Στην επικύρωση προστίμου το οποίο επέβαλε σε καφετερία, στην εντός των τειχών στη Λευκωσία, η Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, για παραβίαση της σχετικής νομοθεσίας, προέβη το Διοικητικό Δικαστήριο. Ενώπιον του Δικαστηρίου προσέφυγε η εταιρεία που διαχειρίζεται την καφετερία, επιδιώκοντας ανατροπή της απόφασης της Επιτρόπου, με την οποία επιβλήθηκε πρόστιμο ύψους 500 ευρώ, επειδή οι διαχειριστές αρνήθηκαν να αποσυνδέσουν δύο κάμερες που είχαν εγκατεστημένες στα υποστατικά τους.
Περαιτέρω, λόγω της απόρριψης της προσφυγής θα πληρώσουν και τα δικαστικά έξοδα, τα οποία είναι σχεδόν τριπλάσια του προστίμου.
Οι δύο κάμερες ήταν εγκατεστημένες στην εξωτερική, πλαϊνή πλευρά της καφετερίας, με την Επίτροπο να εξετάζει την περίπτωση κατόπιν παραπόνου, ιδιοκτήτη γειτονικής επιχείρησης. Ωστόσο, το ποιος υπέβαλε το παράπονο, ήταν αδιάφορο για το Δικαστήριο, το οποίο απαντώντας σε επιχείρημα των προσφευγόντων ότι ο εν λόγω παραπονούμενος δεν είχε έννομο συμφέρον να υποβάλει παράπονο, υπέδειξε ότι βάσει του νόμου, η Επίτροπος δύναται να εξετάζει περιπτώσεις παραβίασης της νομοθεσίας και αυτεπάγγελτα.
Όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της απόφασης του Δικαστηρίου, προτού επιβληθεί η διοικητική κύρωση, διαπιστώθηκε ότι «στην προκείμενη περίπτωση, οι δύο κάμερες κατοπτεύουν χώρους ελεγχόμενους από την επιχείρησή του παραπονούμενου και καταγράφουν κάθε κίνηση και συμπεριφορά των ιδιοκτητών/προσωπικού, των πελατών του, αλλά και των περαστικών για οποιοδήποτε λόγο, χωρίς τη συγκατάθεσή τους, προσβάλλοντας το δικαίωμα της ιδιωτικότητάς τους και παραβιάζοντας τις Αρχές που πρέπει να διέπουν την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων».
Μελετώντας όλα τα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιόν του, το Δικαστήριο κατέληξε ότι «δεν έχει τεθεί οτιδήποτε από τους αιτητές (σ.σ. από τους διαχειριστές της καφετερίας), το οποίο να δημιουργεί αμφιβολίες ώς προς την ορθότητα και το εύλογο της πιο πάνω κρίσης της Επιτρόπου, κρίνοντας ότι η Επίτροπος ενήργησε εντός των εξουσιών που της παρέχονται και η απόφασή της κρίθηκε ως εύλογα επιτρεπτή και καθόλα νόμιμη. Γιάννης Νεάρχου