ΕιρΑλεξανδρούπολης 46/2019
Η σχέση της έμμισθης εντολής που συνδέει τους δικηγόρους με τον εντολέα τους, ακόμη και στην περίπτωση που αυτός είναι το Δημόσιο ή ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ διέπεται βασικά από τον Κώδικα περί Δικηγόρων. Οι δικηγόροι είναι δημόσιοι λειτουργοί και όχι υπάλληλοι. Αποδοχές έμμισθου δικηγόρου σε ΟΤΑ. Ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών. Σχέσεις παροχής νομικών υπηρεσιών με πάγια αμοιβή, οι οποίες ρυθμίζονται από τον Κώδικα Δικηγόρων και συμπληρωματικώς από τους περί ανεξαρτήτων υπηρεσιών ορισμούς του ΑΚ και τους περί εντολής κανόνες αυτού. Ο χαρακτήρας των συμβάσεων αυτών ως έμμισθης εντολής δεν μεταβάλλεται όταν ο δικηγόρος συμβάλλεται με ΝΠΔΔ ή ΟΤΑ.
Δικαιοδοσία πολιτικών δικαστηρίων. Με τις διατάξεις του άρθρου 44 του νέου Κώδικα Δικηγόρων ρυθμίσθηκε εξ υπαρχής και πλήρως το ζήτημα του καθορισμού των αμοιβών των έμμισθων δικηγόρων στους ΟΤΑ, οι οποίοι δεν συνδέονται με σχέση εξηρτημένης εργασίας ή με υπαλληλική σχέση, ούτε εντάσσονται στο «διοικητικό προσωπικό» του Δήμου στον οποίο υπηρετούν. Εν όψει τούτου και της παραγρ. 1 του άρθρου 166 του νέου Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013), περί ειδικότητας των διατάξεών του έναντι πάσης άλλης διατάξεως, πρέπει να θεωρηθεί ότι καταργήθηκαν για τους δικηγόρους που παρέχουν τις υπηρεσίες τους στο Δημόσιο, στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) πρώτου και δεύτερου βαθμού και στα νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου, δυνάμει σχέσεως εμμίσθου εντολής ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου αμειβόμενοι με πάγια περιοδική μηνιαία αμοιβή, οι νομοθετικές διατάξεις και η κατ’ εξουσιοδότηση αυτών εκδοθείσα ΚΥΑ, οι οποίες προέβλεπαν αρχικά την περικοπή των επιδομάτων εορτών και αδείας στα ποσά των 500, 250 και 250 ευρώ αντίστοιχα, και ακολούθως την κατάργηση αυτών, ενώ ακόμη δεν έχει εκδοθεί η απαιτούμενη κοινή υπουργική απόφαση, η οποία θα καθορίσει εκ νέου τις αποδοχές των εμμίσθων δικηγόρων που παρέχουν τις υπηρεσίες τους με σχέση πάγιας και περιοδικής έμμισθης εντολής στους ΟΤΑ.
Συνεπώς ο ενάγων έμμισθος δικηγόρος δικαιούται να λάβει επιδόματα εορτών και αδείας. Νόμιμος τόκος και τόκος υπερημερίας οφειλών του Δημοσίου, αλλά και των Δήμων. Ορίζεται σε 6% ετησίως. Η ρύθμιση αυτή δεν αντίκειται στην ΕΣΔΑ και στο Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο αυτής. Η έναρξη υπολογισμού του τόκου αρχίζει από την επίδοση της αγωγής.
Απόσπασμα της απόφασης:
Οι Δικηγόροι ασκούν ελευθέριο επάγγελμα ακόμη και όταν παρέχουν τις νομικές υπηρεσίες τους με σχέση έμμισθης εντολής και πάγια αντιμισθία (ΣτΕ 909/2011). Η σχέση της έμμισθης εντολής που συνδέει τους δικηγόρους με τον εντολέα τους, ακόμη και στην περίπτωση που αυτός είναι το Δημόσιο ή Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α., διέπεται βασικά από τον Κώδικα περί Δικηγόρων (έτσι ΓνΝΣΚ 98/14). Ο Νομοθέτης δηλαδή, προσδίδει στον δικηγόρο την ιδιότητα του δημοσίου λειτουργού και όχι του υπαλλήλου, δηλαδή του απασχολούμενου με σχέση εξαρτημένης εργασίας και αυτό για να διατηρεί την ανεξαρτησία της γνώμης του, μη υπαγόμενος σε κάποια υπαλληλική ιεραρχία. Αντίκειται δε στην δια του Κώδικα Δικηγόρων επιδιωκόμενη και με πολλές διατάξεις περιφρουρούμενη αξιοπρέπεια και ιδιάζουσα ανεξαρτησία του δικηγορικού λειτουργήματος η επιβολή στον δικηγόρο και η αποδοχή από αυτόν υποχρεωτικού ωραρίου απασχόλησης και μάλιστα εκείνου που ισχύει για το υπαλληλικό προσωπικό του εντολέα, έστω και αν παρέχει τις υπηρεσίες του με πάγια ετήσια ή μηνιαία αντιμισθία (ΕφΑΘ 2402/1987 ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 871/1970 Αρμεν. ΚΔ’ 794 επ.).
Μάλιστα, σε περίπτωση που αυτός συνδεθεί με σχέση εξαρτημένης εργασίας σε οποιονδήποτε εργοδότη, αποβάλλει την δικηγορική ιδιότητα, δηλαδή δεν μπορεί να ασκεί του λειτούργημα του δικηγόρου. Ειδική μορφή άσκησης της δικηγορίας αποτελεί η έμμισθη εντολή, για τις υπηρεσίες δε που παρέχει κατά την εκτέλεση της εντολής αυτής ο δικηγόρος λαμβάνει αμοιβή και όχι μισθό, όπως λαμβάνουν οι υπάλληλοι. Συνεπώς η νομική υπόσταση του εμμίσθου δικηγόρου του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των Ν.Π.Δ.Δ, δεν μπορεί να νοηθεί ως διφυής, δηλαδή να αναγνωρίζεται κατά περίπτωση είτε ως δημόσιος υπάλληλος είτε ως δημόσιος λειτουργός (βλ. έτσι στον προϊσχύσαντα Κώδικα περί Δικηγόρων {ν.δ. 3026/1954} ο οποίος όριζε στο άρθρο 1 ότι «Ο Δικηγόρος είναι άμισθος Δημόσιος υπάλληλος…», στο δε άρθρο 38 ότι «Ο Δικηγόρος είναι άμισθος Δημόσιος Λειτουργός…»). Πλέον, με το νέο Κώδικα Δικηγόρων, στο άρθρο 1 (του Ν. 4194/13), προβλέπεται το εξής: «Η φύση της δικηγορίας 1. Ο δικηγόρος είναι δημόσιος λειτουργός». Μάλιστα ήταν πρωταρχικό μέλημα του νομοθέτη «να αποσαφηνιστεί πλήρως η νομική φύση της δικηγορίας» (βλ. αιτιολογική έκθεση του νόμου), καθώς στον προϊσχύσαντα Κώδικα περί Δικηγόρων γινόταν όπως προεκτέθηκε η χρήση και των δύο όρων, τόσο «Δημόσιος υπάλληλος», όσο και «Δημόσιος Λειτουργός». Με το νέο Κώδικα Δικηγόρων, ο νομοθέτης χαρακτηρίζει με ενάργεια και ανενδοίαστα το δικηγόρο ως δημόσιο λειτουργό και όχι ως υπάλληλο, θεωρώντας το λειτούργημά του ως θεμέλιο του κράτους δικαίου. Από τη γραμματική ερμηνεία της διάταξης του άρθρου 44 παρ. 2 του νέου Κώδικα Δικηγόρων, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 166 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα περί ειδικότητας των διατάξεών του έναντι πάσης άλλης διατάξεως, το Δικαστήριο κρίνει ότι ο νομοθέτης απέβλεψε στην παύση της εξομοίωσης της μισθολογικής αντιμετώπισης των εμμίσθων δικηγόρων του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των Ν.Π.Δ.Δ. με αυτή των υπαλλήλων, ορίζοντας ότι ο τρόπος της αμοιβής τους θα καθορισθεί ab initio με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης και Οικονομικών, μη εισέτι εκδοθείσα. Η επιλογή δε του νομοθέτη για εξ υπαρχής ρύθμιση του καθορισμού των αμοιβών των έμμισθων δικηγόρων, αποσυνδεόμενη πλέον από τις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων, συνάπτεται άρρηκτα με το γεγονός ότι ο δικηγόρος χαρακτηρίζεται πλέον ως «δημόσιος λειτουργός» και δη συλλειτουργός της δικαιοσύνης (άρθρο 2 παρ. 1).
Αποτελεί το ένα μέρος του τρίπτυχου της Λειτουργίας και Απονομής της Δικαιοσύνης (Δικαστές – Δικηγόροι – Δικαστικοί Υπάλληλοι). Η δε άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος ανάγεται στην οργάνωση της απονομής της δικαιοσύνης και στην εμπέδωση της έννομης τάξης, με παράλληλη διασφάλιση των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ανθρώπου, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό το δικηγορικό λειτούργημα aliud ως προς την υπαλληλική ιδιότητα.
Δείτε αναλυτικά την απόφαση στο dsanet.gr