Στα επίπεδα του 2003 επέστρεψε η συνολική δημόσια εκπαιδευτική δαπάνη στα χρόνια της κρίσης σύμφωνα με έρευνα του ΙΟΒΕ. Η μελέτη σημειώνει ακόμη ότι τα κονδύλια που απορροφά η εκπαίδευση κατευθύνονται κυρίως στις αποζημιώσεις προσωπικού (μισθοί, συντάξεις) έναντι των υποδομών και άλλων λειτουργικών δαπανών.
Επίσης η έρευνα σημειώνει ότι μετά την έναρξη της κρίσης η δαπάνη για ιδιωτικό σχολείο, σημείωσε τη μεγαλύτερη μείωση, στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ακολοθούμενη από τη δαπάνη για ξένες γλώσσες.
Η μείωση, όμως της δαπάνης για ιδιωτικό δημοτικό σχολείο, συνοδεύτηκε από κατακόρυφη αύξηση της δαπάνης για φροντιστήρια στη βαθμίδα αυτή (από €3 εκ το 2008 σε €11,3 εκ το 2016), αλλά και σημαντική πτώση της δαπάνης για ιδιαίτερα μαθήματα (από €48 εκ. το 2008 σε €22,6 εκ. το 2016).
Ανελαστική παραμένει η δαπάνη για φροντιστήρια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και μεγάλη αύξηση σημειώνει επίσης η δαπάνη για μεταπτυχιακές σπουδές.
Τα σημαντικότερα ευρήματα και συμπεράσματα της μελέτης:
Ύστερα από μια περίοδο σημαντικής αύξησης μεταξύ 2000-2009, η συνολική δημόσια εκπαιδευτική δαπάνη μειώθηκε κατά 7%, με αποτέλεσμα να επανέλθει το 2016 (με €8,5 δις σε πραγματικές τιμές) στο ύψος της δαπάνης του 2003.
Ωστόσο, μετά την έναρξη της κρίσης, η συνολική μείωση των εκπαιδευτικών δαπανών ήταν σωρευτικά μικρότερη από τη μείωση του ΑΕΠ (-7% έναντι -18,3% μεταξύ 2010-2016).
Συγκεκριμένα την περίοδο πριν από την κρίση (2001-2009), η συνολική δαπάνη εκπαίδευσης αυξήθηκε, με ρυθμό μικρότερο από την αύξηση του ΑΕΠ της ίδιας περιόδου, καθώς η σωρευτική αύξηση της εκπαιδευτικής δαπάνης ανήλθε σε 15% ενώ η μεγέθυνση του ΑΕΠ ήταν 20, 9%.
Η έρευνα τονίζει επίσης τη μεγάλη έμφαση της εκπαιδευτικής δαπάνης στην αποζημίωση των εργαζομένων έναντι των υποδομών και των λειτουργικών δαπανών.
Σημειώνει: «Η αποζημίωση των εργαζομένων στην εκπαίδευση (2000-2016) αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος της συνολικής εκπαιδευτικής δαπάνης, καταγράφοντας το μεγαλύτερο μερίδιο (83%) το 2008, στο τέλος δηλαδή της περιόδου δημοσιονομικής επέκτασης, πριν την έναρξη της κρίσης. Ειδικότερα, την περίοδο πριν από την κρίση (2001-2009), η σωρευτική αύξηση της αποζημίωσης εργαζομένων στην εκπαίδευση ανήλθε στο 23,3% (έναντι 15% αύξησης της συνολικής εκπαιδευτικής δαπάνης).
Για το σύνολο της εκπαιδευτικής δαπάνης, η δαπάνη για «Ακαθάριστο σχηματισμό κεφαλαίου» (δηλ. σχολικά κτήρια, υποδομές, κ.α.) αποτελεί τη δεύτερη μεγαλύτερη κατηγορία εκπαιδευτικής δαπάνης που έλαβε τις μεγαλύτερες τιμές της στην αρχή (πάνω από το 15% το 2000-2005) και το τέλος (11-12% το 2013-2016) της υπό εξέτασης περιόδου.
Στη διάρκεια της κρίσης (2010-2016), το μερίδιο της αποζημίωσης εργαζομένων αυξήθηκε ακόμη περισσότερο στην δαπάνη πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευση, ενώ μειώθηκε στην τριτοβάθμια.
Σημαντικό βάρος της εκπαίδευσης στην αποζημίωση εργαζομένων στο σύνολο του δημόσιου τομέα
Η αύξηση της αποζημίωσης εργαζομένων στην εκπαίδευση την περίοδο πριν από την κρίση (2001-2009) ήταν μικρότερη από την αύξηση της αποζημίωσης εργαζομένων στο σύνολο της Γενικής Κυβέρνησης (23,3% έναντι 29,2%).
Η δαπάνη για αποζημίωση εργαζομένων στην εκπαίδευση, που αποτελεί διαχρονικά την κύρια κατηγορία δαπάνης της εκπαίδευσης, κυμάνθηκε μεταξύ 25% και 30% της αποζημίωσης εργαζομένων του συνόλου της Γενικής Κυβέρνησης, πριν και μετά την έναρξη της κρίσης.
Ως ποσοστό του ΑΕΠ, η δαπάνη είναι μεγαλύτερη στην Ελλάδα, από χώρες της Νότιας Ευρώπης (Ιταλία, Ισπανία) και στο ίδιο επίπεδο με Γερμανία και Γαλλία: Είναι ωστόσο μικρότερη από τις Σκανδιναβικές και χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης
Η συνολική εκπαιδευτική δαπάνη στην Ελλάδα, ως ποσοστό του ΑΕΠ (η οποία την περίοδο 2000-2016 κυμάνθηκε μεταξύ 3,6%-4,6%) υπολείπεται διαχρονικά του μέσου όρου της δαπάνης των χωρών της ΕΕ (από 4,7% έως 5,3%) και της Ευρωζώνης (από 4,6% έως 5%) την ίδια περίοδο.
Τα τελευταία χρόνια, μετά και τη μεγάλη μείωση του ΑΕΠ που σημειώθηκε στη διάρκεια της κρίσης και τη μικρότερη μείωση της εκπαιδευτικής δαπάνης, η συνολική δημόσια εκπαιδευτική δαπάνη στην Ελλάδα, ως ποσοστό του ΑΕΠ (από 4,6% το 2013 έως 4,3% το 2016) είναι μεγαλύτερη από εκείνη χωρών της Νότιας Ευρώπης, όπως της Ισπανίας (με 4,4% το 2010 και 4% το 2016), και της Ιταλίας (4,4% το 2010 έως 3,9% το 2016), και βρίσκεται στο ίδιο περίπου επίπεδο με εκείνη της Γερμανίας (4,4% το 2010 έως 4,2% το 2016). Είναι όμως μικρότερη χωρών της πρώην Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, όπως της Εσθονίας (5,9%), της Λετονίας (5,5%), της Λιθουανίας (5,2%), της Ουγγαρίας (4,9%), της Πολωνίας (5%), της Κροατίας (4,8), και της Σλοβενίας (5,6%), και των Σκανδιναβικών χωρών.
Μεγάλη η υστέρηση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση έναντι των άλλων χωρών της Ευρώπης
Το ποσοστό της δαπάνης για την πρωτοβάθμια εκπαίδευση με 1,4% του ΑΕΠ (το 2016) βρίσκεται κοντά στο μέσο όρο της αντίστοιχης δαπάνης στην ΕΕ 1,5% και στο μέσο όρο της Ευρωζώνης (1,4%). Το ποσοστό της δαπάνης για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση με 1,3% του ΑΕΠ (2016) βρίσκεται αρκετά χαμηλότερα από τον αντίστοιχο μέσο όρο τόσο της ΕΕ (1,9%), όσο και της Ευρωζώνης (2%).
Πάνω από το μέσο όρο της Ευρώπης η δαπάνη για την τριτοβάθμια στην Ελλάδα
Το ποσοστό της δαπάνης για την τριτοβάθμια εκπαίδευση με 0,8% του ΑΕΠ (2016) βρίσκεται λίγο πάνω από το μέσο όρο της ΕΕ (0,7%) και της Ευρωζώνης (0,7%).
Μεγαλύτερη η δαπάνη για αποζημίωση εργαζομένων στην Ελλάδα έναντι των άλλων χωρών της Ευρώπης
Σε όλες τις χώρες της ΕΕ η μεγαλύτερη κατηγορία δαπάνης στην εκπαίδευση αποτελεί (το 2016) η αποζημίωση των εργαζομένων σε αυτήν. Η Ελλάδα (με 79%) διαθέτει το μεγαλύτερο ποσοστό του συνόλου της εκπαιδευτικής δαπάνης στην αποζημίωση εργαζομένων στην εκπαίδευση από όλες τις άλλες χώρες της ΕΕ, σε βάρος των άλλων κατηγοριών δαπανών (λειτουργικές δαπάνες, υποδομές, κοινωνικές δαπάνες, κλπ.). Η αποζημίωση εργαζομένων στην Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη κατηγορία δαπάνης σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης σε σχέση με τις άλλες χώρες της ΕΕ.
Ακόμα, η δαπάνη για «ενδιάμεση ανάλωση» (λειτουργικές δαπάνες) με 7% (2016) του συνόλου της εκπαιδευτικής δαπάνης είναι στην Ελλάδα η χαμηλότερη και βρίσκεται κάτω από το μισό του μέσου όρου της ΕΕ (16%) και σχεδόν στο μισό του μέσου όρου της Ευρωζώνης (13%). Η δαπάνη για «Ακαθάριστο σχηματισμό κεφαλαίου» (υποδομές) με 11% στην Ελλάδα βρίσκεται πάνω από το διπλάσιο του μέσου όρου της ΕΕ (6%) και της Ευρωζώνης (6%), ενώ η δαπάνη «Κοινωνικές παροχές και μεταβιβάσεις» με 2% βρίσκεται κάτω από το μισό του μέσου όρου της ΕΕ (6%) και της Ευρωζώνης (5%).
Κρίση και ιδιωτική εκπαιδευτική δαπάνη
– Μεγαλύτερη η μείωση της ιδιωτικής από τη δημόσια δαπάνη στη διάρκεια της κρίσης
Η ιδιωτική δαπάνη των νοικοκυριών για την εκπαίδευση (σε πραγματικές τιμές) έχει μειωθεί κατακόρυφα από το 2009 και μετά, ακολουθώντας σε γενικές γραμμές την εξέλιξη της συνολικής ιδιωτικής δαπάνης, ύστερα από μια περίοδο σημαντικής αύξησης της (από €2,8 δις το 2004 σε €3,3 δις το 2009 και €2,1 δις το 2016).
Ως αποτέλεσμα των αυξομειώσεων που σημειώθηκαν πριν και μετά την έναρξη της κρίσης, η ιδιωτική δαπάνη από 26% της συνολικής (δημόσιας και ιδιωτικής) δαπάνης το 2008 μειώθηκε σε 20% το 2016, καθώς η ιδιωτική δαπάνη μειώθηκε περισσότερο από τη δημόσια.
Η ιδιωτική δαπάνη στην δευτεροβάθμια εκπαίδευση είναι διαχρονικά η μεγαλύτερη. Στη διάρκεια όμως της κρίσης, μειώθηκε το μερίδιο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (από 55% το 2008 σε 49% το 2016) της πρωτοβάθμιας (από 19% το 2008 σε 17% το 2016) και της προσχολική εκπαίδευση (από 8% το 2010 σε 5% το 2016), ενώ αυξήθηκε το μερίδιο της ιδιωτικής δαπάνης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (από 4% σε 9%).
Κατακόρυφη αύξηση της δαπάνης για φροντιστήρια στην πρωτοβάθμια
Στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, μετά την έναρξη της κρίσης μεγαλύτερη μείωση σημείωσε η δαπάνη για ιδιωτικό σχολείο, και ακολουθεί η δαπάνη για ξένες γλώσσες. Η μείωση, όμως της δαπάνης για ιδιωτικό δημοτικό σχολείο, συνοδεύτηκε από κατακόρυφη αύξηση της δαπάνης για φροντιστήρια στη βαθμίδα αυτή (από €3 εκ το 2008 σε €11,3 εκ το 2016), αλλά και σημαντική πτώση της δαπάνης για ιδιαίτερα μαθήματα (από €48 εκ. το 2008 σε €22,6 εκ. το 2016).
«Ανελαστική» η δαπάνη για φροντιστήρια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση
Στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, παρά τη σημαντική συνολική μείωση που σημειώθηκε στο σύνολο της ιδιωτικής δαπάνης (κατά €730 εκ. από €1.772 εκ. το 2008 σε €1,048 εκ. το 2016), η δαπάνη για φροντιστήρια και για ιδιαίτερα μαθήματα διατήρησαν το μερίδιο τους στο σύνολο της δαπάνης (με 37% και 20% αντίστοιχα), ενώ αντίθετα οι δαπάνες για ξένες γλώσσες το αύξησαν (από 26% το 2008 σε 30% το 2016) και οι δαπάνες για ιδιωτικό λύκειο το μείωσαν (από 7% το σε 6%). Η δαπάνη για ξένες γλώσσες, καθώς και εκείνες για φροντιστήρια και ιδιαίτερα μαθήματα στη μέση εκπαίδευση, παρά τη συνολική τους μείωση, δείχνουν λιγότερο ελαστικές από τις δαπάνες για ιδιωτικό σχολείο στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Μεγάλη αύξηση της δαπάνης για μεταπτυχιακές σπουδές
Η ιδιωτική δαπάνη για τριτοβάθμια εκπαίδευση, παρά τις διακυμάνσεις που σημειώθηκαν πριν όσο και κατά την διάρκεια της κρίσης, παρουσιάζουν έντονες αυξήσεις (από 3,9% του συνόλου το 2008 σε 9% το 2016), που οφείλονται κυρίως στην αύξηση της ιδιωτικής δαπάνης για μεταπτυχιακές σπουδές.
Δημογραφικές μεταβολές και μελλοντικές επιπτώσεις στη δαπάνη εκπαίδευσης
Πέρα από την δημοσιονομική προσαρμογή, η κρίση έχει μεταβάλει τα δημογραφικά δεδομένα της χώρας και του εκπαιδευτικού συστήματος. Προβλέπεται σταδιακά μεγάλη μείωση του μαθητικού πληθυσμού τα προσεχή χρόνια, που σωρευτικά μπορεί να υπερβεί το 30% .
Στο πλαίσιο αυτών των δημογραφικών μεταβολών, οι «βαθμοί ελευθερίας» του κράτους στη διαχείριση της δημόσιας εκπαιδευτικής δαπάνης διευρύνονται. Ανάλογα με το σενάριο της κρατικής πολιτικής που θα ακολουθηθεί τα προσεχή χρόνια (αδράνεια, προσαρμογή ή ευρωπαϊκή σύγκλιση), η συνολική διάρθρωση, η κατανομή σε βαθμίδες και η σύνθεση σε κατηγορίες της δημόσιας εκπαιδευτικής δαπάνης μπορεί να μεταβληθεί σημαντικά, καθώς ο αριθμός των μαθητών, των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών θα μειώνεται.