Κάθε χρόνο και λιγότερα, κάθε χρόνο και μικρότερα! Αυτή είναι η εικόνα της ψαριάς που βγαίνει από τις ελληνικές θάλασσες. Μπορεί να μην υπάρχουν πλήρη επίσημα στοιχεία, αλλά τόσο οι αλιείς όσο και οι ερευνητές σημειώνουν πως με την πάροδο των ετών μειώνονται το μέγεθος και η ηλικία των ψαριών που αλιεύονται, με μεγάλο μέρος να μην έχει προλάβει να αναπαραχθεί ούτε μία φορά! Πρόκειται για πλευρές μιας «γενοκτονίας» με θύματα τους πληθυσμούς των ψαριών, με αντίκτυπο όμως και στα θαλάσσια θηλαστικά (δελφίνια, φάλαινες, φώκιες) και τελικά στη μακροπρόθεσμη αλιευτική ικανότητα των θαλασσών.
«Υπάρχει πρόβλημα, που δεν αφορά όμως όλα τα είδη ψαριών με τον ίδιο τρόπο. Ιδιαίτερα υποφέρουν τα είδη της παράκτιας αλιείας. Η πυκνότητά τους έχει περιοριστεί πολύ τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ υπάρχουν περιοχές που έχουν μεταβληθεί σε κρανίου τόπο. Ροφοί, στείρες, σαργοί και όλα τα συγγενικά είδη, έχουν μειωθεί πολύ, τόσο όσον αφορά τον αριθμό τους, όσο και το μέγεθος των ψαριών. Η μείωση της παραγωγής της παράκτιας αλιείας είναι πολύ μεγάλη. Καλύτερη είναι η κατάσταση όσον αφορά τα μικρά πελαγικά είδη, όπως η σαρδέλα», λέει στην «Κ» ο κ. Στέλιος Κατσανεβάκης, αναπληρωτής καθηγητής θαλάσσιας οικολογίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου.
Ποιες είναι οι αιτίες; «Οι παράγοντες είναι πολλοί και λειτουργούν σωρευτικά. Αναμφίβολα, η υπεραλίευση έχει παίξει πολύ μεγάλο ρόλο, καθώς οι πληθυσμοί των ψαριών δέχονται πολύ μεγαλύτερη πίεση από όση μπορούν να αντέξουν. Το 2016 πραγματοποιήσαμε μια έρευνα σε συνεργασία με το ΕΛΚΕΘΕ, στο πλαίσιο του προγράμματος Protomedea, που συνέκρινε περιοχές με υψηλή αλιευτική πίεση με άλλες, που υπάρχει χαμηλή αλιευτική δραστηριότητα. Στις περιοχές χαμηλής αλιευτικής πίεσης βρέθηκε υπερδιπλάσια βιομάζα ψαριών και σημαντική αφθονία μεγάλων ανώτερων θηρευτών (ροφοί, στείρες, μαγιάτικα κ.λπ.), οι οποίοι σχεδόν απουσίαζαν από τις περιοχές μεγάλης αλιευτικής πίεσης», σημειώνει ο κ. Κατσανεβάκης.
Σημαντική αιτία για την υποβάθμιση των παράκτιων ιχθυοαποθεμάτων αποτελούν και τα ξενικά είδη, που πέρασαν από άλλες θάλασσες στο Αιγαίο. «Για παράδειγμα, οι γερμανοί και οι αγριόσαλπες είναι χορτοφάγα ψάρια. Καθώς έχουν καταφέρει να επικρατήσουν σε παραλιακές περιοχές εξαφανίζουν τα μακροφύκη, που αποτελούν τους βιότοπους αναπαραγωγής πολλών ψαριών. Λειτουργούν σαν τα “κατσίκια” της θάλασσας, εξαφανίζοντας ολόκληρα δάση τέτοιων φυκών και αφήνοντας γυμνούς βράχους», εξηγεί ο κ. Κατσανεβάκης.
«Σκουπιδότοποι»
Πολύ αρνητικό ρόλο παίζει η αυξανόμενη ρύπανση των θαλασσών. «Πολλές θαλάσσιες περιοχές και ακτές μοιάζουν με σκουπιδότοπο. Ας σκεφθούμε πόσα θηλαστικά έχουμε βρει νεκρά με το στομάχι τους γεμάτο πλαστικά. Υπάρχουν ευθύνες, δεν μπορεί νησιά με τουρισμό πολυτελείας να έχουν χωματερές δίπλα στη θάλασσα και να γεμίζουν το Αιγαίο με σκουπίδια», λέει στην «Κ» η κ. Αναστασία Μήλιου, υδροβιολόγος και διευθύντρια Ερευνών του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας «Αρχιπέλαγος». «Υποβάθμιση του περιβάλλοντος, ακόμα και βάλτος στον βυθό, προκαλείται και από ιχθυοκαλλιέργειες, όταν η παραγωγή γίνεται εντατικά και χωρίς την απαραίτητη περιβαλλοντική φροντίδα. Επίσης, προβλήματα προκαλεί και η ανεξέλεγκτη τουριστική ανάπτυξη, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την καταπάτηση των βιοτόπων της μεσογειακής φώκιας», συμπληρώνει η κ. Μήλιου. Αλλά το πιο μεγάλο πρόβλημα είναι η ανυπαρξία εθνικής πολιτικής για την προστασία των ιχθυοαποθεμάτων και της αλιευτικής ικανότητας. Λείπει και η γενική ιδέα και η εξειδίκευση συγκεκριμένων σχεδίων και στόχων. «Το πιο σημαντικό είναι πως δεν προστατεύουμε τα “λιβάδια” της θάλασσας, τις ποσειδωνίες. Δεν υπάρχει ολοκληρωμένη καταγραφή για το πού βρίσκονται οι κοραλλιογενείς σχηματισμοί, οι γνωστές τραγάνες, που είναι πρώτης τάξεως ψαρότοποι», υπογραμμίζει η ίδια. Στις περιοχές αυτές απαγορεύονται η αλιεία με συρόμενα εργαλεία καθώς και οι ιχθυοκαλλιέργειες, αλλά πώς θα προστατευθούν αφού δεν γνωρίζουμε ακριβώς τη θέση τους;
Εννέα είδη θαλάσσιων θηλαστικών διαβιούν μόνιμα στα ελληνικά νερά, αλλά αντιμετωπίζουν αυξανόμενες απειλές από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. ΑΡΧΙΠΕΛΑΓΟΣ / Τ. ΤΣΙΜΠΙΔΗΣ
«Δυστυχώς, τα μέτρα προστασίας των ιχθυοαποθεμάτων είναι από μηδαμινά έως ανύπαρκτα. Ενα μέτρο θα ήταν η δημιουργία θαλάσσιων καταφυγίων, όπου θα απαγορεύεται η αλιεία για να διευκολύνεται η αναπαραγωγή των ψαριών. Τυπικά στο Αιγαίο έχει ανακηρυχθεί μόνο ένα, στις Σποράδες, γύρω από τη νήσο Πιπέρι. Αλλά είναι περισσότερο στα χαρτιά, παρά στην πράξη. Ο Φορέας Διαχείρισης αντιμετωπίζει μεγάλα οικονομικά προβλήματα, δεν μπορεί να πραγματοποιήσει καν πλωτές περιπολίες, ώστε να αποτρέπει παραβίαση των όρων», καταλήγει ο κ. Κατσανεβάκης.
Τα όμορφα θηλαστικά που πληγώνουμε
Μεγάλος είναι ο πλούτος των ελληνικών θαλασσών, όπου ζουν μόνιμα εννέα θαλάσσια θηλαστικά: η πτεροφάλαινα, η μεσογειακή φώκια, ο φυσητήρας, ο ζιφιός, το σταχτοδέλφινο, το ρινοδέλφινο, το ζωνοδέλφινο, το κοινό δελφίνι και η μικροσκοπική φώκαινα στη Θράκη. Πέντε άλλα είδη είναι «περαστικά»: η μεγάπτερη φάλαινα, η βόρεια ρυγχοφάλαινα, η ψευδόρκα, ο μεσοπλόδοντας και το στενόρυγχο δελφίνι.
Δυστυχώς, όμως, τα νερά μας δεν αποδεικνύονται τόσο φιλόξενα για τα θαλάσσια θηλαστικά, που δέχονται μεγάλες πιέσεις από μία σειρά ανθρώπινων δραστηριοτήτων.
Η ρύπανση αποτελεί μεγάλο πρόβλημα, καθώς υποβαθμίζει τους βιοτόπους, ενώ λειτουργεί και άμεσα θανατηφόρα με την μορφή των πλαστικών απορριμμάτων.
Η αυξανόμενη κυκλοφορία πλοίων προκαλεί παρενόχληση, ακόμα και θανατηφόρες συγκρούσεις με φάλαινες, ενώ η ηχορρύπανση ενοχλεί όλα τα είδη.
Στην περίπτωση της χρήσης σόναρ και στρατιωτικών ασκήσεων οι καταστροφικές συνέπειες είναι άμεσες. Η κλιματική αλλαγή τροποποιεί τους όρους επιβίωσης των θαλάσσιων θηλαστικών. Στις μέχρι τώρα απειλές, έρχονται να προστεθούν και οι εξορύξεις υδρογονανθράκων.
Τα συγκεκριμένα θέματα συζητήθηκαν στην 5η Παγκόσμια Συνδιάσκεψη για τα Θαλάσσια Θηλαστικά και τις Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές που πραγματοποιήθηκε στη Μεσσηνία (8-12 Απριλίου), για πρώτη φορά σε Ελλάδα και Μεσόγειο. Οπως σημείωσε ο κ. Μάρκο Λαμπερτίνι, γενικός διευθυντής του WWF, «παρατηρείται σημαντική καθυστέρηση στην λήψη αποτελεσματικών μέτρων προστασίας αυτών των ειδών και των ενδιαιτημάτων τους, κυρίως σε Ανατολική και Νότια Μεσόγειο».
Στη Συνδιάσκεψη συζητήθηκαν ο κίνδυνος πρόκλησης ατυχήματος διαρροής πετρελαίου και η όχληση που προκαλούν οι τεχνητές σεισμικές δονήσεις στην έρευνα για τον εντοπισμό κοιτασμάτων.Έντυπη