθέτουν στους ειδικευόμενους τη διενέργεια ιατρικών πράξεων, στις οποίες οι τελευταίοι αδυνατούν να ανταποκριθούν («σφάλμα περί την ανάθεση») λόγω έλλειψης εμπειρίας και γνώσεων, χωρίς τη δική τους εποπτεία Σύμφωνα δε με το άρθρο 9 παρ. 3 του ν. 3418/2005 (Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας).
«Ο ιατρός οφείλει να παρέχει τις υπηρεσίες του για την αντιμετώπιση επειγόντων περιστατικών, ανεξάρτητα από την ειδικότητα του.Η υποχρέωση αυτή βαρύνει τον ιατρό, ακόμη και όταν δεν υπάρχουν τα κατάλληλα μέσα για την άσκηση της ιατρικής, και ισχύει μέχρι την παραπομπή του ασθενή σε ιατρό κατάλληλης ειδικότητας ή τη μεταφορά του σε κατάλληλη μονάδα παροχής υπηρεσιών φροντίδας και περίθαλψης.
Σε κάθε περίπτωση, ο ιατρός οφείλει να εξαντλήσει τις υπάρχουσες, κάτω από τις δεδομένες συνθήκες, δυνατότητες, σύμφωνα με τις επιταγές της ιατρικής επιστήμης».