Με απόφαση, που εξέδωσε χθες το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου, απορρίφθηκε λόγω αοριστίας και η δεύτερη αγωγή, που υπέβαλε μέτοχος γνωστής ξενοδοχειακής εταιρείας του νησιού, κατά πρώην τραπεζικού διευθυντή, που ενεπλάκη σε υπόθεση παρατραπεζικής δραστηριότητας αλλά και κατά της τράπεζας.
Με την υπ’ αρίθμ. 255/2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου είχε απορριφθεί συγκεκριμένα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας, καθόσον δεν αναφέρονται σε αυτήν ευκρινώς όλα τα πραγματικά γεγονότα προς στήριξη των αξιούμενων δικαιωμάτων, η αγωγή που υπέβαλε ο ίδιος και επανήλθε με νέα παρεμπίπτουσα αγωγή με την οποία αξίωσε από την τράπεζα να επιδείξει τα έγγραφα που έχει εις χείρας της σχετικά με τους λογαριασμούς του προκειμένου να επανέλθει με νέα αγωγή, ορισμένη αυτή τη φορά και να αξιώσει αποζημιώσεις.
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου έκρινε την παρεμπίπτουσα αγωγή του απαράδεκτη ως αόριστη καθώς δεν προσδιόρισε με σαφήνεια, ποια έγγραφα θέλει να επιδείξει η τράπεζα στο δικαστήριο.
Ο ενάγων εξέθεσε στην αρχική αγωγή του ότι διατηρούσε επί μακρύ χρονικό διάστημα στην τράπεζα λογαριασμό με υπόλοιπο παγίως ύψους 100.000 ευρώ.
Ο εναγόμενος διευθυντής, που επιδείκνυε πάντα εξυπηρετική συμπεριφορά προς το πρόσωπό του κέρδισε την εμπιστοσύνη του και μάλιστα εξαιτίας του προχωρημένου της ηλικίας του (είναι 85 ετών) μετέβαινε ο ίδιος στην οικία του για συναλλαγές του, διότι είχε δυσκολία στις μετακινήσεις του.
Όπως ισχυρίζεται, από τον λογαριασμό του αυτό υπεξαίρεσε συνολικά χρηματικό ποσό ύψους 50.000 ευρώ.
Πιο συγκεκριμένα φέρεται να έπεισε τον υπερήλικα ότι θα επένδυε τα χρήματά του για χρονικό διάστημα τριών μηνών σε κλειστούς – προθεσμιακούς λογαριασμούς που θα του απέδιδαν υψηλότερη απόδοση – τόκους.
Ο ενάγων διατείνεται μάλιστα ότι του απέδιδε κάθε φορά που «παρερχόταν» η ημερομηνία του εκάστοτε προθεσμιακού λογαριασμού (στον οποίο υποτίθεται ότι δέσμευε τα χρήματά του) το ποσό που υποτίθεται ότι αντιστοιχούσε στους τόκους, καταθέτοντάς το ο ίδιος ή με τη βοήθεια υφισταμένων του υπαλλήλων της τράπεζας, στο λογαριασμό του και αναφέροντάς του ότι ξαναδέσμευσε το ποσό σε αντίστοιχο προθεσμιακό λογαριασμό, αντίστοιχης διάρκειας.
Ο ενάγων τονίζει επίσης ότι σε συνάντηση η οποία έγινε με την παρουσία του πληρεξουσίου δικηγόρου του και επιτελών της τράπεζας κατέληξαν από κοινού στο συμπέρασμα ότι το υπεξαιρεθέν ποσό των 50.000 € διασταυρώθηκε – εντοπίσθηκε αποκλειστικά σε συναλλαγές μετά τις 26 Μαρτίου 2013, τις οποίες φαινομενικά είχε εκτελέσει αλλά δεν έφεραν τη δική του γνήσια υπογραφή.
Με την αγωγή του ζήτησε να αποζημιωθεί με το ποσό των 50.000 ευρώ του κεφαλαίου που του υπεξαιρέθηκε και ακόμη 30.000 ευρώ για ηθική βλάβη που υπέστη.
Τον ενάγοντα εκπροσώπησε ο δικηγόρος κ. Στράτος Καρανικόλας, τον πρώην τραπεζικό διευθυντή ο δικηγόρος κ. Ακης Δημητριάδης και την τράπεζα ο δικηγόρος κ. Γιάννης Καρατζαφέρης.