ΔΠΑ 6751/2018, 19ο Τμήμα
«Το Δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη ότι:
α) μια διοικητική κύρωση αποκτά χαρακτήρα “ποινικής φύσεως”, κατά την αυτόνομη έννοια του αντίστοιχου όρου της ΕΣΔΑ, εφόσον συγκεντρώνει τρία κριτήρια, που δεν είναι απαραίτητο να συντρέχουν σωρευτικά (Ε.Δ.Δ.Α., απόφαση της 8.6.1975, Engel και λοιποί κατά Ολλανδίας, σκ.82-85),
β) τα κριτήρια αυτά άπτονται του χαρακτηρισμού του αδικήματος από την εθνική έννομη τάξη, δηλ. του εάν το αδίκημα διέπεται από διατάξεις του ποινικού δικαίου, της φύσεως του αδικήματος και της βαρύτητας της μέγιστης προβλεπόμενης από τις οικείες διατάξεις κυρώσεως (βλ. αποφάσεις ΕΔΔΑ κυρίως της 8.6.1976 Engel και λοιποί κατά Ολλανδίας, της 10.2.2009 Zolotoukhine κατά Ρωσίας, μείζονος συνθέσεως, βλ. και ΣτΕ 1900/2014 Ολομ.),
γ) με την ένδικη διοικητική κύρωση δεν τιμωρείται κατ’ ουσίαν εγκληματική πράξη με σκοπό την διασφάλιση της γενικότερης νομικής, ηθικής και κοινωνικής αποδοκιμασίας της συμπεριφοράς του ανυπότακτου, αλλά εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον που συνίσταται στην εκπλήρωση της κατ’ αρ. 4 παρ. 6 του Συντάγματος υποχρέωσης προς στράτευση κάθε Έλληνα που μπορεί να φέρει όπλα,
δ) η επαπειλούμενη κύρωση (πρόστιμο ύψους 6.000 ευρώ) δεν πλήττει τον διοικούμενο με τέτοια σφοδρότητα, ώστε να προσλαμβάνει ποινική χροιά και να λογίζεται ως “ποινική κύρωση” και
ε) από τη διάταξη του αρ. 12 του ν. 4361/2016 (Α΄ 10) προβλέπεται η διαγραφή του διοικητικού προστίμου σε όσους εν τω μεταξύ είτε έχουν απαλλαγεί από τη στρατιωτική υποχρέωση είτε έχουν ήδη καταταγεί στις ένοπλες δυνάμεις, ρύθμιση που συνηγορεί υπέρ του μη τιμωρητικού χαρακτήρα του κρινόμενου προστίμου, κρίνει ότι η ένδικη κύρωση δεν μπορεί να λογισθεί ως “ποινική κύρωση”, κατά την προπαρατεθείσα έννοια του ανωτέρω άρθρου 6 της ΕΣΔΑ.»