Η πρόσφατη ανανεωμένη οδηγία της Ε.Ε. για τα πνευματικά δικαιώματα, που ψηφίστηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 26 Μαρτίου, έχει γίνει αντικείμενο μεγάλης αντιπαράθεσης. Οι υποστηρικτές της μιλάνε για ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός που θα δώσει ώθηση στην κοινή ψηφιακή αγορά, προστατεύοντας τους δημιουργούς, ενώ οι πολέμιοί της μιλάνε για κατεδάφιση του Διαδικτύου.
Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης τα άρθρα 11 και 13 (15 και 17 στο τελικό κείμενο). Το πρώτο επιτρέπει στους εκδότες να χρεώνουν τις διαδικτυακές πλατφόρμες όταν αυτές παραθέτουν αποσπάσματα από άρθρα, όπως για παράδειγμα συμβαίνει στο Google News και άλλους συγκεντρωτές ειδήσεων (news aggregators). Το δεύτερο υποχρεώνει πλατφόρμες με περιεχόμενο που συνεισφέρουν οι χρήστες τους (όπως το YouTube) να ελέγχουν ότι δεν παραβιάζονται πνευματικά δικαιώματα με την ανάρτηση του περιεχομένου.
Αμφότερα τα άρθρα είναι διατυπωμένα με πολύ γενικό τρόπο και αφήνουν τις λεπτομέρειες στους εφαρμοστικούς νόμους των κρατών-μελών, τα οποία έχουν δύο χρόνια για να τους θέσουν σε ισχύ. Η ασάφεια αυτή αφήνει από μόνη της μεγάλο περιθώριο για κριτική. Για παράδειγμα, δεδομένου ότι σπάνια κάποιος ακολουθεί ένα σύνδεσμο (link) σε ιστοσελίδα ο οποίος δεν έχει επαρκή περιγραφή, το πόσο μεγάλο είναι το απόσπασμα από το άρθρο που επιτρέπεται να περιλαμβάνει ένας (δωρεάν) σύνδεσμος σε αυτό, επηρεάζει άμεσα, πέρα από τους news aggregators, και τις μηχανές αναζήτησης – μία υπηρεσία πολύ πιο σημαντική για την κοινωνία.
Για πλατφόρμες όπως το YouTube, η εφαρμογή του άρθρου 13 (17) πρακτικά σημαίνει ότι η πλατφόρμα θα πρέπει είτε να εξασφαλίζει άδειες για τη χρήση περιεχομένου που εμπίπτει σε πνευματικά δικαιώματα τρίτων (για παράδειγμα ένα video από κινητό τηλέφωνο χρήστη στο οποίο κάποια στιγμή ακούγεται απόσπασμα από ένα τραγούδι), είτε θα πρέπει να χρησιμοποιήσει φίλτρα τα οποία αυτόματα να ανιχνεύουν και να εμποδίζουν την ανάρτηση από τους χρήστες της υλικού που εμπίπτει σε πνευματικά δικαιώματα.
Στην πρώτη περίπτωση, κάποιες φορές η εξασφάλιση αυτών των αδειών είναι εύκολη υπόθεση, κάποιες άλλες αδύνατη. Η πλατφόρμα στη δεύτερη περίπτωση θα πρέπει να δείξει ότι προσπάθησε ανεπιτυχώς να εξασφαλίσει τα απαραίτητα δικαιώματα ή να κατεβάσει το περιεχόμενο. Η χρήση των αυτοματοποιημένων φίλτρων είναι ιδιαίτερα προβληματική, γιατί αφενός η τεχνολογία δεν είναι σε θέση ακόμα να αναγνωρίσει τις πολλές νόμιμες εξαιρέσεις ατελούς χρήσης περιεχομένου («fair use»), αφετέρου γιατί η τεχνολογία είναι ακριβή και προσβάσιμη μόνο σε πολύ μεγάλες εταιρείες.
Το άρθρο 13, όμως, εισάγει μια πολύ σημαντική αλλαγή: οι πλατφόρμες πλέον φέρουν μέρος της ευθύνης για το περιεχόμενο που αναρτούν οι χρήστες τους. Επίσης, κατοχυρώνει το δικαίωμα των χρηστών να σχολιάζουν, να ασκούν κριτική ή να παρωδούν, χωρίς αυτό το παράγωγο περιεχόμενο να μπλοκάρεται και τους παρέχει τη νομική δυνατότητα να στρέφονται ενάντια σε πιθανό τέτοιο μπλοκάρισμα.
Η αλήθεια είναι ότι το copyright εξακολουθεί να είναι σήμερα μια θολή ψηφιακή προσομοίωση της αναλογικής εποχής και των περιορισμών της διανομής φυσικών αντιτύπων-περιορισμών που απλά δεν υφίστανται στην ψηφιακή εποχή. Η νέα οδηγία είναι αποτέλεσμα μακροχρόνιων συμβιβασμών και είναι φυσικό να μην ικανοποιεί απόλυτα καμία πλευρά.
Θα πρέπει να θυμόμαστε ότι το Διαδίκτυο είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από το Facebook και το YouTube. Είναι πολύ νωρίς για να εκτιμήσουμε τις συνέπειες της συγκεκριμένης Οδηγίας. Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι νομικοί θα έχουν πολλή δουλειά και ότι το Διαδίκτυο είναι πολύ ανθεκτικό για να καταστραφεί από αυτήν.
* Ο κ. Μιχάλης Μπλέτσας είναι διευθυντής πληροφορικής στο Media Lab του MIT.Έντυπη