Νέα μεγάλη ήττα υπέστη στη βρετανική Βουλή των Κοινοτήτων το τελικό σχέδιο συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένου Βασιλείου που παρουσίασε η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι, καθώς 391 βουλευτές ψήφισαν κατά της επικύρωσής της, ενώ 242 ψήφισαν υπέρ (διαφορά 149 ψήφων).
Οι αλλαγές στο τελικό σχέδιο συμφωνίας, με βάση τις οποίες η πρωθυπουργός του Ηνωμένου Βασιλείου Τερέζα Μέι ήλπιζε να δελεάσει την πλειοψηφία των Βρετανών βουλευτών να υπερψηφίσουν την συντεταγμένη αποχώρηση της χώρας τους από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αφορούν:
– Ένα κοινό νομικά δεσμευτικά και για τις δύο πλευρές (ΕΕ – ΗΒ) εργαλείο, με βάση το οποίο το Λονδίνο θα μπορούσε να ξεκινήσει επίσημη νομική διαμάχη με την ΕΕ εάν η τελευταία προσπαθήσει να διατηρήσει το ΗΒ εντός του μηχανισμού της “δικλείδας ασφαλείας” για τη Βόρεια Ιρλανδία εις το διηνεκές.
– Μια κοινή δήλωση Ην. Βασιλείου και ΕΕ σχετικά με την μελλοντική τους σχέση, η οποία περιέχει τη δέσμευση για εξεύρεση λύσης ώστε η δικλείδα ασφαλείας για τη Β. Ιρλανδία να έχει αντικατασταθεί από άλλου τύπου ρυθμίσεις έως τον Δεκέμβριο του 2020, οπότε να μην χρειαστεί να τεθεί ποτέ σε λειτουργία.
– Μία μονομερή πολιτική διακήρυξη από πλευράς του ΗΒ, στην οποία η βρετανική κυβέρνηση θα δηλώνει ότι τίποτε δεν την εμποδίζει να καταργήσει μονομερώς τη “δικλείδα ασφαλείας” για τη Β. Ιρλανδία και να αποχωρήσει από αυτήν εάν οι διαπραγματεύσεις για τη μελλοντική σχέση με την ΕΕ καταρρεύσουν και στον ορίζοντα δεν διαφαίνεται πιθανότητα επίτευξης συμφωνίας.
Πολλοί βουλευτές, κυρίως της δεξιάς αντιευρωπαϊκής πλευράς του κυβερνώντος Συντηρητικού Κόμματος και του συμμαχικού τους, δεξιού Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος (DUP) των προτεσταντών της Βόρειας Ιρλανδίας, φοβούνται ότι η “δικλείδα ασφαλείας”, στην οποία η βρετανική κυβέρνηση έχει συμφωνήσει από τον Δεκέμβριο του 2017 με την ΕΕ, θα κρατήσει τη χώρα δεμένη σε ουσιαστική τελωνειακή ένωση με το μπλοκ των 27 χωρών για χρόνια, αποτρέποντάς την από την αξιοποίηση της ελευθερίας της να συνάψει επωφελείς εμπορικές συμφωνίες με τρίτες χώρες.
Το ΗΒ είναι προγραμματισμένο να αποχωρήσει από την ΕΕ στις 29 Μαρτίου 2019, με βάση το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου του 2016, όταν 17,4 εκατ. Βρετανοί ψηφοφόροι (52%) ψήφισαν υπέρ της αποχώρησης, έναντι 16,1 εκατ. (48%), που ψήφισαν υπέρ της παραμονής στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σκληρό χτύπημα στην προσπάθεια της πρωθυπουργού Μέι έδωσε η νομική γνωμοδότηση του Γενικού Εισαγγελέα Αγγλίας και Ουαλίας Τζέφρι Κοξ, ο οποίος τόνισε ότι, ακόμη και με βάση τις προσθήκες στη συμφωνία, ο νομικός κίνδυνος το ΗΒ να εγκλωβιστεί στη “δικλείδα ασφαλείας” για τη Βόρεια Ιρλανδία μετά το Brexit παραμένει ουσιαστικά ο ίδιος.
Τι είναι το backstop;
Η “δικλείδα ασφαλείας” (backstop) είναι η εξασφάλιση από πλευράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης ότι τα σύνορα μεταξύ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας και της βρετανικής επαρχίας της Βόρειας Ιρλανδίας θα παραμείνουν εντελώς ανοικτά, όπως είναι σήμερα, και στο μέλλον, ασχέτως της έκβασης του Brexit, καθώς κάτι τέτοιο προβλέπεται από την ειρηνευτική συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής του 1998 μεταξύ καθολικών και προτεσταντών. Προκειμένου κάτι τέτοιο να καταστεί εφικτό, και δεδομένου ότι προϊόντα θα μπορούν να μετακινούνται επίσης εντελώς ελεύθερα χωρίς την ύπαρξη συνόρων και ελέγχων, η ΕΕ έχει ζητήσει από τη Βρετανία να εγγυηθεί ότι η Β. Ιρλανδία θα παραμείνει δεσμευμένη από σειρά παραγωγικών και εμπορικών κανόνων και ρυθμίσεων της ΕΕ, προκειμένου να μη χρειάζονται έλεγχοι στα σύνορα Ιρλανδίας – Β. Ιρλανδίας.
Το Ηνωμένο Βασίλειο ανταπαντά ότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε ουσιαστικά απώλεια ελέγχου σε εθνικό του έδαφος, ωστόσο προσπαθεί να καθησυχάσει την ΕΕ, λέγοντας ότι θα αντικαταστήσει τους ελέγχους στα σύνορα με σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, τα οποία θα εξασφαλίζουν ταυτόχρονα και την ύπαρξη ανοικτών συνόρων, και την ελευθερία στο Ηνωμένο Βασίλειο να συνάπτει εμπορικές συμφωνίες με τρίτες χώρες χωρίς να δεσμεύεται από την τελωνειακή ένωση της ΕΕ. Τέτοια τεχνολογία, ωστόσο, προς το παρόν δεν είναι διαθέσιμη. Η ιδέα της ΕΕ οι τελωνειακοί έλεγχοι να διεξάγονται μεταξύ του νησιού της Ιρλανδίας και εκείνου της Μεγάλης Βρετανίας, στην Ιρλανδική Θάλασσα, απορρίπτεται μετά πάθους από το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς θα εισάγει ουσιαστικά τελωνειακούς φραγμούς εντός δύο περιοχών του κράτους, δηλαδή μεταξύ της Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας. Η λύση της μόνιμης παραμονής του ΗΒ σε τελωνειακή ένωση με την ΕΕ, η οποία θα έλυνε το πρόβλημα του ιρλανδικού συνόρου, είναι “κόκκινο πανί” για τους υποστηρικτές του Brexit, καθώς θα απαγόρευε στη χώρα να συνάπτει εμπορικές συμφωνίες (με τρίτες χώρες) με διαφορετικό επίπεδο δασμών σε εισαγωγές και εξαγωγές προϊόντων από εκείνο της ΕΕ.