Οι νέες διατάξεις για την κύρια κατοικία, όπως εγκρίθηκαν από τη Βουλή
Μόλις πριν λίγες ημέρες (29/3) υπερψηφίστηκε από τη Βουλή το σχέδιο νόμου για την προστασίας του εμπορικού απορρήτου, στο οποίο περιλαμβάνονταν και οι νέες διατάξεις για την προστασία της κύριας κατοικίας.
Δεδομένου του έντονου ενδιαφέροντος που υπάρχει από πολίτες και νομικούς για το νέο πλαίσιο, παρουσιάζουμε σε επεξεργάσιμη μορφή τις νέες διατάξεις στην τελική τους μορφή, όπως ψηφίστηκαν την Παρασκευή.
Σύμφωνα με το άρθρο 84 του σχεδίου νόμου, η ισχύς των νέων διατάξεων αρχίζει την 30η Απριλίου 2019.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΠΙΔΟΤΗΣΗΣ ΑΠΟΠΛΗΡΩΜΗΣ ΣΤΕΓΑΣΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΔΑΝΕΙΩΝ ΜΕ ΥΠΟΘΗΚΗ ΣΕ ΚΥΡΙΑ ΚΑΤΟΙΚΙΑ
Άρθρο 68 Πεδίο εφαρµογής – προϋποθέσεις επιλεξιµότητας
1. Φυσικό πρόσωπο µε ή χωρίς πτωχευτική ικανότητα δικαιούται να ζητήσει τη ρύθµιση των οφειλών των παραγράφων 2 και 3, σύµφωνα µε τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, προκειµένου να προστατεύσει την κύρια κατοικία του από την αναγκαστική ρευστοποίηση, εφόσον συντρέχουν σωρευτικά οι εξής προϋποθέσεις επιλεξιµότητας:
α) Το αιτούν φυσικό πρόσωπο έχει εµπράγµατο δικαίωµα, αποκλειστικής ή κατ’ ιδανικό µερίδιο, κυριότητας, πλήρους ή ψιλής, ή επικαρπίας σε ακίνητο, το οποίο αποτελεί την κύρια κατοικία του και βρίσκεται στην Ελλάδα.
β) Δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 (Α΄ 130) λόγω δόλιας περιέλευσης του αιτούντος σε αδυναµία πληρωµής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας του αιτούντος ή που δέχθηκε την αίτηση, ακόµα κι αν ο οφειλέτης εξέπεσε κατά την παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 3869/2010 ή το σχέδιο διευθέτησης οφειλών καταγγέλθηκε κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010. Αν εκδόθηκε τέτοια απόφαση, το φυσικό πρόσωπο µπορεί να ασκήσει την αίτηση του άρθρου 72 µόνο αν πριν την άσκηση της αίτησής του και πριν την πάροδο της προθεσµίας της παραγράφου 1 του άρθρου 72 η απόφαση εξαφανίστηκε ή αναιρέθηκε ύστερα από παραδοχή ένδικου µέσου.
γ) Η αξία της προστατευόµενης κύριας κατοικίας, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72, δεν υπερβαίνει τα 175.000 ευρώ, αν στις οφειλές της παραγράφου 2 περιλαµβάνονται επιχειρηµατικά δάνεια, και τα 250.000 ευρώ σε κάθε άλλη περίπτωση.
δ) Το οικογενειακό εισόδηµα του αιτούντος φυσικού προσώπου, κατά το τελευταίο έτος, για το οποίο υπάρχει δυνατότητα υποβολής φορολογικής δήλωσης, δεν υπερβαίνει τα 12.500 ευρώ. Το ποσό του προηγούµενου εδαφίου προσαυξάνεται κατά 8.500 ευρώ για τον σύζυγο και κατά 5.000 ευρώ για κάθε εξαρτώµενο µέλος και µέχρι τα τρία εξαρτώµενα µέλη.
ε) Αν το σύνολο των οφειλών των παραγράφων 2 έως 4 υπερβαίνει τα 20.000 ευρώ, η ακίνητη περιουσία του αιτούντα, του συζύγου του και των εξαρτώµενων µελών, πέραν της κύριας κατοικίας του αιτούντα, καθώς και τα µεταφορικά µέσα του αιτούντα και του συζύγου του, έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 80.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72.
στ) Οι καταθέσεις, τα χρηµατοπιστωτικά προϊόντα και τα πολύτιµα µέταλλα, σε νοµίσµατα ή ράβδους, του αιτούντος και του συζύγου του και των εξαρτώµενων µελών έχουν συνολική αξία που δεν υπερβαίνει τα 15.000 ευρώ κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72.
ζ) Υφίσταται τουλάχιστον µία οφειλή επιδεκτική ρύθµισης κατά τις παραγράφους 2 έως 6.
η) Το σύνολο του ανεξόφλητου κεφαλαίου, στο οποίο συνυπολογίζονται λογιστικοποιηµένοι τόκοι και, αν υπάρχουν, έξοδα εκτέλεσης, των οφειλών των παραγράφων 2 και 3, κατά την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης του άρθρου 72, δεν υπερβαίνει τις 130.000 ευρώ ανά πιστωτή ή τις 100.000 ανά πιστωτή αν στις οφειλές αυτές περιλαµβάνονται επιχειρηµατικά δάνεια. Αν η οφειλή έχει συνοµολογηθεί σε άλλο, πλην ευρώ, νόµισµα, τότε για τον καθορισµό του µέγιστου ορίου των 130.000 ευρώ ή των 100.000 ευρώ, αντίστοιχα λαµβάνεται υπόψη η ισοτιµία αλλοδαπού νοµίσµατος και ευρώ κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72.
2. Με το παρόν Μέρος, το φυσικό πρόσωπο, για το οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1, µπορεί να ρυθµίσει οφειλές του από οποιαδήποτε αιτία προς πιστωτικά ιδρύµατα, καθώς και οφειλές του από στεγαστικό δάνειο προς το Ταµείο Παρακαταθηκών και Δανείων, εφόσον για τις οφειλές αυτές έχει εγγράφει, πριν την άσκηση της αίτησης του άρθρου 72, υποθήκη ή προσηµείωση υποθήκης σε ακίνητο, που χρησιµοποιείται ως κύρια κατοικία του, και οι οφειλές αυτές βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ηµερών κατά την 31η Δεκεµβρίου 2018.
3. Με τις προϋποθέσεις της παραγράφου 1 ο τρίτος κύριος µπορεί να ρυθµίσει οφειλές άλλων ενοχικά υπόχρεων φυσικών προσώπων από οποιαδήποτε αιτία προς πιστωτικά ιδρύµατα ή από στεγαστικό δάνειο προς το Ταµείο Παρακαταθηκών και Δανείων, για τις οποίες έχει παραχωρηθεί υποθήκη ή προσηµείωση υποθήκης στη δική του κύρια κατοικία, εφόσον οι οφειλές αυτές βρίσκονταν σε καθυστέρηση τουλάχιστον ενενήντα ηµερών κατά την 31η Δεκεµβρίου 2018.
4. Η µεταβίβαση των απαιτήσεων των πιστωτικών ιδρυµάτων ή η ανάθεση της διαχείρισής τους κατά τον ν. 4354/2015 (Α΄ 176), καθώς επίσης η τιτλοποίησή τους κατά τον ν. 3156/2003 (Α΄ 157) ή η υποκατάσταση εγγυητή ή εν γένει συνοφειλέτη σε αυτές δεν εµποδίζει τη ρύθµισή τους κατά το παρόν Μέρος.
5. Δεν ρυθµίζονται µε το παρόν Μέρος οφειλές φυσικών προσώπων, για τις οποίες υφίσταται εγγύηση του Ελληνικού Δηµοσίου.
6. Δεν ρυθµίζονται µε τον παρόν Μέρος οφειλές, που κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης του άρθρου 72, έχουν ρυθµιστεί σύµφωνα µε τα άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007 (Α΄ 153), τα άρθρα 61 έως 67 του ν. 4307/2014 (Α΄ 246) ή το ν. 4469/2017 (Α΄ 62), ή για τις οποίες υπάρχει εκκρεµής αίτηση ρύθµισης κατά τις διατάξεις αυτές.
Άρθρο 69 Ορισµοί
Για τις ανάγκες του παρόντος Μέρους:
α) Ο όρος «πιστωτικό ίδρυµα» περιλαµβάνει και εκείνα που τελούν υπό ειδική εκκαθάριση.
β) Ο όρος «σύζυγος» περιλαµβάνει και τον αντισυµβαλλόµενο σε σύµφωνο συµβίωσης του ν. 4356/2015 (Α΄ 181) ή του ν. 3719/2008 (Α΄ 241).
γ) Ως «εξαρτώµενα µέλη» νοούνται τα πρόσωπα που ορίζονται στο άρθρο 11 του ν. 4172/2013 (Α΄ 167).
δ) Ως «οικογενειακό εισόδηµα» νοείται το άθροισµα των εισοδηµάτων του αιτούντος, του συζύγου του και των εξαρτώµενων µελών, µειωµένο κατά τους αναλογούντες φόρους, την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ν. 4172/2013 και το τέλος επιτηδεύµατος του άρθρου 31 του ν. 3986/2011 (Α΄ 152). Στο «οικογενειακό εισόδηµα» συµπεριλαµβάνονται και τα αφορολόγητα, καθώς και τα αυτοτελώς φορολογούµενα ποσά.
ε) Ως «δηµόσιος τοµέας» νοείται το σύνολο των φορέων που απαριθµείται στην περίπωση α΄ της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α΄ 143).
στ) Ως «κύρια κατοικία» νοείται αυτή που προκύπτει από την τελευταία υποβληθείσα φορολογική δήλωση του αιτούντος.
ζ) Ως «χρηµατοπιστωτικά προϊόντα» νοούνται τα µέσα χρηµαταγοράς κατά την παρ. 17 του άρθρου 4 του ν. 4514/2018 (Α΄ 14) οι κινητές αξίες κατά την παρ. 44 του άρθρου 4 του ν. 4514/2018 και τα εξαγοράσιµα ασφαλιστήρια συµβόλαια ζωής.
η) Ως «µεταφορικά µέσα» νοούνται τα αναφερόµενα στις περιπτώσεις γ΄, στ΄ και ζ΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 4172/2013, εφόσον ανήκουν στην κυριότητα του αιτούντα ή του συζύγου του.
Άρθρο 70 Προσδιορισµός αξίας περιουσιακών στοιχείων
1. Για να κριθεί η επιλεξιµότητα του αιτούντος κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 68, ως αξία του ακινήτου, αν αυτό βρίσκεται στην Ελλάδα, λογίζεται η φορολογητέα αξία για τον υπολογισµό του συµπληρωµατικού ενιαίου φόρου ιδιοκτησίας ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) σύµφωνα µε τον ν. 4223/2013 (Α΄ 287), όπως αυτή προκύπτει από την τελευταία πράξη προσδιορισµού φόρου. Για γήπεδα εκτός σχεδίου πόλης και οικισµού, για τα οποία δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝ.Φ.Ι.Α., ως αξία ακινήτων λογίζεται η αντικειµενική αξία αυτών, όπως αυτή προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 41Α του ν. 1249/1982 (Α΄ 43) και της υπ’ αριθµ. 1144814/26361/ΠΟΛ./1310/1998 απόφασης του Υπουργού Οικονοµικών (Β΄ 1328). Αν το ακίνητο βρίσκεται στην αλλοδαπή, για την επιλεξιµότητα του αιτούντος κατά την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 68 λαµβάνεται υπόψη η εµπορική αξία.
2. Για τον προσδιορισµό του καταβλητέου ποσού κατά το άρθρο 75, ως αξία της κύριας κατοικίας λογίζεται η εµπορική της αξία όπως είχε καταχωρισθεί στα βιβλία του πιστωτικού ιδρύµατος κατά την 31η Δεκεµβρίου του τελευταίου έτους, πριν την υποβολή της αίτησης του άρθρου 72. Εάν η αίτηση του άρθρου 72 υποβληθεί µέχρι την 30η Απριλίου λαµβάνεται υπόψη η αξία της 31ης Δεκεµβρίου του προτελευταίου έτους πριν την υποβολή της αίτησης του άρθρου 72. Ο αιτών µπορεί να αποδείξει ότι η εµπορική αξία της κύριας κατοικίας του είναι διαφορετική από την καταχωρισµένη στα βιβλία των πιστωτών, οπότε το ποσό της παραγράφου 1 του άρθρου 75 καθορίζεται µε βάση την αποδεικνυόµενη εµπορική αξία.
3. Αν ο αιτών έχει κατ’ ιδανικό µερίδιο κυριότητα, πλήρη ή ψιλή, ή επικαρπία στην κύρια κατοικία του, κρίσιµη για την επιλεξιµότητά του κατά την περίπτ. γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 68 είναι η αξία της πλήρους και αποκλειστικής κυριότητας. Για τον προσδιορισµό του καταβλητέου ποσού κατά το άρθρο 75, κρίσιµη είναι η αξία του ιδανικού του µεριδίου και, αν ο αιτών έχει επικαρπία ή ψιλή κυριότητα, το ήµισυ της αξίας της πλήρους κυριότητας. Το προηγούµενο εδάφιο εφαρµόζεται αναλόγως και για την αποτίµηση των λοιπών περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος κατά την περίπτωση ε΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 68.
Άρθρο 71 Ηλεκτρονική πλατφόρµα
Η διαδικασία που περιγράφεται στο παρόν Μέρος, µε εξαίρεση τις διαδικαστικές πράξεις ενώπιον του δικαστηρίου, διεξάγεται µέσω ψηφιακής πλατφόρµας ηλεκτρονικής υποβολής και διαχείρισης αιτήσεων, η οποία αναπτύσσεται από τη Γενική Γραµµατεία Πληροφοριακών Συστηµάτων του Υπουργείου Οικονοµικών (Γ.Γ.Π.Σ.) σε συνεργασία µε την Ειδική Γραµµατεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (Ε.Γ.Δ.Ι.Χ.). Η πλατφόρµα φιλοξενείται και λειτουργεί στις υποδοµές της Γ.Γ.Π.Σ.. Στην πλατφόρµα παρέχεται πρόσβαση µέσω της ιστοσελίδας της Ε.Γ.Δ.Ι.Χ..
Άρθρο 72 Υποβολή αίτησης
1. Κάθε φυσικό πρόσωπο, στο οποίο συντρέχουν οι προϋποθέσεις επιλεξιµότητας της παραγράφου 1 του άρθρου 68, µπορεί έως την 31η Δεκεµβρίου 2019 να υποβάλει αίτηση για ρύθµιση των οφειλών των πααγράφων 2 και 3 του άρθρου 68, µε σκοπό την προστασία της κύριας κατοικίας του από την αναγκαστική ρευστοποίηση.
2. Απαγορεύεται η υποβολή δεύτερης αίτησης από το ίδιο φυσικό πρόσωπο, ακόµα κι αν µε τη δεύτερη αίτηση ζητείται ρύθµιση διαφορετικών οφειλών σε σχέση µε την πρώτη ή αν ο αιτών εξέπεσε της ρύθµισης που προέκυψε από την προηγούµενη αίτηση.
3. Αν υπάρχουν ελλείψεις ή σφάλµατα της αίτησης, τα οποία δεν µπορούν να διορθωθούν µε εισαγωγή των στοιχείων στην ηλεκτρονική πλατφόρµα, µπορεί η αίτηση να διαγραφεί και ταυτόχρονα να επανυποβληθεί. Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρµόζεται η παράγραφος 1 του άρθρου 78.
4. Η αίτηση περιέχει:
α) Πλήρη στοιχεία του αιτούντος (ονοµατεπώνυµο, πατρώνυµο, ηµεροµηνία γέννησης, διεύθυνση οικίας και εργασίας, Αριθµό Φορολογικού Μητρώου, Αριθµό Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης, Κωδικούς Αριθµούς Δραστηριότητας, αν είναι επιτηδευµατίας, τηλέφωνο, διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδροµείου).
β) Στοιχεία του συζύγου και των εξαρτώµενων µελών του.
γ) Εισοδήµατα του αιτούντος, του συζύγου του και των εξαρτώµενων µελών του από οποιαδήποτε πηγή και αιτία.
δ) Κατάλογο των πιστωτών, µε ληξιπρόθεσµες ή µη απαιτήσεις, για τις οποίες έχει εγγραφεί υποθήκη ή προσηµείωση υποθήκης στην κύρια κατοικία, το οφειλόµενο ποσό ανά πιστωτή, την ηµεροµηνία, αναφορικά µε την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής, και τους συνοφειλέτες που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή.
ε) Κατάλογο των περιουσιακών στοιχείων των περιπτώσεων ε΄ και στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 68, στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή.
στ) Πλήρη περιγραφή των βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων (είδος βάρους ή εξασφάλισης, πιστωτής, ασφαλιζόµενο ποσό, σειρά, δηµόσιο βιβλίο), που είναι εγγεγραµµένα στην κύρια κατοικία του αιτούντος.
ζ) Κατάλογο των πιστωτών µε οφειλές ανεπίδεκτες ρύθµισης κατά τις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 68, έκαστος των οποίων έχει απαίτηση ανώτερη των 2.000 ευρώ.
η) Δήλωση του αιτούντος, ότι: αα) δεν εκδόθηκε οριστική απόφαση, που απέρριψε αίτησή του κατά το άρθρο 4 του ν. 3869/2010 λόγω δόλιας περιέλευσής του σε αδυναµία πληρωµής ή λόγω ύπαρξης επαρκούς περιουσίας ή που εξαίρεσε την κύρια κατοικία του από τη ρευστοποίηση κατά την παρ. 2 του άρθρου 9 του ν. 3869/2010, ββ) οι οφειλές, των οποίων ζητεί τη ρύθµιση, δεν έχουν ρυθµιστεί σύµφωνα µε τα άρθρα 99 επ. του ν. 3588/2007, τα άρθρα 61 έως 67 του ν. 4307/2014 ή το ν. 4469/2017, ούτε υπάρχει εκκρεµής αίτηση ρύθµισής τους κατά τις διατάξεις αυτές.
5. Η αίτηση συνυπογράφεται από το σύζυγο και τα εξαρτώµενα µέλη του αιτούντος ή τους νόµιµους αντιπροσώπους τους.
6. Ο αιτών συνοδεύει υποχρεωτικά την αίτησή του µε τα παρακάτω δικαιολογητικά:
α) πιστοποιητικό βαρών της κύριας κατοικίας από το 68 αρµόδιο Υποθηκοφυλακείο ή αντίγραφο του κτηµατολογικού φύλλου αυτής,
β) αν ο οφειλέτης ή ο σύζυγός του είναι κύριος ή επικαρπωτής γηπέδων εκτός σχεδίου πόλης και οικισµού, για το οποίο δεν προσδιορίζεται αξία ΕΝ.Φ.Ι.Α., συµπληρωµένο έντυπο υπολογισµού αξίας γηπέδου, υπογεγραµµένο από συµβολαιογράφο.
Ο αιτών µπορεί επίσης να συνοδεύει την αίτησή του µε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, στοιχείο ή πληροφορία, τα οποία θεωρεί σηµαντικά για την επιτυχία της διαδικασίας.
7. Κατά την υποβολή της αίτησης ανακτώνται αυτόµατα από τη βάση δεδοµένων της Φορολογικής Διοίκησης:
α) δήλωση εισοδήµατος φυσικών προσώπων (Ε1),
β) κατάσταση οικονοµικών στοιχείων από επιχειρηµατική δραστηριότητα (Ε3) του τελευταίου έτους,
γ) δήλωση στοιχείων ακινήτων (Ε9),
δ) πράξη διοικητικού προσδιορισµού του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝ.Φ.Ι.Α.) του τελευταίου φορολογικού έτους,
ε) πράξη διοικητικού προσδιορισµού του φόρου εισοδήµατος (εκκαθαριστικό) του τελευταίου φορολογικού έτους,
στ) κινητά περιουσιακά στοιχεία (αυτοκίνητα, αεροσκάφη, πλοία, σκάφη) του αιτούντος, που αναφέρονται στο έντυπο Ε1 του τελευταίου φορολογικού έτους.
Τα έγγραφα της παρούσας παραγράφου αντλούνται αυτόµατα εκκινώντας από την τελευταία διαθέσιµη έκδοσή τους, εφόσον δεν έχει παρέλθει η αντίστοιχη προθεσµία υποβολής τους βάσει της κείµενης νοµοθεσίας. Μετά την παρέλευση των προβλεπόµενων προθεσµιών η αυτόµατη άντληση των εγγράφων, εκκινεί από την τελευταία έκδοση για την οποία υπάρχει υποχρέωση υποβολής.
8. Κατά την υποβολή της αίτησης ανακτώνται αυτόµατα από τα πιστωτικά ιδρύµατα:
α) στοιχεία αναφορικά µε τις απαιτήσεις προς πιστωτικά ιδρύµατα, οι οποίες είναι επιδεκτικές ρύθµισης κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 68, το οφειλόµενο ποσό ανά πιστωτή, την ηµεροµηνία, αναφορικά µε την οποία προσδιορίζεται το ύψος της κάθε οφειλής, και τους συνοφειλέτες που ευθύνονται έναντι κάθε πιστωτή,
β) στοιχεία αναφορικά µε καταθέσεις και χρηµατοπιστωτικά προϊόντα του τηρούνται στα χρηµατοπιστωτικά ιδρύµατα καθώς και την εκτιµώµενη αξία τους,
γ) τα στοιχεία βαρών και λοιπών εξασφαλίσεων επί των ακίνητων περιουσιακών στοιχείων του αιτούντος που βρίσκονται στη διάθεσή τους.
9. Αν τα δικαιολογητικά των παραγράφων 7 και 8 δεν ανακτηθούν αυτόµατα από τις αντίστοιχες βάσεις δεδοµένων για οποιονδήποτε λόγο, τότε υποβάλλονται από τον αιτούντα.
10. Με την αίτηση υπαγωγής στη διαδικασία, ο αιτών παρέχει άδεια στους συµµετέχοντες πιστωτές και στο Δηµόσιο για πρόσβαση, επεξεργασία και διασταύρωση των δεδοµένων του, τα οποία περιλαµβάνονται στην αίτηση και τα συνοδευτικά έγγραφα, όσο και άλλων δεδοµένων του που βρίσκονται στην κατοχή των συµµετεχόντων πιστωτών για τους σκοπούς της συνολικής διαδικασίας του παρόντος Μέρους. Η άδεια του προηγούµενου εδαφίου συνεπάγεται την άρση του απορρήτου των τραπεζικών καταθέσεων του άρθρου 1 του ν.δ. 1059/1971 (Α΄ 270) και του φορολογικού απορρήτου του άρθρου 17 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170). Η άρση του τραπεζικού απορρήτου του προηγούµενου εδαφίου αφορά χρονική περίοδο, η οποία εκκινεί πέντε (5) έτη πριν από την οριστική υποβολή της αίτησης και διαρκεί µέχρι την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που αναλαµβάνει ο αιτών µε τη συναινετική ή δικαστική ρύθµιση. Η άρση του φορολογικού απορρήτου κατά το δεύτερο εδάφιο αφορά χρονική περίοδο, η οποία εκκινεί πέντε (5) έτη πριν από την οριστική υποβολή της αίτησης και διαρκεί µέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας συναινετικής ρύθµισης του άρθρου 74 ή την αµετάκλητη περάτωση της δίκης του άρθρου 77. Έναντι του Δηµοσίου η άρση του απορρήτου εκτείνεται σε όλη τη χρονική διάρκεια της ρύθµισης.
11. Η αίτηση υπέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης του ν. 1599/1986 (Α΄ 75) του αιτούντα και των συνυπογραφόντων, συζύγου και εξαρτώµενων µελών για την ακρίβεια και την πληρότητα του περιεχοµένου της αίτησης και των υποβληθέντων εγγράφων. Ο αιτών ενηµερώνεται κατά την υποβολή της αίτησης για τις συνέπειες της ψευδούς υπεύθυνης δήλωσης, όπως αυτές προβλέπονται στην παρ. 6 του άρθρου 22 του ν. 1599/1986.
12. Αν αποδεικνύεται µε δηµόσια έγγραφα ότι η υπεύθυνη δήλωση της παραγράφου 11 είναι ψευδής, τότε, εφόσον η ανακρίβεια επιδρά στην επιλεξιµότητα του αιτούντος, η δικαστική ή η εξώδικη ρύθµιση θεωρείται αυτοδικαίως άκυρη, ο οφειλέτης εκπίπτει όλων των δικαιωµάτων βάσει της ρύθµισης, οφείλει να καταβάλει στον πιστωτή την οφειλή που προκύπτει από την αρχική σύµβαση µειωµένη κατά τα ποσά που καταβλήθηκαν και ο θιγόµενος πιστωτής µπορεί να επισπεύσει άµεσα αναγκαστική εκτέλεση. Η εν λόγω οφειλή επιβαρύνεται µε επιτόκιο πέντε τοις εκατό (5%). Το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 80 εφαρµόζεται αναλόγως. Η Διοίκηση υποχρεούται να ανακαλέσει µε αναδροµική ενέργεια την απόφαση, µε την οποία εγκρίθηκε η συνεισφορά του Δηµοσίου κατά το άρθρο 76, αν αποδεικνύεται µε οποιονδήποτε τρόπο ότι η απόφαση στηρίχθηκε σε ψευδή στοιχεία. Σε αυτήν την περίπτωση το Δηµόσιο αναζητά από τον αιτούντα την καταβληθείσα συνεισφορά, η οποία επιβαρύνεται µε επιτόκιο πέντε τοις εκατό (5%) από τον χρόνο καταβολής της.
13. Η υποβολή της αίτησης διακόπτει τη διαδικασία του Κώδικα Δεοντολογίας Τραπεζών, που προβλέπεται στην παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4224/2013 (Α΄ 288). Αν για οποιονδήποτε λόγο η διαδικασία του παρόντος Μέρους δεν τελεσφορήσει, δεν απαιτείται συνέχιση της διαδικασίας επίλυσης καθυστερήσεων του Κώδικα Δεοντολογίας.
14. Η αίτηση, µετά τον προέλεγχο επιλεξιµότητας κατά το άρθρο 73, µεταγράφεται µε επιµέλεια οποιουδήποτε έχει έννοµο συµφέρον στο βιβλίο µεταγραφών ή καταχωρίζεται στο κτηµατολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος.
Άρθρο 73 Προέλεγχος επιλεξιµότητας
Πριν την οριστική υποβολή της αίτησης, η πλατφόρµα, µε ειδική ένδειξη, ενηµερώνει τον αιτούντα για την επιλεξιµότητά του ή µη. Αν, παρά την ένδειξη για µη επιλεξιµότητα, ο αιτών υποβάλει οριστικά την αίτησή του, η πλατφόρµα εµποδίζει την περαιτέρω πρόοδο της διαδικασίας και εκδίδεται βεβαίωση περί απόρριψης της αίτησης.
Άρθρο 74 Διαδικασία συναινετικής ρύθµισης
1. Μόλις υποβληθεί οριστικά η αίτηση, η πλατφόρµα κοινοποιεί την αίτηση και τα συνοδευτικά της έγγραφα στους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ζητείται να ρυθµιστούν.
2. Μέσα σε έναν µήνα από την κοινοποίηση της αίτησης κάθε πιστωτής µπορεί να υποβάλλει πρόταση για ρύθµιση της απαίτησής του σύµφωνα µε τους όρους του άρθρου 75. Αν ο πιστωτής αρνηθεί την υποβολή πρότασης, ισχυριζόµενος ότι ο αιτών είναι µη επιλέξιµος, προσδιορίζει τον λόγο της µη επιλεξιµότητας και µεταφορτώνει το σχετικό αποδεικτικό έγγραφο, αν αυτό υπάρχει.
3. Οι πιστωτές, συµπεριλαµβανοµένων των πιστωτικών ιδρυµάτων, µπορούν να διατυπώσουν προς τον οφειλέτη µία κοινή πρόταση ή τις επιµέρους προτάσεις τους µέσω εκπροσώπου τους. Ως εκπρόσωπος ορίζεται ο εµπραγµάτως ασφαλισµένος δανειστής, ο οποίος προηγείται στην υποθηκική τάξη, και σε κάθε άλλη περίπτωση ο δανειστής µε την υψηλότερη απαίτηση.
4. Μέσα σε έναν µήνα από τη λήξη της προθεσµίας υποβολής προτάσεων των πιστωτών, ο αιτών δηλώνει ποιες από τις υποβληθείσες προτάσεις αποδέχεται και ποιες απορρίπτει. Αν η προθεσµία του προηγούµενου εδαφίου παρέλθει άπρακτη, λογίζεται ότι ο αιτών απέρριψε την υποβληθείσα πρόταση ή τις υποβληθείσες προτάσεις. Η αποδοχή της πρότασης από τον αιτούντα επέχει θέση ηλεκτρονικής υπογραφής του αναρτηθέντος σχεδίου σύµβασης.
5. Με την αποδοχή µίας ή περισσότερων προτάσεων επέρχονται οι συνέπειες του άρθρου 79 ως προς τους ρυθµισµένους πιστωτές, ανεξάρτητα από τη µη ρύθµιση των απαιτήσεων των λοιπών πιστωτών.
6. Η διαδικασία συναινετικής ρύθµισης ολοκληρώνεται:
α) µε την απόρριψη της αίτησης κατά το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 73,
β) µε την παραίτηση του αιτούντος από την αίτησή του, η οποία µπορεί να υποβληθεί µέχρι τη λήξη της προθεσµίας της παραγράφου 4, υποβάλλεται ηλεκτρονικά και κοινοποιείται από την πλατφόρµα σε όλους τους πιστωτές,
γ) µε την παράλειψη ή την άρνηση όλων των πιστωτών προς ρύθµιση να υποβάλουν πρόταση,
δ) µε την αποδοχή ή την απόρριψη και της τελευταίας πρότασης πιστωτή από τον αιτούντα.
7. Η πρόταση ρύθµισης του πιστωτή, που έγινε αποδεκτή από τον αιτούντα αποτελεί εκτελεστό τίτλο, δυνάµει του οποίου µπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση στη λοιπή περιουσία του αιτούντα πλην της κύριας κατοικίας του, καθώς και στην κύρια κατοικία, αν ο οφειλέτης εκπέσει κατά το άρθρο 80. Ο ενδιαφερόµενος πιστωτής δικαιούται να καταθέσει αντίγραφο της γενόµενης αποδεκτής ρύθµισης στο Ειρηνοδικείο της κατοικίας του αιτούντος. Ο εκτελεστήριος τύπος δίνεται από τον ειρηνοδίκη του τόπου της προστατευόµενης κύριας κατοικίας.
8. Με επιµέλεια οποιουδήποτε έχει έννοµο συµφέρον η πρόταση ρύθµισης του πιστωτή, που έγινε αποδεκτή από τον αιτούντα, µεταγράφεται στο βιβλίο µεταγραφών ή καταχωρίζεται στο κτηµατολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος.
9. Ρυθµιζόµενοι πιστωτές του ιδιωτικού τοµέα, που δεν είναι πιστωτικά ιδρύµατα ή εταιρείες διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις του άρθρου 1 του ν. 4354/2015, και που κατέστησαν πιστωτές λόγω υποκατάστασης ή διαδοχής πιστωτικού ιδρύµατος, διενεργούν τις πράξεις των παρ. 2 και 3, µόνο αφότου κοινοποιήσουν στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδροµείου και, αν είναι νοµικά πρόσωπα, τα φυσικά πρόσωπα που τα εκπροσωπούν καθώς και τα νοµιµοποιητικά τους έγγραφα. Οι πληροφορίες που κοινοποιούνται κατά το προηγούµενο εδάφιο ισχύουν και για κάθε µεταγενέστερη αίτηση που περιλαµβάνει απαιτήσεις των πιστωτών αυτών, µέχρι να κοινοποιηθεί διαφορετική διεύθυνση ή διαφορετικός εκπρόσωπος.
10. Αν µεταξύ των προς ρύθµιση πιστωτών περιλαµβάνονται ιδιώτες της παραγράφου 8, οι οποίοι δεν έχουν κοινοποιήσει στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδροµείου, ο αιτών επιδίδει αντίγραφο της αίτησης σε αυτούς και µεταφορτώνει στην πλατφόρµα το αποδεικτικό επίδοσης. Στην περίπτωση αυτή, οι προθεσµίες της διαδικασίας συναινετικής ρύθµισης, καθώς και η προσωρινή προστασία του άρθρου 78, ξεκινούν από τη µεταφόρτωση του τελευταίου αποδεικτικού επίδοσης.
11. Κατά τη διαδικασία του παρόντος άρθρου, η εκπροσώπηση του αιτούντα ή κάθε συµµετέχοντος πιστωτή από δικηγόρο είναι προαιρετική.
Άρθρο 75 Όροι προστασίας της κύριας κατοικίας
1. Για την προστασία της κύριας κατοικίας του, ο αιτών καταβάλλει το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας αυτής σε µηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, µε επιτόκιο ίσο µε το Euribor τριµήνου προσαυξηµένο κατά δύο τοις εκατό (2%). Αν το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών που περιλαµβάνονται στην αίτηση, τότε καταβάλλεται το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες τοκοχρεωλυτικές δόσεις.
2. Το ποσό της παραγράφου 1 καταβάλλεται σε χρονικό διάστηµα εικοσιπέντε (25) ετών, το οποίο όµως δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80ο έτος της ηλικίας του αιτούντος, εκτός εάν συµβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών, ευθυνόµενος ως αυτοφειλέτης.
3. Αν ρυθµίζονται περισσότεροι από ένας πιστωτές, τότε η µηνιαία δόση, που προκύπτει κατά τις παραγράφους 1 και 2, επιµερίζεται µεταξύ των ρυθµιζόµενων πιστωτών, ανάλογα µε το ποσοστό συµµετοχής τους σε πλειστηρίασµα που θα προέκυπτε, αν η κύρια κατοικία πλειστηριαζόταν χωρίς έξοδα εκτέλεσης και χωρίς κατάταξη λοιπών πιστωτών, που δεν αναφέρονται στην αίτηση. Για την εφαρµογή του προηγούµενου εδαφίου: α) η προσηµείωση υποθήκης εξοµοιώνεται µε την υποθήκη και κατατάσσεται µε βάση τη χρονική της προτεραιότητα, β) αν απαίτηση πιστωτή µε ειδικό προνόµιο δεν ικανοποιείται στο σύνολό της ως τέτοια, τότε για το αποµένον τµήµα της συµµετέχει στην υποθετική κατάταξη, κατά περίπτωση ως απαίτηση µε γενικό προνόµιο ή ως µη προνοµιούχος απαίτηση.
Άρθρο 76 Συνεισφορά Δηµοσίου
1. Το Δηµόσιο συνεισφέρει στις µηνιαίες καταβολές που προσδιορίζονται κατ’ εφαρµογή του άρθρου 75. Η συνεισφορά του προηγούµενου εδαφίου καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασµό µε δικαιούχο τον οφειλέτη. Η συνεισφορά του Δηµοσίου δεν κατάσχεται ούτε συµψηφίζεται. Για την έγκριση και καταβολή της συνεισφοράς δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενηµερότητα του οφειλέτη.
2. Η αίτηση του άρθρου 72 επέχει θέση αίτησης και για τη συνεισφορά του Δηµοσίου. Με την υποβολή της αίτησης το Δηµόσιο αποκτά πρόσβαση σε όλα τα δεδοµένα και τα έγγραφα που ανταλλάσσονται µεταξύ του αιτούντος και των πιστωτών στο πλαίσιο της διαδικασίας, καθώς και σε κάθε στοιχείο σχετικό µε τη δίκη του άρθρου 77.
3. Για να συνεισφέρει το Δηµόσιο, πρέπει να ρυθµιστούν, συναινετικά ή δικαστικά, όλες οι οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθµισης κατά τις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 68 και το συµφωνηθέν σχέδιο ρύθµισης να είναι σύµφωνο µε το άρθρο 75.
4. Η συνεισφορά του Δηµοσίου διαρκεί για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθµιση. Οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς του Δηµοσίου επανεξετάζονται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος. Ο δικαιούχος µπορεί µετά την παρέλευση ενός (1) έτους από τον αρχικό προσδιορισµό ή την τελευταία αναπροσαρµογή της συνεισφοράς να ζητήσει µεταρρύθµιση του ποσοστού συνεισφοράς, αν εξαιτίας µεταβολής των εισοδηµάτων του, των εύλογων δαπανών διαβίωσης ή του επιτοκίου αναφοράς, προκύπτει αδυναµία του να καταβάλει τη δική του συνεισφορά. Ως προς το περιεχόµενο και τον τρόπο υποβολής της αίτησης του προηγούµενου εδαφίου εφαρµόζεται αναλόγως το άρθρο 72. Μέχρι την αποδοχή της αίτησης για αναπροσαρµογή της συνεισφοράς ο οφειλέτης οφείλει να συνεχίζει να καταβάλλει το ποσό που τον βαρύνει σύµφωνα µε την προηγούµενη απόφαση περί συνεισφοράς. Η αναπροσαρµογή της συνεισφοράς δεν επηρεάζει τη µηνιαία δόση που λαµβάνουν οι πιστωτές κατά το άρθρο 75.
5. Η συνεισφορά του Δηµοσίου διακόπτεται, αν ο δικαιούχος καθυστερήσει την καταβολή του ποσού που βαρύνει τον ίδιο, µε αποτέλεσµα να θεµελιώνονται τα κατά το άρθρο 80 δικαιώµατα του πιστωτή, ακόµα κι αν αυτά δεν ασκηθούν. Αν ο δικαιούχος δεν καταβάλει εγκαίρως το ποσό που βαρύνει τον ίδιο, ο θιγόµενος πιστωτής υποχρεούται να ενηµερώσει, εγγράφως ή µέσω ηλεκτρονικού ταχυδροµείου, το αργότερο µέσα σε έναν (1) µήνα από τη θεµελίωση των δικαιωµάτων του άρθρου 80, το όργανο που είναι αρµόδιο να αποφασίζει για τη συνεισφορά του Δηµοσίου. Αν ο πιστωτής παραλείψει την ενηµέρωση του προηγούµενου εδαφίου και ασκηθούν από τον πιστωτή τα δικαιώµατα του άρθρου 80, τότε ο πιστωτής υποχρεούται να επιστρέψει στο Δηµόσιο µε τον νόµιµο τόκο της παρ. 1 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α΄ 170) τα ποσά που αυτό κατέβαλε από το χρόνο κατά τον οποίο ο πιστωτής όφειλε να είχε ενηµερώσει το Δηµόσιο.
6. Καθυστέρηση του Δηµοσίου να καταβάλει την εγκριθείσα συνεισφορά µπορεί να οδηγήσει σε έκπτωση του αιτούντα κατά το άρθρο 80, µόνο εφόσον το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση υπερβαίνει αθροιστικά την αξία εννέα (9) µηνιαίων δόσεων συνεισφοράς και ο πιστωτής έχει ενηµερώσει τον οφειλέτη ως προς την υπερηµερία του Δηµοσίου το αργότερο έως τον έκτο µήνα υπερηµερίας.
7. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, αν ο οφειλέτης εκπέσει κατά το άρθρο 80 ως προς οποιονδήποτε πιστωτή, το Ελληνικό Δηµόσιο αναζητά από τον οφειλέτη όλα τα ποσά που κατέβαλε κατά το παρόν άρθρο.
Άρθρο 77 Δικαστική ρύθµιση
1. Φυσικό πρόσωπο, που υπέβαλε οριστικά την αίτηση του άρθρου 72 κατά το δεύτερο εδάφιο του άρθρου 73, µπορεί να ζητήσει από το δικαστήριο την προστασία της κύριας κατοικίας του µε τους όρους του άρθρου 75, αν δεν κρίθηκε επιλέξιµος ή αν, ενώ κρίθηκε επιλέξιµος, για οποιονδήποτε λόγο δεν επιτεύχθηκε συµφωνία µε έναν ή περισσότερους από τους πιστωτές.
2. Αρµόδιο δικαστήριο είναι το Ειρηνοδικείο του τόπου, στο οποίο βρίσκεται η κύρια κατοικία του αιτούντος.
3. Το δικαστήριο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η συζήτηση της αίτησης προσδιορίζεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα µέσα σε έξι µήνες από την κατάθεσή της, ακόµα και καθ’ υπέρβαση του προβλεπόµενου αριθµού οριζόµενων υποθέσεων εκούσιας δικαιοδοσίας, όπως αυτός καθορίζεται από τον Κανονισµό Εσωτερικής Υπηρεσίας του οικείου Ειρηνοδικείου. Η απόφαση εκδίδεται µέσα σε τρεις (3) µήνες από τη συζήτηση.
4. Η αίτηση της παραγράφου 1 ασκείται µέσα σε προθεσµία δεκαπέντε (15) εργάσιµων ηµερών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας κατά την παράγραφο 6 του άρθρου 74. Στην προθεσµία του προηγούµενου εδαφίου δεν συνυπολογίζεται το χρονικό διάστηµα από 1η έως 31η Αυγούστου.
5. Η αίτηση στρέφεται κατά των πιστωτών, µε τους οποίους δεν επιτεύχθηκε συναινετική ρύθµιση.
6. Με την αίτηση ο αιτών συνυποβάλλει στη γραµµατεία του αρµόδιου Ειρηνοδικείου εκτυπωµένο όλο το υλικό που µεταφορτώθηκε στην πλατφόρµα, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αξιολόγησης της επιλεξιµότητας και της συναινετικής ρύθµισης.
7. Η αίτηση µεταφορτώνεται, επί ποινή απαραδέκτου, µέσα σε δέκα (10) εργάσιµες ηµέρες από την κατάθεσή της, στην πλατφόρµα του άρθρου 71, µέσω της οποίας κοινοποιείται στους συµµετέχοντες πιστωτές. Η κοινοποίηση του προηγούµενου εδαφίου επέχει θέση επίδοσης στους πιστωτές. Αν µεταξύ των διαδίκων πιστωτών περιλαµβάνονται ιδιώτες, οι οποίοι δεν έχουν κοινοποιήσει στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδροµείου, ο αιτών επιδίδει µέσα σε τριάντα (30) ηµέρες από την κατάθεση αντίγραφο της αίτησης σε αυτούς και µεταφορτώνει στην πλατφόρµα το αποδεικτικό επίδοσης.
8. Το δικαστήριο καθορίζει σύµφωνα µε το άρθρο 75 ενιαίο σχέδιο ρύθµισης έναντι των πιστωτών, κατά των οποίων στρέφεται η αίτηση. Από το ποσό της παραγράφου 1 του άρθρου 75 αφαιρείται το συνολικό ποσό, που καταβλήθηκε σε συµµόρφωση προς την προσωρινή διαταγή της παραγράφου 2 του άρθρου 78. Η απόφαση δεν θίγει τις ρυθµίσεις που επιτεύχθηκαν συναινετικά. Αν το δικαστήριο κρίνει τον αιτούντα ως µη επιλέξιµο, απορρίπτει την αίτηση και επιβάλλει την ποινή του άρθρου 205 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας, η οποία στην περίπτωση αυτή ισούται µε το πέντε τοις εκατό (5%) της συνολικής οφειλής, της οποίας ζητήθηκε η ρύθµιση, δεν µπορεί όµως να είναι κατώτερη των 1.500 ευρώ ούτε να υπερβαίνει τα 5.000 ευρώ.
9. Η απόφαση συνιστά τίτλο εκτελεστό ως προς τις καταβολές που ορίζει, δυνάµει του οποίου µπορεί να επισπευσθεί αναγκαστική εκτέλεση στη λοιπή περιουσία του αιτούντος πλην της κύριας κατοικίας του, καθώς και στην κύρια κατοικία, αν ο οφειλέτης εκπέσει κατά το άρθρο 80.
10. Με επιµέλεια της γραµµατείας του δικαστηρίου η απόφαση µεταφορτώνεται στην πλατφόρµα του άρθρου 71. Με επιµέλεια οποιουδήποτε έχει έννοµο συµφέρον η απόφαση µεταγράφεται στο βιβλίο µεταγραφών ή καταχωρίζεται στο κτηµατολογικό φύλλο της κύριας κατοικίας του αιτούντος.
Άρθρο 78 Προσωρινή προστασία
1. Από την κοινοποίηση της αίτησης του άρθρου 72 κατά τις παραγράφους 1 και 10 του άρθρου 74, αφού προηγουµένως ο οφειλέτης έχει κριθεί επιλέξιµος κατά τον προέλεγχο επιλεξιµότητας του άρθρου 73, και µέχρι τη λήξη της προθεσµίας της παραγράφου 4 του άρθρου 77, αναστέλλεται αυτοδικαίως κάθε πλειστηριασµός της κύριας κατοικίας του αιτούντος. Η αναστολή της παρούσας παραγράφου αντιτάσσεται στο σύνολο των πιστωτών του δηµόσιου και του ιδιωτικού τοµέα. Έναντι των πιστωτών, που δεν περιλαµβάνονται στην αίτηση, η αναστολή της παρούσας παραγράφου αρχίζει να ισχύει από τη µεταγραφή ή την καταχώριση της αίτησης κατά την παράγραφο 14 του άρθρου 72
2. Ο δικαστής του πρωτοβάθµιου ή του δευτεροβάθµιου δικαστηρίου, στο οποίο εκκρεµεί η αίτηση, µπορεί, σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας, ύστερα από σχετικό αίτηµα, να εκδώσει υπέρ του αιτούντος, που κρίθηκε επιλέξιµος, αλλά για οποιονδήποτε λόγο δεν ρύθµισε συναινετικά µία ή περισσότερες οφειλές του, προσωρινή διαταγή, που καταχωρίζεται κάτω από την αίτηση ή την έφεση ή την κλήση ή στα πρακτικά, µε την οποία παρατείνεται η αναστολή της παραγράφου 1 µέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης. Η προσωρινή διαταγή της παρούσας παραγράφου εκδίδεται εφόσον πιθανολογείται ότι η αίτηση είναι βάσιµη, καθώς και ότι, µέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης η κύρια κατοικία του αιτούντος θα έχει πλειστηριαστεί. Αν ο πιστωτής παρέλειψε να υποβάλει πρόταση, χωρίς να επικαλεστεί µη επιλεξιµότητα του αιτούντα κατά το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 2 του άρθρου 74, η προσωρινή διαταγή χορηγείται υπό τον όρο καταβολής του ηµίσεος της τελευταίας ενήµερης δόσης πριν την άσκηση της αίτησης του άρθρου 72. Αν ο αιτών δεν αποδέχτηκε την πρόταση του πιστωτή, η προσωρινή διαταγή χορηγείται υπό τον όρο καταβολής της µηνιαίας δόσης που όριζε η απορριφθείσα πρόταση. Αν το αίτηµα χορήγησης προσωρινής διαταγής περιέχεται σε εµπρόθεσµη αίτηση του άρθρου 77, τότε µέχρι τη συζήτησή του η αναστολή της παραγράφου 1 παρατείνεται αυτοδικαίως. Το δικαστήριο µπορεί να ανακαλέσει την προσωρινή διαταγή οποτεδήποτε. Εάν ο αιτών καταστεί υπερήµερος ως προς τις µηνιαίες καταβολές που ορίζει το δικαστήριο σύµφωνα µε την παρούσα παράγραφο, µε συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικά την αξία τριών (3) µηνιαίων δόσεων, τότε η προσωρινή διαταγή καθίσταται ανίσχυρη για το µέλλον και ο δανειστής ανακτά το δικαίωµα να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση.
3. Ο αιτών που κρίθηκε µη επιλέξιµος µπορεί να αναστείλει τον πλειστηριασµό της κύριας κατοικίας του, σύµφωνα µε το άρθρο 1000 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας. Το άρθρο 781 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας δεν εφαρµόζεται.
4. Η αναστολή εκτέλεσης του παρόντος άρθρου συνεπάγεται αυτοδίκαια την απαγόρευση της διάθεσης ή της επιβάρυνσης της κύριας κατοικίας του αιτούντος.
5. Η αναστολή εκτέλεσης του παρόντος άρθρου δεν εµποδίζει την επιβολή αναγκαστικής εκτέλεσης ή ασφαλιστικών µέτρων στην κύρια κατοικία του αιτούντος, αρκεί να µην πραγµατοποιηθεί πλειστηριασµός, ούτε τη λήψη µέτρων αναγκαστικής εκτέλεσης ή ασφαλιστικών µέτρων στην υπόλοιπη περιουσία του οφειλέτη, ούτε την άσκηση αγωγής ή την έκδοση διαταγής πληρωµής για τις απαιτήσεις, των οποίων ζητείται η ρύθµιση.
Άρθρο 79 Συνέπειες ρύθµισης
1. Μετά την επίτευξη συναινετικής ή δικαστικής ρύθµισης µε τουλάχιστον έναν πιστωτή, δεν επιτρέπεται σε οποιοδήποτε πιστωτή του δηµόσιου ή ιδιωτικού τοµέα, η επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης στην κύρια κατοικία του αιτούντος, η λήψη ασφαλιστικών µέτρων επ’ αυτής, η εγγραφή υποθήκης ή η τροπή προσηµείωσης υποθήκης σε υποθήκη.
2. Οι απαγορεύσεις της παραγράφου 1 δεν ισχύουν για τους πιστωτές, των οποίων οι απαιτήσεις ήταν επιδεκτικές ρύθµισης κατά τις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 68, τελικά όµως, για οποιοδήποτε λόγο, δεν ρυθµίστηκαν, συναινετικά ή δικαστικά. Στις περιπτώσεις αυτές όλοι οι πιστωτές, ακόµη και όσοι ρύθµισαν τις απαιτήσεις τους, µπορούν να αναγγελθούν για το σύνολο των απαιτήσεών τους. Για την εφαρµογή του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου 969 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αρκεί µόνο η ικανοποίηση του επισπεύδοντος.
3. Μη επιδεκτικοί ρύθµισης πιστωτές του ιδιωτικού τοµέα µπορούν να επισπεύσουν αναγκαστική εκτέλεση µόνο µετά από άδεια, που χορηγείται από το Ειρηνοδικείο του τόπου της κύριας κατοικίας του οφειλέτη, µε τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η άδεια χορηγείται µόνο αν η υπόλοιπη ρευστοποιήσιµη περιουσία του οφειλέτη δεν επαρκεί για την ικανοποίηση των απαιτήσεων του συνόλου των πιστωτών, εκτός εάν ο πιστωτής έχει εµπράγµατη ασφάλεια στην κύρια κατοικία, που εγγράφηκε πριν την υποβολή της αίτησης του άρθρου 72. Ο οφειλέτης µπορεί να ζητήσει παροχή προθεσµίας έως δύο ετών, στην οποία καταβάλλει σε ισόποσες άτοκες µηνιαίες δόσεις το ποσό που θα λάµβανε ο αιτών πιστωτής σε περίπτωση αναγκαστικού πλειστηριασµού της κύριας κατοικίας του οφειλέτη. Στην περίπτωση αυτή, ο πιστωτής µπορεί να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση, µόνο αν ο οφειλέτης καταστεί υπερήµερος ως προς την καταβολή του ποσού αυτού. Το άρθρο 80 εφαρµόζεται αναλόγως. Αν ο πιστωτής αυτός επισπεύσει εκτέλεση, εφαρµόζονται αναλόγως το δεύτερο και το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2.
4. Με τη συναίνεση του αιτούντος, µπορεί να εγγραφεί υποθήκη ή προσηµείωση υποθήκη για απαίτηση που γεννιέται κατά τη διάρκεια της ρύθµισης. Για τον πιστωτή αυτό δεν ισχύουν οι απαγορεύσεις της παραγράφου 1.
5. Αν ο αιτών αποβιώσει πριν την ολοκλήρωση της ρύθµισης, τότε η ρύθµιση διακόπτεται, εκτός αν συµβλήθηκε εγγυητής κατά την παράγραφο 2 του άρθρου 75. Αν ο κληρονόµος χρησιµοποιεί την κληρονοµιαία κύρια κατοικία ως δική του κύρια κατοικία και πληροί τα κριτήρια επιλεξιµότητας του άρθρου 68 κατά το χρόνο θανάτου του κληρονοµουµένου, µπορεί να ζητήσει κατά τον παρόντα νόµο τη συνέχιση της ρύθµισης του άρθρου 75 και την εκ νέου χορήγηση της συνεισφοράς του Δηµοσίου κατά το άρθρο 76, ακόµα και µετά την πάροδο της προθεσµίας της παρ. 1 του άρθρου 72.
Άρθρο 80 Αθέτηση της ρύθµισης
Αν ο αιτών καταστεί υπερήµερος ως προς τις µηνιαίες καταβολές της συναινετικής ή της δικαστικής ρύθµισης, µε συνέπεια το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση να υπερβαίνει αθροιστικά την αξία τριών (3) µηνιαίων δόσεων, ο θιγόµενος πιστωτής δικαιούται, µε εκτελεστό τίτλο τη συναινετική ρύθµιση ή την απόφαση του άρθρου 77, να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση ακόµη και στην κύρια κατοικία του αιτούντα. Κατά παρέκκλιση της παρ. 1 του άρθρου 926 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας, το χρονικό διάστηµα, που πρέπει να µεσολαβεί µεταξύ της επίδοσης της επιταγής προς εκτέλεση και της κατάσχεσης, ανέρχεται σε τριάντα (30) ηµερολογιακές µέρες. Κατά της αναγκαστικής εκτέλεσης, η οποία επισπεύδεται κατά το παρόν άρθρο, επιτρέπονται όλα τα ένδικα βοηθήµατα που προβλέπονται κατά την κείµενη νοµοθεσία.
Άρθρο 81 Ολοκλήρωση της ρύθµισης
Με την επιτυχή ολοκλήρωση της ρύθµισης και την πλήρη συµµόρφωση του οφειλέτη αποσβήνεται το τµήµα των ρυθµισµένων απαιτήσεων που υπερβαίνει το ποσό της παραγράφου 1 του άρθρου 75 και αποσβήνεται κάθε υποθήκη ή προσηµείωση υποθήκης, που εγγράφηκε στην κύρια κατοικία για ρυθµισµένη απαίτηση.
Άρθρο 82 Εξουσιοδοτικές διατάξεις
1. Με απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονοµικών, καθορίζονται οι διαδικασίες, οι προϋποθέσεις, οι προσφερόµενες λειτουργίες και εφαρµογές και οι τεχνικές λεπτοµέρειες, οι οποίες αποτελούν τις λειτουργικές προδιαγραφές της ηλεκτρονικής πλατφόρµας του άρθρου 71.
2. Με απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονοµικών µπορεί να τροποποιείται το περιεχόµενο της αίτησης του άρθρου 72. Με την απόφαση αυτή µπορεί να προβλεφθεί και προαιρετικό περιεχόµενο της αίτησης.
3. Με απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονοµικών µπορεί να τροποποιείται ο κατάλογος των δικαιολογητικών που συνυποβάλλονται µαζί µε την αίτηση του άρθρου 72 ή ανακτώνται από την πλατφόρµα. Με όµοια απόφαση µπορεί να προβλέπεται ότι ορισµένα δικαιολογητικά δεν υποβάλλονται υποχρεωτικά µαζί µε την αίτηση, αλλά µπορούν να υποβληθούν το αργότερο έως τη λήξη της διαδικασίας συναινετικής ρύθµισης του άρθρου 74.
4. Με απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονοµικών µπορεί να καθορίζονται λεπτοµέρειες της διαδικασίας συναινετικής ρύθµισης του άρθρου 74.
5. Με απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Ανάπτυξης, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονοµικών καθορίζονται ο τρόπος προσδιορισµού του ακριβούς ύψους της συνεισφοράς του Δηµοσίου κατά το άρθρο 76, το όργανο που είναι αρµόδιο να αποφασίζει για τη συνεισφορά του Δηµοσίου, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο θέµα σχετικά µε τη συνεισφορά του Δηµοσίου. Η απόφαση του προηγούµενου εδαφίου πρέπει να συµµορφώνεται προς την ευρωπαϊκή νοµοθεσία περί κρατικών ενισχύσεων.
6. Με απόφαση των Υπουργών Οικονοµίας και Ανάπτυξης και Οικονοµικών καθορίζεται ο τρόπος προσδιορισµού της αξίας των µεταφορικών µέσων, προκειµένου να ελέγχεται το κριτήριο επιλεξιµότητας της περίπτ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 68.
Άρθρο 83 Τελικές διατάξεις
1. Τα πιστωτικά ιδρύµατα και οι πιστωτές του δηµόσιου τοµέα µπορούν να κοινοποιούν στην Ε.Γ.Δ.Ι.Χ. διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδροµείου, στην οποία γίνεται κάθε κοινοποίηση σχετική µε το παρόν Μέρος, καθώς και τα φυσικά πρόσωπα που είναι εξουσιοδοτηµένα να τους εκπροσωπούν στη διαδικασία συναινετικής ρύθµισης, υποβάλλοντας και τα σχετικά νοµιµοποιητικά έγγραφα. Μέχρι να πραγµατοποιηθούν οι πρώτες κοινοποιήσεις του προηγούµενου εδαφίου, εξακολουθούν να ισχύουν οι διευθύνσεις ηλεκτρονικού ταχυδροµείου και τα φυσικά πρόσωπα που έχουν υποδειχθεί στα πλαίσια του ν. 4469/2017.
2. Πιστωτές, οι οποίοι απέκτησαν απαιτήσεις επιδεκτικές ρύθµισης µε µεταβίβαση κατά το άρθρο 3 του ν. 4354/2015, συµµετέχουν στη διαδικασία του παρόντος νόµου µόνο µέσω της εταιρίας διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις, στην οποία έχει ανατεθεί η διαχείριση σύµφωνα µε την περίπτωση γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 4354/2015.
3. Πιστωτές, οι οποίοι απέκτησαν απαιτήσεις επιδεκτικές ρύθµισης µε τιτλοποίηση κατά το ν. 3156/2013 συµµετέχουν στη διαδικασία του παρόντος Μέρους µόνο µέσω του προσώπου, στο οποίο έχει ανατεθεί η διαχείρισή τους κατά την παρ. 14 του άρθρου 10 του ν. 3156/2013.
4. Αιτήσεις του άρθρου 4 του ν. 3869/2010, οι οποίες υποβλήθηκαν µέχρι την 28η Φεβρουάριου 2019, χωρίς να συνοδεύονται από βεβαιώσεις οφειλών του άρθρου 2 του ν. 3869/2010, είναι παραδεκτές, εφόσον οι βεβαιώσεις προσκοµιστούν µέχρι την 30ή Απριλίου 2019.
5. Οι πιστωτές δικαιούνται να χρησιµοποιούν την πλατφόρµα του άρθρου 71 προς το σκοπό άσκησης των δικαιωµάτων των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 10 του ν. 3869/2010, χωρίς να απαιτείται συνδροµή της εισαγγελικής αρχής, αν εκκρεµεί κατά των πιστωτών αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 και τα δεδοµένα, των οποίων ζητείται η κοινοποίηση, βρίσκονται στην κατοχή δηµόσιας αρχής.
6. Φυσικά πρόσωπα, που πριν την άσκηση της αίτησης του άρθρου 72 έχουν ασκήσει αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010 και αυτή είναι εκκρεµής σε πρώτο ή δεύτερο βαθµό, χωρίς να έχει συζητηθεί, µπορούν να υποβάλουν την αίτηση του άρθρου 72 του παρόντος νόµου. Αν οι αιτούντες ρυθµίσουν συναινετικά οποιαδήποτε από τις οφειλές, που είναι επιδεκτικές ρύθµισης κατά τον παρόντα νόµο, τότε η δίκη του ν. 3869/2010 καταργείται. Φυσικά πρόσωπα του παρόντος άρθρου µπορούν να ασκήσουν την αίτηση του άρθρου 77 του παρόντος Μέρους µόνο αν παραιτηθούν από την αίτηση του άρθρου 4 του ν. 3869/2010.
Άρθρο 84 Έναρξη ισχύος του Έβδοµου Μέρους
Η ισχύς του παρόντος Μέρους αρχίζει την 30η Απριλίου 2019, εκτός από το άρθρο 82, η ισχύς του οποίου αρχίζει από τη δηµοσίευση του παρόντος νόµου στην Εφηµερίδα της Κυβερνήσεως.
Δείτε αναλυτικά και τη σχετική αιτιολογική έκθεση.