Ποινή κάθειρξης 5 ετών και χρηματική ποινή ύψους 2.000 ευρώ με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα υπό τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισής του μια φορά κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του, επέβαλε χθες το Μονομελές Εφετείο Δωδεκανήσου σε έναν 25χρονο Αλβανό, που κρίθηκε ένοχος με ελαφρυντικό για διακίνηση μεγάλης ποσότητας κάνναβης στη Ρόδο.
Αθώος κρίθηκε από το ίδιο δικαστήριο ένας 18χρονος ημεδαπός, κάτοικος Χολαργού Αττικής, συγκατηγορούμενός του.
Ο τελευταίος είχε αφεθεί ελεύθερος με τους περιοριστικούς όρους της καταβολής χρηματικής εγγύησης ύψους 2.000 ευρώ, της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφάνισής του μια φορά κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του, μετά την απολογία του.
Οι ανωτέρω συνελήφθησαν την 20η Μαρτίου 2018 και ώρα 10.45 στον λιμένα της Ακαντιάς, μετά τον κατάπλου του πλοίου «Superfast XII» γιατί μετά από έρευνα στον πρώτο βρέθηκαν εντός της χειραποσκευής του πέντε νάιλον συσκευασίες με κάνναβη βάρους 5.391 γραμμαρίων.
Ο ίδιος εξεταζόμενος υποστήριξε ότι παρέλαβε την ποσότητα από έναν ομοεθνή του το απόγευμα της προηγούμενης ημέρας στο λιμάνι του Πειραιά και ότι έλαβε οδηγία να την μεταφέρει στο λιμάνι της Ρόδου, όπου θα την παρέδιδε σε άτομο που θα τον προσέγγιζε.
Οι λιμενικοί πραγματοποίησαν έρευνες στον λιμένα για τον εντοπισμό του συγκεκριμένου ατόμου και προσήγαγαν τον δεύτερο.
Οι δύο κατηγορούμενοι ομολόγησαν ότι γνωρίζονται μεταξύ τους και ότι ταξίδεψαν μαζί στην Ρόδο διαμένοντας στην ίδια καμπίνα.
Υποστήριξαν ακόμη ότι προ 3ημέρου ο πρώτος πρότεινε στον δεύτερο να ταξιδέψει μαζί του και ότι ο δεύτερος γνώριζε για την μεταφορά των ναρκωτικών και ότι αγόρασε εκείνος τα εισιτήρια στο όνομά του και στο όνομα ενός άλλου ατόμου με την χρήση ταυτότητας που βρέθηκε στην κατοχή του.
Ο πρώτος μάλιστα υποστήριξε ότι θα ελάμβανε ως αμοιβή το χρηματικό ποσό των 500 ευρώ.
Απολογούμενοι, ο πρώτος υποστήριξε ότι είχε ενημερωθεί ότι θα μετέφερε 3 κι όχι 5 κιλά κάνναβης κι ότι έχει σπουδάσει μουσική παραγωγή στην Αθήνα έχοντας διακριθεί στο αντικείμενό του. Υποστήριξε εξάλλου ότι έκανε την μεταφορά των ναρκωτικών γιατί είχε ανάγκη από χρήματα και συγκεκριμένα για να επιστρέψει δανεικά σε συγγενείς του.
Ο δεύτερος υποστήριξε ότι έκανε χρήση ταυτότητας ενός φίλου του, εν αγνοία του, για να εκδώσει το εισιτήριο του πρώτου ο οποίος δεν διέμενε νόμιμα στη χώρα.
Ως συνήγορος υπεράσπισής τους παρέστη η δικηγόρος κ. Μαρία Κρικοπούλου.