Δημοσιεύθηκε από την ΑΑΔΕ η εγκύκλιος με την παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 58 του ν.4172/2013, όπως αυτές ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 23 του ν.4579/2018.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 58 του ΚΦΕ (ν.4172/2013), όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με το άρθρο 23 του ν.4579/2018, «Τα κέρδη από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτούν τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία, εξαιρουμένων των πιστωτικών ιδρυμάτων της περίπτωσης β’ της παρούσας παραγράφου, καθώς και οι υπόχρεοι των περιπτώσεων β’, γ’, δ’, ε’, στ’ και ζ’ του άρθρου 45 που τηρούν απλογραφικά βιβλία, φορολογούνται με συντελεστή είκοσι εννέα τοις εκατό (29%) για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2018, ο οποίος μειώνεται σταδιακά σε είκοσι οκτώ τοις εκατό (28%) για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2019, σε είκοσι επτά τοις εκατό (27%) για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2020, σε είκοσι έξι τοις εκατό (26%) για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2021 και σε είκοσι πέντε τοις εκατό (25%) για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2022 και επομένων».
Με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 8 του ΚΦΕ ορίζεται, ότι το φορολογικό έτος ταυτίζεται με το ημερολογιακό έτος. Για τα νομικά πρόσωπα ή τις νομικές οντότητες που τηρούν διπλογραφικά βιβλία το φορολογικό έτος μπορεί να λήγει στις 30 Ιουνίου. Σε καμία περίπτωση το φορολογικό έτος δεν μπορεί να υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες. Επίσης, με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 72 του ΚΦΕ, οι διατάξεις των άρθρων 1 έως και 71 του νόμου αυτού ισχύουν για τα εισοδήματα που αποκτώνται και τις δαπάνες που πραγματοποιούνται, κατά περίπτωση, στα φορολογικά έτη που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2014 και μετά.
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι, στις περιπτώσεις φορολογικών ετών που δεν ταυτίζονται με το ημερολογιακό έτος, ο προσδιορισμός του φορολογικού έτους γίνεται με βάση το ημερολογιακό έτος εντός του οποίου εκκινεί το φορολογικό έτος.
Επομένως, για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ.1 του άρθρου 58 του ν.4172/2013, για τα νομικά πρόσωπα και τις νομικές οντότητες με φορολογικό έτος που αρχίζει σε διαφορετική ημερομηνία από αυτή του ημερολογιακού έτους (για παράδειγμα, την 1/7), για την εφαρμογή του μειωμένου συντελεστή λαμβάνεται υπόψη η ημερομηνία έναρξης του εκάστοτε φορολογικού έτους (ήτοι, π.χ. σε περίπτωση έναρξης του φορολογικού έτους την 1.7.2019, ο μειωμένος συντελεστής 28% για το φορολογικό έτος 2019 εφαρμόζεται για τα εισοδήματα που αποκτώνται από 1.7.2019 έως 30.6.2020).
Τέλος, ειδικά για τα πιστωτικά ιδρύματα της περίπτωσης 1 της παρ.1 του άρθρου 3 του ν.4261/2014, αυτά εξακολουθούν να φορολογούνται με συντελεστή είκοσι εννέα τοις εκατό (29%). Ως πιστωτικά ιδρύματα νοούνται αυτά που ορίζονται στο σημείο 1) της παρ.1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ.575/2013, ήτοι οι επιχειρήσεις των οποίων η δραστηριότητα συνίσταται στην αποδοχή από το κοινό καταθέσεων ή άλλων επιστρεπτέων κεφαλαίων και στη χορήγηση πιστώσεων για ίδιο λογαριασμό.
Δείτε την απόφαση στο φορολογικό αρχείο του κόμβου