- Από τις διατάξεις των άρθρων 847, 848, 851 Α.Κ., 47 του ν.δ. της 17/7-13/8/1923 και 112 ΕΝ. Α.Κ. προκύπτει, ότι ο εγγυητής απαίτησης του δανειστή, για την καταβολή από μέρους του οφειλέτη, του καταλοίπου, που θα προέλθει από την λειτουργία σύμβασης πίστωσης με ανοικτό λογαριασμό, κατά το οριστικό κλείσιμο αυτού, ευθύνεται, λόγω του παρεπομένου χαρακτήρα της εγγύησης, μέχρι του ποσού, για το οποίο εγγυήθηκε και όχι για τα κονδύλια του λογαριασμού, τα οποία αναφέρονται σε άλλη μεταγενέστερη σύμβαση παροχής πίστωσης προς τον πρωτοφειλέτη, την εκπλήρωση της οποίας αυτός δεν εγγυήθηκε, εκτός αν η μεταγενέστερη δεν είναι αυτοτελής, αλλά πρόσθετη σύμβαση (συμπληρωματική), με την οποία απλώς αυξάνεται το ποσό της πίστωσης, χωρίς να επέρχεται άλλη μεταβολή, οπότε ο εγγυητής ευθύνεται για την πληρωμή οποιουδήποτε χρεωστικού υπολοίπου από την λειτουργία του λογαριασμού και αν ακόμη δεν έλαβε μέρος, με την ιδιότητα του εγγυητή, στην πρόσθετη αυτή σύμβαση, μέχρις, όμως, του ποσού της αρχικής σύμβασης, ή και των προσθέτων, στην συνέχεια, όλων ή μερικών συμβάσεων, εφόσον και αυτές τις εγγυήθηκε, δηλαδή, αποδέχθηκε να ευθύνεται για την καταβολή μεγαλύτερου, κάθε φορά, χρεωστικού καταλοίπου σε βάρος του πρωτοφειλέτη, που προέρχεται από τη λειτουργία της σύμβασης (ΑΠ 1229/2007).
- Όπως συνάγεται από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 106, 216 § 1, 335, 337, 338 και 559 αριθ. 1 και 8 ΚΠολΔ, η επίκληση συγκεκριμένου κανόνα δικαίου δεν είναι στοιχείο της αγωγής ούτε και δεσμεύει το δικαστήριο ο νομικός χαρακτηρισμός που δίδεται υπό του διαδίκου, διότι το δικαστήριο εφαρμόζει αυτεπαγγέλτως τον νόμο, προσδίδοντας στην επικαλούμενη με την αγωγή έννομη σχέση τον προσήκοντα νομικό χαρακτηρισμό και την υπάγει στον προσήκοντα κανόνα δικαίου, με βάση την ιστορική βάση και το αίτημα της αγωγής. Επομένως, δεν ιδρύεται κατ’ αρχήν ο από το άρθρο 559 αριθ.8 ΚΠολΔ. λόγος αναίρεσης στην περίπτωση που το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη του όλα τα επικαλούμενα στην αγωγή περιστατικά, καταλήγει σε διαφορετικό νομικό συμπέρασμα από εκείνο του διαδίκου.
Αντιθέτως όμως ιδρύονται λόγοι αναίρεσης, αφενός από το άρθρο 559 αριθ.1, στην περίπτωση εσφαλμένης υπαγωγής στον προσήκοντα κανόνα των πραγματικών περιστατικών που δέχεται το δικαστήριο ότι συνιστούν την ιστορική βάση της αγωγής, αφετέρου και από τον αριθμό 8, όταν το δικαστήριο έλαβε υπόψη του γεγονότα μη διαλαμβανόμενα στην αγωγή και αυτά επιδρούν στην κρίση για το νόμω βάσιμο, καθόσον τότε πρόκειται περί προσθήκης αυτεπαγγέλτως βάσης αγωγής χωρίς να την έχει επικαλεσθεί ο ενάγων (ΑΠ 952/2000).
Επιμέλεια: Κωνσταντίνος Λαμπρινούδης / επιστημονικός συνεργάτης e-themis