Ακόμη ένα βέλος…έρχεται να προστεθεί στη φαρέτρα των 70.000 Ελλήνων δανειοληπτών σε Ελβετικό φράγκο που αναζητούν δικαίωση.
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) προσδιορίζει, σε πρόσφατη απόφασή του, το πλαίσιο που θα πρέπει να κινούνται οι νομοθετικές πρωτοβουλίες των κρατών-μελών, με σκοπό να μην επαναληφθούν κρούσματα επιβάρυνσης καταναλωτών προς εξυπηρέτηση τραπεζικών συμφερόντων.
Αφορμή στάθηκε υπόθεση δανειολήπτριας από την Ουγγαρία κατά της οποίας κινήθηκε τράπεζα με διαδικασία κατάσχεσης. Το ουγγρικό Δικαστήριο ενώπιον του οποίου προσέφυγε η γυναίκα ζήτησε από το ΔΕΕ να αποφανθεί σε σειρά εγχώριων νόμων -σχετικών με την υπόθεσή της- οι οποίοι διατηρούν το συναλλαγματικό κίνδυνο εις βάρος των δανειοληπτών.«Κενά»
Σημειώνεται πως το 2014 ψηφίστηκαν στην Ουγγαρία διάφοροι νόμοι με σκοπό, μεταξύ άλλων, την τροποποίηση ορισμένων καταχρηστικών ρητρών σε συμβάσεις δανείου που είχαν συνομολογηθεί σε ξένο νόμισμα, συμπεριλαμβανομένης της ρήτρας που επέτρεπε στις τράπεζες να αποκομίσουν κέρδος λόγω της διαφοράς συναλλαγματικής ισοτιμίας που προέκυπτε από την εφαρμογή διαφορετικών ισοτιμιών κατά την εκταμίευση και κατά την εξόφληση του δανείου.
Ωστόσο, αυτοί οι νόμοι δεν έθιξαν τις ρήτρες των συμβάσεων δανείου κατά το μέρος που αφορούσαν το συναλλαγματικό κίνδυνο, ο οποίος συνέχισε έτσι να βαρύνει τους δανειολήπτες.
Η απόφαση του ΔΕΕ, που αναγνωρίζει, επί της ουσίας, ότι η όποια νομοθετική παρέμβαση από πλευράς Πολιτείας πρέπει να είναι υπέρ και όχι κατά του καταναλωτή, «έσκασε» σε μία εξαιρετικά κρίσιμη χρονική συγκυρία για την τύχη των Ελλήνων δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο. Κι αυτό αφού μετράει αντίστροφα ο χρόνος για την πολυαναμενόμενη, οριστική έκδοση απόφασης σε υπόθεση δανειολήπτριας που κατάφερε να φτάσει στην Πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου. Υπενθυμίζεται η εκτίμηση νομικών κύκλων πως η θετική έκβαση για τη συγκεκριμένη δανειολήπτρια θα είναι ικανή να ανατρέψει την πλειονότητα των απορριπτικών αποφάσεων.Τι σημαίνει…
Την αποτίμηση της πρόσφατης απόφασης του ΔΕΕ για τα δάνεια σε ελβετικό φράγκο έκανε η δικηγόρος, Αριάδνη Νούκα, μιλώντας στον “Ελεύθερο Τύπο”
Κατά τα λεγόμενά της πρόκειται για μία «σημαντικότατη εξέλιξη», αφού οριοθετείται το πλαίσιο που θα πρέπει να κινηθεί ο νομοθέτης σε περίπτωση που αναλάβει πρωτοβουλία επίλυσης των προβλημάτων που έχει δημιουργήσει η ρήτρα συναλλαγματικής ισοτιμίας.
Το ΔΕΕ έκρινε ότι η επιλογή του εθνικού νομοθέτη που θα αναλάβει πρωτοβουλία τροποποίησης της ρήτρας συναλλαγματικής ισοτιμίας με ταυτόχρονη διατήρηση του κύρους των συμβάσεων δανείου ανταποκρίνεται στο σκοπό που επιδιώκει ο νομοθέτης της Ένωσης (στο πλαίσιο της Οδηγίας 93/13), όταν πληρούται η αυστηρή προϋπόθεση επίτευξης της αποκατάστασης της ανισορροπίας που δημιουργείται εις βάρος του δανειολήπτη.
Σύμφωνα με την κ. Νούκα, «αυτή η παραδοχή είναι ιδιαίτερα σημαντική, διότι αποκλείει τη νομοθέτηση προς το συμφέρον των τραπεζών, όπως συνέβη στην Ουγγαρία, κατάσταση που στηλιτεύεται στην απόφαση του ουγγρικού Δικαστηρίου και στην ουσία επικυρώνεται από το ΔΕΕ. Περαιτέρω, οι δικαστές ακολούθησαν την πάγια πλέον νομολογία του ΔΕΕ ότι η ρήτρα της συναλλαγματικής ισοτιμίας, που παραβιάζει την αρχή της διαφάνειας, είναι άκυρη, δεν δεσμεύει το δανειολήπτη και οδηγεί στην ακύρωση της σύμβασης εφόσον η αντικατάστασή της κριθεί με αντικειμενικά κριτήρια νομικά ανέφικτη και με την έννοια της μη αποκατάστασης της εις βάρος του δανειολήπτη ανισορροπίας».Με αυτά τα δεδομένα, η ίδια πρόσθεσε πως «θα πρέπει άμεσα να αναληφθεί νομοθετική πρωτοβουλία ώστε να απεγκλωβιστούν οι 70.000 οικογένειες δανειοληπτών και ισάριθμες οικογένειες εγγυητών, οι οποίοι με το δέλεαρ της ολιγόχρονης εντέλει περιόδου ευνοϊκού επιτοκίου και πλήρως ανενημέρωτοι για τους βαρύτατους κινδύνους που αναλαμβάνουν, δεσμεύτηκαν σε στοιχηματικού τύπου συμβάσεις».
Τα 5 «κλειδιά» της απόφασης για τους Έλληνες
Ο ” Eλεύθερος Τύπος” σταχυολογεί τα σημεία της απόφασης του ΔΕΕ που μπορούν να ενισχύσουν την προσπάθεια δικαίωσης των Ελλήνων δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο.
1 Η μέσω εθνικής νομοθετικής ρυθμίσεως κήρυξη ορισμένων συμβατικών ρητρών ως καταχρηστικών και άκυρων, καθώς και η αντικατάστασή τους από νέες ρήτρες, με σκοπό τη διατήρηση σε ισχύ της οικείας συμβάσεως, δεν μπορούν να έχουν ως αποτέλεσμα την εξασθένηση της προστασίας που διασφαλίζεται υπέρ των καταναλωτών, αλλά πρέπει να στοχεύουν στην αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, διότι μόνο σ’ αυτήν την περίπτωση μπορεί να διασωθεί το κύρος της συμβάσεως.
2 Τα κράτη-μέλη έχουν τη δυνατότητα να προβλέπουν ότι οι καταχρηστικές ρήτρες δεν δεσμεύουν τους καταναλωτές και μπορούν με νομοθετική ρύθμιση να παύουν τη χρήση των καταχρηστικών ρητρών στις συμβάσεις που συνάπτονται από επαγγελματία με καταναλωτές με την προϋπόθεση ο εθνικός νομοθέτης να τηρεί τις αυστηρές απαιτήσεις της Οδηγίας 93/13 για την προστασία του καταναλωτή.
3 Τα δικαστήρια των κρατών-μελών θα πρέπει να εξετάζουν τη ρήτρα συναλλαγματικής ισοτιμίας ακόμη κι αυτεπάγγελτα καθώς και να ελέγχουν αν η εθνική νομοθεσία κατέστησε δυνατή την επαναφορά των καταναλωτών στη νομική και πραγματική κατάσταση στην οποία θα τελούσαν ελλείψει της εν λόγω καταχρηστικής ρήτρας, ιδίως δια της θεμελιώσεως δικαιώματος προς επιστροφή του οφέλους που αποκόμισε αδικαιολογήτως εις βάρος της ο επαγγελματίας (τράπεζα) βάσει της εν λόγω καταχρηστικής ρήτρας.
4 Οι συμβατικές ρήτρες που αφορούν στο συναλλαγματικό κίνδυνο υπόκεινται σε έλεγχο καταχρηστικότητας εφόσον κριθεί ότι έχουν διατυπωθεί από τον επαγγελματία κατά τρόπο ασαφή και μη κατανοητό. Στην περίπτωση αυτή το δικαστήριο πρέπει να ερευνήσει αν η ρήτρα δημιουργεί, παρά την απαίτηση καλής πίστης, σημαντική ανισορροπία εις βάρος του ενδιαφερόμενου καταναλωτή και εφόσον αυτή διαπιστωθεί, η ρήτρα της συναλλαγματικής ισοτιμίας κρίνεται καταχρηστική και θεωρείται ,ως ουδέποτε υπάρξασα, οπότε δεν δύναται να παράγει αποτελέσματα. Οταν συντρέχουν αυτές οι προϋποθέσεις η σύμβαση παραμένει δεσμευτική για τους συμβαλλομένους μόνο αν μπορεί να εξακολουθήσει να ισχύει και χωρίς την καταχρηστική ρήτρα και εφόσον επέλθει αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών. Σε διαφορετική περίπτωση η σύμβαση πρέπει να ακυρωθεί.
5 Το εθνικό δικαστήριο δεν μπορεί να αντικαθιστά καταχρηστική ρήτρα με εθνική διάταξη ενδοτικού δικαίου προκειμένου να διατηρηθεί η ισχύς της συμβάσεως, εντούτοις από την νομολογία του δικαστηρίου προκύπτει ότι η δυνατότητα αυτή περιορίζεται μόνο στις περιπτώσεις στις οποίες η ακύρωση της συμβάσεως στο σύνολό της θα εξέθετε τον καταναλωτή σε ιδιαιτέρως επιζήμιες συνέπειες περιάγοντάς τον σε δυσμενή θέση.