Αυθαίρετη χρήση δημοσίων κτημάτων – υπ’ αριθμ. 668/2018 απόφαση Α1’ Τμήματος ΑΠ
Κατά τις παρ. 1 και 2 του άρθρου 115 του ΠΔ της 11/12-11-1929 “περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων”, σε βάρος εκείνων που χωρίς συμβατική σχέση καρπώνονται ή κάνουν χρήση δημοσίων κτημάτων ή κτημάτων των οποίων τη νομή ή κατοχή έχει με οποιαδήποτε σχέση το Δημόσιο, βεβαιώνεται, κατά την κρίση αγαθού ανδρός και για το χρονικό διάστημα που έκαναν χρήση, αποζημίωση με πρωτόκολλο, το οποίο κοινοποιείται σε αυτόν που καρπώνεται ή χρησιμοποιεί το ακίνητο, ο οποίος δικαιούται να ασκήσει ανακοπή μέσα σε ένα μήνα στον ειρηνοδίκη ή στον πρόεδρο πρωτοδικών, ανάλογα με το ποσό της αποζημίωσης, αυτοί δε, κρίνοντας εκ των ενόντων, ακυρώνουν ή επικυρώνουν το πρωτόκολλο ή περιορίζουν την αποζημίωση και κατά της απόφασης αυτής, ουδέν ένδικο μέσο επιτρέπεται. Μετά την εισαγωγή του ΚΠολΔ, καθύλην αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση της άνω ανακοπής είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο, που δικάζει κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων. Με το άρθρο 326 παρ. 3 του ν. 4072/2012, που άρχισε να ισχύει από 11-4-2012, αντικαταστάθηκαν τα εδάφια δέκατο και ενδέκατο του άνω άρθρου 115 του πδ και ρητά επαναλήφθηκε η απαγόρευση άσκησης ενδίκων μέσων κατά των αποφάσεων που εκδίδονται επί ανακοπών κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση δημοσίων κτημάτων, η οποία θεωρούνταν καταργηθείσα με το άρθρο 24 παρ.1 ΕισΝΚΠολΔ. Η ανωτέρω διάταξη, εξάλλου, δεν έρχεται σε αντίθεση με το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος, καθώς στον νομοθέτη εναπόκειται, κατ’ αρχήν, να κρίνει αν, πόσα και ποια ένδικα μέσα θα χορηγήσει, καθώς και για ποιους λόγους. Το ίδιο ισχύει και στο πλαίσιο της ΕΣΔΑ (άρθρο 6παρ.1), διότι στην έννοια της δίκαιης δίκης δεν περιλαμβάνεται και η πρόβλεψη οπωσδήποτε άσκησης ένδικων μέσων. Επίσης, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση της διάταξης του άρθρου 326 παρ.3, οι εν λόγω υποθέσεις είναι νομικά απλές, με την έννοια ότι η επ’ αυτών κρίση αποτελεί κατά κύριο λόγο εκτίμηση πραγματικών περιστατικών και στοιχείων και ότι επιτυγχάνεται περιορισμός περιττής επιβάρυνσης των δικαστηρίων, λαμβανομένου υπόψη ότι ζητήματα που αφορούν την κυριότητα ή τη νομή των κτημάτων επιλύονται μόνο κατά την τακτική διαδικασία. Συνεπώς, ο περιοριδμός δεν είναι δυσανάλογος και δεν αντιβαίνει στην αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 Συντάγματος). Περαιτέρω, με δεδομένο ότι το παραδεκτό των ενδίκων μέσων, κατ’ άρθρο 24 παρ. 1 του ΕισΝΚΠολΔ, κρίνεται σύμφωνα με το νόμο που ισχύει κατά το χρόνο δημοσίευσης της προσβαλλόμενης απόφασης και εν προκειμένω ότι δεν υφίσταται ειδικότερη ρύθμιση, η απαγόρευση άσκησης ενδίκων μέσων κατά των αποφάσεων αυτών καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς επ’ αυτών δίκες. Κατ’ ακολουθία τούτων, κατά των αποφάσεων που έκριναν επί ανακοπής η οποία ασκήθηκε κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης εκδοθέντος σε βάρος εκείνων που χωρίς συμβατική σχέση καρπώνονται ή κάνουν χρήση δημόσιου κτήματος, εφόσον δημοσιεύτηκαν μετά την 11.4.2012, απαγορεύεται η άσκηση ενδίκου μέσου έφεσης ή αναίρεσης. Εξάλλου, κατά το άρθρο 577 παρ. 2 ΚΠολΔ, αν η αναίρεση δεν ασκήθηκε νομίμως ή αν λείπει κάποια προϋπόθεση για να είναι παραδεκτή ο Άρειος Πάγος την απορρίπτει και αυτεπαγγέλτως. Απαράδεκτη κατά την έννοια αυτή είναι και η αναίρεση κατά απόφασης που δεν υπόκειται ή δεν μπορεί πλέον να προσβληθεί με ένδικα μέσα και συνεπώς με αναίρεση κατά το χρόνο άσκησης της τελευταίας. Στην προκείμενη περίπτωση, η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση δημοσιεύθηκε στις 26-8-2014, ήτοι μετά την ισχύ του άρθρου 326 παρ. 3 του νόμου 4072/1912. Επομένως, ενόψει του χρόνου δημοσίευσης δεν υπόκειται σε αναίρεση και έτσι η κρινόμενη αίτηση αναίρεσης απορρίφθηκε ως απαράδεκτη.
Επιμέλεια: Βασιλική Γεωργίου / Επιστημονική Συνεργάτης e-Θέμις
Με το άρθρο 326 παρ. 3 του ν. 4072/2012, που άρχισε να ισχύει από 11-4-2012, αντικαταστάθηκαν τα εδάφια δέκατο και ενδέκατο του άνω άρθρου 115 του πδ και ρητά επαναλήφθηκε η απαγόρευση άσκησης ενδίκων μέσων κατά των αποφάσεων που εκδίδονται επί ανακοπών κατά πρωτοκόλλου αποζημίωσης για αυθαίρετη χρήση δημοσίων κτημάτων.